Μακάρι να αντιληφθεί ο κ. Μητσοτάκης ότι ολόκληρη η βόρεια ακτή της Κρήτης, η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Ρόδος, η Κέρκυρα, η Πάρος και πάμπολλα ακόμα καυχήματα (άλλοτε) ελληνικής ομορφιάς, δεν είναι πια Ελλάδα. Είναι Γκρεκοτουριστάν.
Του Χρήστου Γιανναρά.
Σαράντα πέντε χρόνια τώρα (από το 1974) δεν μοιάζει να ακούστηκε, ίσως ούτε μία φορά, η άλλοτε συχνότατη απειλή ή προειδοποίηση ότι «η Ελλάδα κινδυνεύει». Πιθανό να θεωρούμε όλοι πια αυτονόητο ότι «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Κάποτε το τραγουδούσαμε, αν και ξέραμε ότι είναι υποβολιμαίο. Τώρα, βυθισμένοι στον έσχατο ευτελισμό της πολλαπλής επιτρόπευσης, μοιάζει και να το πιστεύουμε.
Οι απειλές ιστορικού αφανισμού μας αιτιολογούσαν πάντοτε κάποια εκτροπή από την ομαλότητα, συνήθως δικτατορία. Για κάθε αυθαίρετη αναστολή λειτουργίας του Συντάγματος υπήρχε επίκληση κινδύνου για την κρατική μας επιβίωση. Η συχνή επανάληψη της έσχατης αυτής απειλής την κατέστησε αναξιόπιστη. Σήμερα δεν τολμάει κανείς να μιλήσει για κίνδυνο ιστορικής εξαφάνισης του Ελληνισμού.
Αποτέλεσμα: προκλητικές, εξόφθαλμες πράξεις προδοσίας, ανενδοίαστα κοινωνικά κακουργήματα, είναι αδιανόητο να τιμωρηθούν. Ο εξωφρενικός υπερδανεισμός της χώρας, η αποδοχή της «επιτρόπευσης» όταν οι γαλλο-γερμανικές Τράπεζες κατείχαν την πλειονότητα των απαξιωμένων ελληνικών «ομολόγων», η συναίνεση να περιέλθουν οι εντόπιες Τράπεζες στην ιδιοκτησία των δανειστών της χώρας, είναι πολιτική μισθαρνίας που μένει περιέργως ατιμώρητη από τους ψηφοφόρους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ο για πρώτη φορά πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύτηκε προγραμματικά στη Βουλή ότι θα τολμήσει πρωτοβουλίες με ιστορικές προοπτικές. Τι σημαίνει «ιστορικές προοπτικές»; Σημαίνει κάποια πίστη, έστω και όχι ορθολογικά θωρακισμένη, ότι το υπερχρεωμένο και οργανωτικά κωμικό ελλαδικό κρατίδιο θα επιβιώσει χρονικά. Σημαίνει, δεύτερον, ότι μια κυβέρνηση στην Ελλάδα μπορεί ακόμα να οραματίζεται: να δείχνει πως πιστεύει ότι «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επεκτείνει το Αρχαιολογικό Μουσείο στο παρακείμενο αρχιτεκτόνημα, θαυμαστό και ατιμασμένο, του Παλαιού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Στην αναμόρφωση του σύνολου χώρου θα συμπεριλάβει ολόκληρη τον πολύπαθη συνοικία των δύσφημων σήμερα Εξαρχείων. Θα ισοπεδώσει το αρχιτεκτονικό τερατούργημα των φυλακών Κορυδαλλού, για να δημιουργήσει πάρκο. Και κάποια ακόμα φιλοαθηναϊκά ανάλογα.
Σοβαρό και ουσιώδη αντιπολιτευτικό διάλογο θα μπορούσε, ίσως, να προκαλέσει η ακόλουθη ένσταση: Όταν σε ένα κράτος με εννέα, περίπου, εκατομμύρια πληθυσμό, τα τεσσεράμισι εκατομμύρια κατοικούν στην πρωτεύουσα και ένα εκατομμύριο στην (παρηγορητικώς) «συμπρωτεύουσα» Θεσσαλονίκη, αυτό το κράτος, ορθολογικά και εκ των πραγμάτων, είναι αδύνατο να συνεχίσει να υπάρχει ιστορικά. Έχει προδιαγεγραμμένη την ιστορική του εξαφάνιση.
Ποιο πολιτικό στρατήγημα μπορεί να αντιπαρατεθεί σε αυτή την καταδίκη; Για να αναστηθεί η προ πολλού πεθαμένη κοινότητα του χωριού, δεν χρειάζονται επιδόματα, έκτακτες παροχές και πατριωτική κενολογία. Χρειάζονται μέτρα που θα κάνουν ζηλευτή τη ζωή στο χωριό, έμμεσα μέτρα, για να αποδώσουν μακροπρόθεσμα: «Αποκέντρωση» σημαίνει, πολιτικά, ότι «φυτεύεις» αλλαγές στο σχολείο, στην Υγεία, στην οργάνωση και προώθηση της παραγωγής, στη λειτουργία των Τραπεζών, στα δίκτυα συγκοινωνιών. Το χωριό, η κοινότητα, θα «βλαστήσει» ζωή, αν η πολιτική προσφέρει τις δυνατότητες απεξάρτησης από τον ζυγό της τυχαρπαγής και του φτηνιάρικου παρασιτισμού στις απάνθρωπες μεγαλουπόλεις.
Δεύτερη άγρια απειλή ιστορικού αφανισμού των Ελλήνων είναι η άθλια κακομεταχείριση και η εφιαλτικά διογκούμενη άγνοια της ελληνικής γλώσσας. Σολοικισμοί, βαρβαρισμοί, στρεβλά επινοήματα γλωσσοπλασίας κατακλύζουν τις αγορεύσεις στη Βουλή, τα κείμενα της έντυπης δημοσιογραφίας και γίνονται κατακλυσμικός εφιάλτης στον ραδιοτηλεοπτικό οχετό του κρετινισμού. Όσο το επίπεδο της γλωσσικής εκφραστικής των Ελληνωνύμων ευτελίζεται, τόσο πιο άχρηστα και περιττά μοιάζουν τα μεγαλεπήβολα οράματα να μεταμορφωθούν τα Εξάρχεια και να γεννηθούν πάρκα στις τερατώδεις τριτοκοσμικές μεγαλουπόλεις μας.
Τρίτη εφιαλτική απειλή ιστορικής εξαφάνισης του Ελληνισμού, γνωστή, πολυσυζητημένη και προκλητικά απολέμητη: το δημογραφικό. Ίσως δεν έχει ακόμα εμφανιστεί το πολιτικό ανάστημα, το ικανό να αναμετρηθεί με ένα τέτοιο πρόβλημα. Το δημογραφικό δεν χρειάζεται ούτε διαφημιστές, ούτε ανθηρή οικονομία – είναι πρόβλημα πολιτικό. Ο Πομπιντού, στη Γαλλία, είχε υποσχεθεί ότι θα προσφέρει τη δυνατότητα στη Γαλλίδα να κάνει τρίτο παιδί, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να εργάζεται. Και το πέτυχε. Όχι με επιδόματα και ελεημοσύνες. Με κοινωνικές παροχές - διευκολύνσεις, τιμητικά προτερήματα. Ο,τι χρωστάει η κοινωνία στη μητέρα.
Τέταρτη ρεαλιστική απειλή αφανισμού, είναι ο τουριστικός αφελληνισμός της χώρας. Οι τουριστικές μας υποδομές είναι ίδιες και απαράλλαχτες με αυτές της Αιγύπτου, της Τουρκίας, Ισπανίας – ή μέτριες απομιμήσεις: Ίδια διεθνοποιημένη τουριστική «αισθητική», πανομοιότυπα οικοδομήματα, τυποποιημένες συμπεριφορές στην παροχή υπηρεσιών, αλλοδαπό προσωπικό. Ίδια εξομοίωση εικόνων, γούστου, σχεδιασμού των χωρών – μέχρι και μουσακά, προκατεψυγμένον, εισάγουμε από την Κίνα! Μακάρι να αντιληφθεί ο κ. Μητσοτάκης ότι ολόκληρη η βόρεια ακτή της Κρήτης, η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Ρόδος, η Κέρκυρα, η Πάρος και πάμπολλα ακόμα καυχήματα (άλλοτε) ελληνικής ομορφιάς, δεν είναι πια Ελλάδα. Είναι Γκρεκοτουριστάν.
Πέμπτη, ίσως η δραστικότερη λοιμική συλλογικού αφανισμού, να είναι η τερατωδία της ραδιοτηλεοπτικής ασυδοσίας. Σε ένα μικρό νησιώτικο χωριό του ελλαδικού νότου, μια απλή και πάμφθηνη συσκευή τηλεόρασης αναμεταδίδει αδιάλειπτα, μέρα και νύχτα, τη σιχαμερή διαφημιστική διάρροια ασήμαντων μικρομάγαζων της επαρχιώτικης ξεφτίλας, από είκοσι (ναι, 20) κανάλια!
Η πιο βαρβαρικά εγκληματική πολιτική που γνωρίζει ο ελλαδικός χώρος, είναι σίγουρα το ραδιοτηλεοπτικό μονοπώλιο της ντροπής.