Μπήκαμε αισίως στο 2010 και δεν θα αργήσει να συμπληρωθεί η πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Εγώ όμως, μεταξύ μας, πέρα από τις καθιερωμένες χωρίς αντίκρυσμα ευχές που ανταλλάσσουμε κάθε χρόνο, το μόνο που συνειδητοποίησα φέτος είναι ότι μεγάλωσα ακόμη περισσότερο, ότι άρχισαν κάτι προειδοποιητικά πονάκια στη μέση και στον αυχένα, ότι πρέπει να περάσω απ’ τον Άνα στον Καϊάφα, για να μου εγκρίνει το ταμείο, στο οποίο είμαι ασφαλισμένος, μερικές φυσιοθεραπείες, ότι δεν περισσεύουν πια τα ευρώ για να βάλω καύσιμα στο φουσκωτό και να βγάλω τον καϋμό μου σεργιάνι στο πέλαγος, ότι οι διαφημίσεις στο περιοδικό, αντί να πληθαίνουν, λιγοστεύουν! Και μέσα στον γενικό ορυμαγδό πνίγηκαν και οι κοινωνικές μας σχέσεις, οι αποσπερίες και οι κοινές μας εκδρομές, και «τη βρίσκουμε» πια βγάζοντας ο ένας τα μάτια του άλλου στις δημόσιες διαβουλεύσεις (sic!) του διαδικτύου. Σαν άλλοι μουλωχτοί μασκαράδες που έρπουν με ψευδώνυμα μέσα σε blogs και διαδικτυακές αγορές (fora) για να πουλήσουν αυτό που δεν έχουν...
Δεν έχω καταλάβει πάντως ακόμη, για να σας πω την αλήθεια, αν αυτός ο νέος χρόνος θα είναι ο πάτος του βαρελιού, η αρχή της ανάδυσης, ή ένας ακόμη πάτος κάτω απ’αυτόν που ήδη βλέπουμε. Και το λέω αυτό, προσπαθώντας να ερμηνεύσω όσα βλέπω, ακούω και αφουγκράζομαι, παρακολουθώντας πότε τις μαϊμούδες των media, πότε το ξεψύχισμα της αγοράς, πότε τους αξιοθρήνητους λογιστάκους της κυβέρνησης και πότε τις κινήσεις των Ευρωπαίων εταίρων – δανειστών μας.
Ακούμε, όλο και πιο συχνά τελευταία, την φράση : «Δεν πάει πιο κάτω, φτάσαμε στον πάτο». Φτάσαμε όμως; Ξέρετε, είμαι γενικώς αισιόδοξος άνθρωπος. Δεν είμαι όμως χαζοχαρούμενος και αφελής. Γιατί μόνο ένας χαζοχαρούμενος και αφελής δεν θα έβλεπε ότι απέχουμε ελάχιστα πλέον ως Κράτος απ’ την Ευρωπαϊκή κηδεμονία ή την λαϊκή εξέγερση, και ότι είναι ελάχιστες, δυστυχώς, οι ελπίδες που έχουμε να σταθούμε στα πόδια μας. Και είναι ελάχιστες, γιατί το κλίμα κατήφειας και απαισιοδοξίας είναι γενικευμένο. Γιατί, εκτός από αυτά που χρωστάμε στους αλλοδαπούς δανειστές μας, χρωστάμε και... της Μιχαλούς! Γιατί δεν πιστεύει πια κανείς τα κροκοδείλια δάκρυά μας. Γιατί οι αντιδράσεις μας, σαν κυβέρνηση, σαν λαός, είναι υποτονικές έως ανύπαρκτες. Γιατί συνεχίζουμε να είμαστε ωχαδελφιστές και «παρτάκηδες». Γιατί οι έντιμοι ηγέτες, οι οραματιστές, που θα μπορούσαν να ξυπνήσουν τον κόσμο, να τον πιάσουν απ’ το χέρι και να τον ανασύρουν απ’ τον πάτο του βαρελιού, δεν υπάρχουν πια. Τους πάτησε το τραίνο ή ίσως βρίσκονται κάπου εδώ, ανάμεσά μας, αλλά δειλιάζουν, λουφάζουν, γιατί θέλουν να ρουφήξουν λίγες ακόμη σταγόνες ζωής προτού βρεθούν «τυχαία» σε κάποιο χαντάκι. Γιατί θέλουν, προτού σαλπάρουν, να κρατήσουν λίγη ακόμη παρέα στο κύμα της θάλασσας και στα σύννεφα του ουρανού, να παίξουν ίσως με το εγγόνι που θα έρθει και να προλάβουν να γελάσουν με το γέλιο του...
Και φαίνεται πως δεν υπάρχει ελπίδα, γιατί κάποιοι αρνούνται να καταβάλλουν το τίμημα που τους αναλογεί. Δεν είδατε, επί παραδείγματι, πώς φοροδιαφεύγουν οι νερατζοκλέφτες; http://www.ribandsea.com/editorial/210-2009-11-15-09-04-06.html Οι ίδιοι δηλαδή που διδάσκουν πώς να μην φοροδιαφεύγουμε εμείς! Πληρώνουν τριακόσια πενήντα ευρώ φόρο για μηνιαίες αποδοχές οκτώμισυ χιλιάδων ευρώ! Τα δικά τους δικά τους και τα δικά μας, πάλι δικά τους! Ξέρετε τι είπα όταν το άκουσα; Πάλι καλά που πληρώνουν και τόσα!
Αμ το άλλο, το ακούσατε; Θα αποζημιώσουν, λέει, καμμιά τριακοσαριά λιμενεργάτες στην εθελουσία έξοδό τους για να μην εμποδίζουν με την απεργία και τις διαμαρτυρίες τους την λειπουργία του λιμανιού! Και πού θα τα βρει τόσα χρήματα η κυβέρνηση μεσούσης της κρίσης και χάσκουσας της τρύπας του δημοσιονομικού ελλείμματος; Εσείς μπορείτε να συνδικαλιστείτε και να εκβιάσετε; Να κλείσετε λιμάνια, δρόμους και εθνικές οδούς; Πώς; Δεν μπορείτε; Καθίστε λοιπόν στ' αυγά σας και πληρώστε τις εθελουσίες εξόδους! Γιατί από πού νομίσατε ότι θα πληρωθούν τα εκατομμύρια αυτά;
Ζούμε όμως, παρ’ όλα αυτά, ημέρες δόξας! Γιατί η λύση, που θα βάλει και πάλι στο βαζάκι το κλεμένο νερατζάκι, ήταν δίπλα μας κι’ εμείς οι γελοίοι δεν την βλέπαμε τόσο καιρό! Η λύση στο πρόβλημα της κάλυψης της τρύπας των δημοσιονομικών μας ήταν τελικώς οι αποδείξεις και τα φουσκωμένα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων! Κούνια που τους κούναγε τους μπουνταλάδες! Διότι, στις μεν εισπράξεις των τελών κυκλοφορίας, θα σας έλεγα τι εισέπραξαν αν δεν ήμουν ευγενής, αφού διακόσιες χιλιάδες αγανακτισμένοι ιδιοκτήτες ι.χ. αυτοκινήτων κατέθεσαν τις πινακίδες, στις δε αποδείξεις, εκεί έχει ήδη αρχίσει το μεγάλο πανηγύρι!
Και προσπαθούν να μας πείσουν οι μαϊμούδες της τηλεόρασης, τα φερέφωνα ούτως ειπείν των εκάστοτε λογιστάκων-διαχειριστών-αρπακτικών της εκάστοτε κυβέρνησης, ότι το μέτρο αυτό θα αποδώσει και θα λύσει το πρόβλημα. Λες και δεν γνωρίζουν οι κυβερνώντες ποιοι φοροδιαφεύγουν. Επειδή όμως υπολογίζουν το πολιτικό κόστος, βάζουν τον κόσμο μπροστά να βγάλει το φίδι απ’ την τρύπα! Προσπαθούν μάλιστα οι μαϊμούδες των media να μας υποδείξουν τους τρόπους να αποφύγουμε, λέει, το ξεθώριασμα των θερμογραφικών αποδείξεων! Βάλτε τις αποδείξεις σε μια μαύρη σακκούλα, λέει ο ένας, για να μην τις αλλοιώσει το φως! Βάλτε τα εγγόνια σας το Σαββατοκύριακο να τις γράφουν στο τεφτέρι, λέει ο άλλος! Κι’ εγώ αναρωτιέμαι αν τα ακούω και τα βλέπω πράγματι όλα αυτά ή μήπως ονειρεύομαι...
Το 2010 ανέτειλε, λοιπόν, βρίσκοντας ένα λαό να ψάχνει απελπισμένα παντού για αποδείξεις! Ουδέν κακόν αμμιγές καλού βεβαίως. Γιατί θα γεννηθούν, μ’ αυτόν τον τρόπο, ευκαιρίες για νέες κοινωνικές επαφές, γνωριμίες και εκδηλώσεις. «Τι κάνετε σήμερα το βράδυ; Δεν έρχεστε στο σπίτι να αποσπερίσουμε και να γράψουμε μαζί τις αποδείξεις μας; Καλού κακού όμως φέρτε και κάτι φαγώσιμο, γιατί τα δικά μας δεν θα φτάσουν». Τέτοιες νύχτες αγάπης, συναδέλφωσης και λαϊκής ομοψυχίας θα ζήσουμε λοιπόν καλοί μου αναγνώστες στο εγγύς μέλλον. Όσο για τους κρατικοδίαιτους λογιστάκους της εκάστοτε κυβέρνησης και τις καλοπληρωμένες μαϊμούδες των media; Αυτοί θα τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση γιατί έδωσαν την λύση. Κούνια που τους κούναγε τους μπουνταλάδες...
Οκτακόσιες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους έχουμε, ενώ δεν θα έπρεπε να έχουμε πάνω από διακόσιες χιλιάδες. Και πολλούς λέω! Και αναρωτιέμαι, εγώ ο «αφελής». Αν δεν είχαν μπει όλοι αυτοί στον δημόσιο τομέα, θα ήταν άνεργοι; Δεν θα είχαμε κυβέρνηση; Δεν θα λειτουργούσε το Κράτος; Στην Σουηδία, η οποία έχει ανάλογο αριθμό κατοίκων με την Ελλάδα, γιατί το Κράτος λειτουργεί, και μάλιστα πολύ καλύτερα, με το ένα τέταρτο μόλις των δημοσίων υπαλλήλων που έχουμε εμείς; Φταίει το σύστημά μας που είναι γραφειοκρατικό, θα βιαστούν να πουν κάποιοι. Μα γι’ αυτό είναι γραφειοκρατικό το σύστημά μας κύριοι, επειδή υπάρχουν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι! Φαντάζεστε τι θα γινόταν αν το σύστημα δεν ήταν γραφειοκρατικό; Εδώ, τώρα και ξύνονται οι περισσότεροι απ' αυτούς!
Και όχι μόνο ξύνονται, όχι μόνο απολαμβάνουν μιας προκλητικής ατιμωρησίας και μιας ακατανόητης μονιμότητας (όταν ξύνονται), όχι μόνο έχουν περισσότερες ημέρες αργίας, όχι μόνο παίρνουν περισσότερες ημέρες αδείας... απ’ την σημαία, όχι μόνο ασελγούν εις βάρος του πολίτη, τον οποίον (υποτίθεται) έχουν την υποχρέωση να υπηρετούν, αλλά έχουν, από πάνω, αξιοπρεπή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αμείβονται πολύ καλύτερα από τους υπαλλήλους οι οποίοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, διαπραγματεύονται με το αζημίωτο (όποτε η θέση που κατέχουν τους δίνει την ευκαιρία) "διευκολύνσεις" στην υπερπήδηση "γραφειοκρατικών" εμποδίων και "αδικιών" της νομοθεσίας, εισπράττουν δε στο τέλος και ένα παχουλό εφ’ άπαξ, ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης της Πολιτείας για το ξύσιμο... ε, συγγνώμη, τις υπηρεσίες που προσέφεραν!
Όσο πάντως με αφορά, θα προσπαθήσω να μείνω εδώ και να γράφω, όσο μπορώ, σαν ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης απέναντι στα δεκαοκτώ χιλιάδες περίπου «κλικ» που τιμούν και διαβάζουν κάθε μήνα το «Rib and Sea». Παρ’ όλο που οι πληρωμένες διαφημιστικές καταχωρήσεις μετρώνται πλέον στα δάκτυλα του ενός χεριού και το φως στον ορίζοντα τρεμοσβύνει. Παρ’ όλο που υπάρχει (και στον χώρο αυτό) αθέμιτος ανταγωνισμός. Παρ’ όλο που το επίκαιρο, το αξιόπιστο, το έντιμο, το ειλικρινές και το πρωτότυπο, ενώ δεν φέρνουν απαραιτήτως ανάλογη αναγνωσιμότητα, αναγνώριση και έσοδα από διαφήμιση, αποτιμώνται κατά κανόνα σε χρόνο, κόπο και χρήματα γι’ αυτόν που έτσι λειτουργεί. Είναι όμως επιλογές ζωής αυτές και δεν αλλάζουν επειδή απλώς υπάρχει κρίση...
Σκεφτόμουν ξέρετε τις προάλλες, ότι η BSK Marine μου παραχώρησε το εκπληκτικό της επτάμετρο για να πραγματοποιώ μ’ αυτό τα ταξιδιωτικά του περιοδικού. Ότι ο αντιπρόσωπος της FNM μου υποσχέθηκε δωρεάν τεχνική υποστήριξη. Ότι ο Μίλτος Κρεμμύδας μου παραχώρησε δωρεάν χώρο parking για το σκάφος. Και όμως! Πολύ δύσκολα περισσεύουν πια χρήματα για να βάλω πετρέλαιο στο ρεζερβουάρ και να βγω στο ανοικτό πέλαγος! Όχι για να πάω στη Μύκονο, βεβαίως, και να ζήσω στο δικό της life style, αλλά για να γεμίσω τα ρουθούνια μου με θάλασσα, να μιλήσω με τους γλάρους, τα δελφίνια, τα κύματα και τους λιγοστούς ακρίτες των νησιών του Αιγαίου. Να κοιμηθώ στο σκάφος, να γράψω, να φωτογραφίσω, και στη συνέχεια να επιστρέψω στη βάση μου για να τα μοιραστώ όλα αυτά μαζί σας.
Ξέρω ποιοι έφταιξαν γι’ αυτή την κατάντια. Που δεν μπορώ πια να απολαύσω αυτά που απολάμβανα. Και σεις ξέρετε. Όλοι ξέρουμε. Όπως ξέρουμε και ποια είναι η λύση. Και αν δεν την έχουμε βάλει ως τώρα σε εφαρμογή, είναι γιατί δεν φτάσαμε ακόμη στα όριά μας. Να γιατί λέω ότι το 2010 μας επιφυλάσσει ίσως έναν ακόμη πάτο στο βαρέλι, που δεν ήταν ως τώρα ορατός...
Θα σας αφήσω όμως τώρα εδώ, εκφράζοντας μια παλιά, γνωστή ευχή. Συνήθως, είναι κι’ αυτή μια ευχή χωρίς αντίκρυσμα. Το ξέρω, αλλά εγώ θα την εκφράσω. Και μη χειρότερα λοιπόν φίλοι μου...
Α, και κάτι άλλο. Να σκέφτεστε, να αντιδράτε στη βλακεία και τους βλάκες (τους απατεώνες σκοπίμως δεν τους αναφέρω, γιατί είναι παρακλάδια των βλακών, όπως είπε και ο αείμνηστος Ευάγγελος Λεμπέσης) που μας πολιορκούν πλέον ασφυκτικά. Να βγαίνετε στη θάλασσα, όσο και όποτε μπορείτε, και να ζείτε για τότε που δεν θα υπάρχετε...
Ιωσήφ Παπαδόπουλος