Σύμφωνα με ασφαλείς δημοσιογραφικές πληροφορίες μου, ο Παύλος Μπήτρος του Δημητρίου, κάτοικος Αίγινας, προτείνεται από τον Αντιεισαγγελέα Εφετών κ. Οδυσσέα Τσορμπατζόγλου να παραπεμφθεί στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιώς προκειμένου να δικαστεί για παράνομη ιδιοποίηση υλικών και κινητών πραγμάτων ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας που ανήκαν στο "Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Αγρίων Ζώων" που εδρεύει στο Μετόχι της Αίγινας (ΕΚΠΑΖ).
Ο Παύλος Μπήτρος, ως μέλος, νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής του ΕΚΠΑΖ, κατηγορείται ότι ιδιοποιήθηκε παρανόμως ξένα αντικείμενα των οποίων η συνολική αξία υπερβαίνει το ύψος των 150.000 ευρώ και τα οποία ανήκαν στην κυριότητα του ως άνω Κέντρου.
Απαντώντας στην «έκθεση αυτοψίας στο ΕΚΠΑΖ» που συντάχθηκε χωρίς ημερομηνία και υπογράφεται από τους ιδιώτες κτηνιάτρους κ.κ. Αχ. Ακρίβο και Αν. Μαντζιαβά έχουμε να πούμε τα εξής: κατ αρχήν δεν αναφέρονται τα ονόματα των 4 προσώπων που συμμετείχαν, όπως αναφέρεται και που έχουν κατά τα λεγόμενα των μόλις προαναφερόμενων «μακρά θητεία σε αντίστοιχους φορείς και εγνωσμένη εμπειρία» (γι αυτό έβαλαν μωρό Κοτσιφάκι σε κλουβί να φάει μόνο του σπόρους για Καναρίνια όλη την ημέρα ενώ αυτό χρειάζεται κάθε δύο ώρες τάισμα με καθετήρα και με τροφή εμπλουτισμένη με πάρα πολλή πρωτεΐνη;)
Οι συντάκτες της έκθεσης μιλούν για έντονη εγκατάλειψη τη στιγμή που ο υπογράφων υποχρεώθηκε (με ποινή κράτησης στο Α. Τ. Αίγινας) να απομακρυνθεί από τον χώρο 3 εβδομάδες πιο πριν. Άρα η εγκατάλειψη οφείλεται στο τσούρμο του Παύλου Μπήτρου και της Μαρίας Γανωτή που λαθραία λυμαίνονται τους χώρους και τα κινητά πράγματα του Κέντρου - ενώ και ο προσωπικός χώρος του υπογράφοντος έχει κλειδωθεί με κλειδαριά ασφαλείας από τον ψευδοδιαχειριστή Παύλο Μπήτρο που μπαίνει ανεξέλεγκτα μέσα κατά το δοκούν είτε αφήνει άλλους να μπαίνουν, ενώ τηλεοπτικό συνεργείο που προσκάλεσε, τράβηξε πλάνα εκεί μέσα χωρίς να είμαι παρών και χωρίς την άδεια μου.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο που έστειλε το υπουργείο Οικονομικών προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2019, οι δαπάνες για χορήγηση συντάξεων τοποθετούνται στα 25,480 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή προβλέπει και το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα από 28,859 δισ. ευρώ φέτος.
Δηλαδή προβλέπεται μια μείωση της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης του δημοσίου κατά 3,4 δισ. ευρώ.
Άρα οι συντάξεις... δεν κόβονται.
Ζήτω το πρωθυπουργό, και το αριστερή κυβέρνηση.
Καλό καλοκαίρι.
Κι ας μας λυπηθεί ο θεός, αφού εμείς δεν λυπόμαστε τους εαυτούς μας!
Πηγή : http://mandatoforos.blogspot.com/2018/07/blog-post_19.html
Γράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Με το που έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα σημάδια του ανηλεούς κατήφορου, κάπου εκεί γύρω στο 2004, όταν άστραψε η αρπαχτή του αιώνα με την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων, άρχισε να ακούγεται στους συρμούς του νεότευκτου μετρό της Αθήνας η φράση : "Προσοχή στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας" ή αγγλιστί "please mind the gap".
Στην αρχή πιστέψαμε ότι η προειδοποίηση πράγματι αφορούσε τον κίνδυνο που παραμονεύει αν δεν υπολογίσουμε σωστά το κενό που υπάρχει μεταξύ συρμού και αποβάθρας. Τελευταία όμως σκέφτομαι πως η λέξη "gap" (κενό) δεν επελέγη τυχαία. Μας προειδοποιούσαν οι άνθρωποι του ΤΡΕΝΟΣΕ για τον επερχόμενο κίνδυνο του G.A.P. (George Andrew Papandreou) αλλά εμείς δεν το καταλάβαμε και, τελικώς, πέσαμε στο κενό.
«Η Κάσος παλεύει μόνη της αυτή την στιγμή», δήλωσε στους δημοσιογράφους η δήμαρχος Κάσου κα Μαρία Τσανάκη εκφράζοντας την απογοήτευσή της για την εγκατάλειψη που βιώνει η Κάσος τα τελευταία χρόνια.
Η κα Τσανάκη, παρέστη στην συνεδρίαση του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία του έργου του λιμανιού της Κάσου. «Η Κάσος είναι ένα ακριτικό νησί. Περνάμε μια πολύ δύσκολη εποχή και πρέπει όλοι να βοηθήσουν τα ακριτικά νησιά να παραμείνουν ζωντανά. Δυστυχώς, οι γραφειοκρατικές διατάξεις και οι συνθήκες που επικρατούν δεν βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτή την περίοδο, η Κάσος "παλεύει" μόνη της. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε εκτέλεση έργων για να κρατήσουμε τον κόσμο που έχει απομείνει στο νησί. Φανταστείτε ότι πριν το Ολοκαύτωμα της Κάσου, οι κάτοικοι ήταν περίπου 12.000 όταν η Αθήνα είχε 6.000.