Πέρασαν κι' αυτές οι εκλογές, άλλαξε η κυβέρνηση, και μαζί φάνηκε να πνέει ένας αέρας αλλαγής, απαλλαγής, όπως θέλετε πείτε το. Η τρύπα όμως της οικονομίας και το δημόσιο έλλειμμα παρέμειναν, το ίδιο και ο αξιαγάπητος κ. Αλμούνια, ο οποίος εμμένει πεισματικά στις θέσεις και παραινέσεις του. Τι να κάνει ο άνθρωπος; Ελάτε στη θέση του. Είναι σαν να έχεις μια οικογένεια, με καμμιά τριανταριά παιδιά, και ένα από αυτά σηκώνεται το βράδυ, όταν τα άλλα κοιμούνται, και κλέβει το γλυκό του κουταλιού απ' το βάζο. Τι να του κάνεις; Να το σκοτώσεις; Δεν γίνεται. Να το διώξεις; Και δεν μπορείς, και δεν σε συμφέρει, αν δεν επιστρέψει στο βάζο το νερατζάκι που έφαγε κρυφά. Να το τιμωρήσεις; Μάλλον αυτό θα επιλέξεις!
Ε, αυτό μας κάνει ο κ. Αλμούνια, ο εκάστοτε κ. Αλμούνια. Μας τιμωρεί, επιβάλλοντας παράταση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, περικοπή συντάξεων, άνοιγμα μιας ακόμη τρύπας στη ζώνη για να μη μας πέφτει το παντελόνι, και πάει λέγοντας... Ένα λάθος κάνει μόνο ο κ. Αλμούνια, ο οποίος δεν έχει την τύχη να ζει σ' αυτή τη μικρή χώρα των θαυμάτων, και δεν γνωρίζει ότι τα κακά παιδιά εδώ είναι οι κυβερνώντες, οι εκάστοτε κυβερνώντες, και όλοι αυτοί που τους βοηθούν να ανέβουν στο ράφι για να κλέψουν το νερατζάκι.Και γκρινιάζουν τα άλλα παιδιά που δεν έμεινε, ένα έστω, νερατζάκι να φάνε κι' αυτά. Και δεν φτάνει που δεν έφαγαν νερατζάκι τα άλλα παιδιά, τα τιμωρείτε από πάνω κ. Αλμούνια μας, να δουλεύουν μέχρι τα βαθειά τους γεράματα και στο τέλος να παίρνουν ψίχουλα! Και σαν να μην φτάνει που μας έφαγαν το νερατζάκι οι εκάστοτε εκατόν πενήντα, εκατόν εξήντα εργατοπατέρες, μας δέρνουν από πάνω γιατί τολμήσαμε, λέει, να αποκτήσουμε ένα αυτοκίνητο, ένα εξοχικό σπιτάκι και μια βάρκα, να βγάζουμε τον καϋμό μας σεργιάνι στο πέλαγος! Και με σας και τους άλλους, αυτούς που σας κρατούσαν τη σκάλα για να ανεβείτε στο ράφι και να κλέβετε το νερατζάκι όλα αυτά τα χρόνια, τι θα γίνει ρε τσάμπα μάγκες, για να σταματήσω κάποτε να σας μιλάω ευγενικά; Εεεεεε;
Συζητούσα χθες με έναν από τους κατασκευαστές που διαφημίζονται στο περιοδικό και μου έλεγε, προσπαθώντας να μου εξηγήσει γιατί δυσκολεύεται να μου πληρώσει τα λίγα ευρώ της διαφημιστικής του καταχώρησης, ότι περίμενε μαζί με την προηγούμενη κυβέρνηση να φύγει και το αίσθημα απαισιοδοξίας και ανασφάλειας που διακατείχε όλους μας. Αμ δε! Εκεί, αυτό το αίσθημα, σταθερό, στη θέση του! Πέρασε και το ναυτικό σαλόνι και πλήρωσα μια τσάντα ευρώ για μερικά τετραγωνικά μέτρα, με την ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει, κάτι θα κινηθεί στην αγορά. Άνθρακες όμως ο θησαυρός, συνέχισε ο φίλος κατασκευαστής. Πολλοί πέρασαν, ρώτησαν, συζήτησαν, κανείς όμως δεν έκανε την κίνηση.
Γιατί πώς να αισθανθεί ασφαλής και αισιόδοξος ο εν δυνάμει αγοραστής και να κινηθεί το χρήμα, και μαζί μ' αυτό και η αγορά, όταν οι φήμες περί εισπρακτικών μέτρων παίρνουν και δίνουν χωρίς τίποτε να είναι ακόμη σίγουρο; Πώς να δώσει κανείς προκαταβολή για την αγορά ενός φουσκωτού σκάφους όταν δεν γνωρίζει τι μέλλει γενέσθαι αύριο; Θα του πάρουν έκτακτη εισφορά; Θα του χρεώσουν τεκμήρια και "πολυτελή" τρόπο διαβίωσης; Θα ανοίξουν οι γλίστρες; (εν μέρει άσχετο) Θα συνεχίσει η "νέα" κυβέρνηση να τρώει κρυφά το νερατζάκι και να μένει σε μας το βάζο, όπως έκανε η προηγούμενη και η προ-προηγούμενη; (αυτή δηλαδή!)
Φταίμε όμως κι' εμείς! Αφού ξέρουμε ότι κλέβουν το νερατζάκι, γιατί δεν τους τιμωρούμε; Το πρόβλημα ωστόσο είναι σύνθετο, γι' αυτό και δυσεπίλυτο. Και το ξέρουν αυτό οι νερατζοκλέφτες, και οι άλλοι, που τους κρατούν τη σκάλα για να ανέβουν στο ράφι και να πιάσουν το βάζο, και συνεχίζουν να γλύφουν, μουγκρίζοντας από ευχαρίστηση, τα σοροπιασμένα τους δάκτυλα. Και συμμετέχουμε όλοι στο παιγνίδι "κλέφτες κι' αστυνόμοι", μόνο που δεν ξέρουμε πια ποιοι είναι οι κλέφτες και ποιοι οι αστυνόμοι...
Όσο πάντως μας αρέσει (ή βολευόμαστε) να γλύφουμε τις σταγόνες απ' το σορόπι που πέφτουν στο πάτωμα απ' το λαίμαργο στόμα τους, καλά κάνουν και μας τρώνε το νερατζάκι! Είμαι περίεργος όμως να δω τι θα γίνει όταν κάποια στιγμή δεν θα αφήσουν να πέσει ούτε σταγόνα στο πάτωμα. Και ή ώρα αυτή πλησιάζει, νομίζω, οσονούπω...
Ιωσήφ Παπαδόπουλος