Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

Το 25% του Αλή Ράϊχενμπαχ Πασά.

Αγαπητέ κ. Διευθυντά,

Την πραγματική οικονομική κατάσταση της χώρας, την βιώνετε και εσείς καθημερινά. Επίσης, με το ένα η με το άλλο μέσο ενημέρωσης (sic), παρατηρείτε τους Έλληνες οικονομικούς νεοπασάδες με την φράγκικη αμφίεση, οι οποίοι έχουν πια προσφέρει γη και ύδωρ στις πιστές μαριονέτες/εκπροσώπους του διεθνούς κεφαλαίου, τους καλοθρεμμένους, εμφανισιακά αψεγάδιαστους, νεοσουλτάνους. Όλοι αυτοί, δηλαδή, και οι αλλοδαποί σουλτάνοι και οι ντόπιοι πασάδες, ζωσμένοι με το ξίφος του Οσμάν, διαφεντεύουν και ηγεμονούν την παγκόσμια αυτοκρατορία τους με οικονομικά φιρμάνια, τα οποία επικοινωνούν στην βελάζουσα μάζα των 6,9 - περίπου - δισεκατομμυρίων ψυχών, οι νεοτελάληδες και αέναα θαλασσοδανειοδοτούμενοι απανταχού καναλάρχες και εφημεριδάρχες.

Για την όσο το δυνατό πιστή εφαρμογή των Θεϊκών τους (sic) εντολών, χρησιμοποιούν τα γνωστά σώματα των γενίτσαρων, τα οποία διαχωρίζονται μέσω της, πραγματικά διαβολικής, συλλήψεως ιδέας του σκατόψυχου Niccolo di Bernardo dei Machiavelli περί διακρίσεως των εξουσιών. Σύλληψη που καθολικά εφαρμόστηκε για να μη μπορεί να βρει άκρη το πλήθος των δούλων, στην τυχόν αναζήτηση του υπευθύνου των δεινών του, σε δικαστικό και εκτελεστικό, σώματα που εξυπηρετούν τις ανάγκες και επιθυμίες των αφεντάδων τους, αρκούμενοι σε οικονομικά και άλλα προνόμια/αποφάγια.

Μέσα σε αυτό το θαυμάσιο (sic) περιβάλλον, διάγουν μη ανθόσπαρτο βίο όσοι έχουν αντιληφθεί το στημένο παίγνιο, αλλά είτε από ανείπωτο φόβο, είτε από αδυναμία χαρακτήρα, είτε από συγκυρία, δεν αντιδρούν δυναμικά, περιοριζόμενοι σε αποτύπωση θεωριών, στην κατάδειξη της καταστάσεως και τις αναξιόπιστες συμβουλές στο τι πρέπει να πράξουν ...οι άλλοι, ώστε τα πειραγμένα Παλαμήδια ζάρια να μην φέρνουν μόνιμα εξάρες για τους απανταχού δυνάστες, συνεχίζοντας το "Αεί γαρ ευ πίπτουσι οι του Διός οι κύβοι" και ντόρτια η  ασσόδυο για τους υπολοίπους, στο Σκιραφείο της ζωής.

Ένα μικρό, σχεδόν ανύπαρκτο υποσύνολο του αχανούς όλου της μικρής παραπάνω περιγραφής, αποτελεί η από ημέρες προσπάθεια πωλήσεως εταιρείας ενός, από τους μετρημένους στα δάκτυλα, φίλους μου.

Ο περί ου ο λόγος πωλητής, ας τον ονοματίσουμε κύριο Χ, διευθύνει ως χημικός μηχανικός και κατέχει ως αυτοδημιούργητος - εκ του μηδενός- επιχειρηματίας, μια υγιή βιοτεχνία, η οποία παράγει συγκεκριμένα προϊόντα ευρείας καταναλώσεως, κατέχοντας μάλιστα το 1/3 της Ελληνικής αγοράς. Η ως άνω εταιρεία έχει έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό, μεγάλο και ενεργό πελατολόγιο, απασχολεί 15 άτομα προσωπικό, δεν έχει δανειοδοτηθεί ποτέ στο παρελθόν, δεν έχει εισπράξει ποτέ και καμία κρατική ενίσχυση ή επιδότηση, διαθέτει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις και iso σε όλα τα στάδια του εξοπλισμού, των εγκαταστάσεων και της παραγωγής της.

Εσείς κ. Διευθυντά, έχοντας επισκεφτεί μαζί μου τις εγκαταστάσεις της επιχειρήσεως του Κώστα Θωκταρίδη στο Λαύριο, είμαι σίγουρος ότι καταλάβατε, δια της συγκρίσεως ομοειδών καταστάσεων με τις εγκαταστάσεις και την προαναφερόμενη επιχείρηση του κυρίου Χ, την ποιότητα του όλου, η οποία ποιότητα, όχι μόνο δεν έχει να ζηλέψει κάτι από την προηγμένη βιομηχανικά Ευρώπη, αλλά της υποδεικνύει το πού έπρεπε τούτη ( η Ευρώπη) να έχει φτάσει. Όσοι διαβάσουν τις γραμμές μου αυτές και δεν έχουν την τύχη να γνωρίζουν τους δύο παραπάνω ανθρώπους και τις δουλειές τους, θα προσθέσω, για να έχουν μια εικόνα, ότι πιο γαμάτες, προηγμένες τεχνολογικά, υγιείς οικονομικά και ανθρώπινες εργασιακά επιχειρήσεις, δύσκολα ανακαλύπτει κάποιος.

Ο κύριος Χ λοιπόν, στα 60+ χρόνια του, αρρώστησε αιφνιδίως και βαριά, αλλά κατάφερε να επιβιώσει. Τα παιδιά του έχουν ριζωμένες ζωές εκτός Ελλάδος και τελείως διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα και η συμβία του έχει εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο από τριετίας. Ως εκ τούτων, αναθεώρησε τα σχέδιά του και αποφάσισε εξαναγκαζόμενος, με πόνο ψυχής και σώματος, ότι έφθασε η ώρα να πωλήσει την τέταρτη σε σειρά μεγάλη του αγάπη, δηλαδή την επιχείρησή του.

Συναισθανόμενος την κατάσταση της εύθραυστης υγείας του, γνωρίζοντας την επικρατούσα απατεωνιά στην "αγορά", αλλά και έχοντάς μου μεγάλη εμπιστοσύνη, η οποία έχει σφυρηλατηθεί στα 40 χρόνια γνωριμίας μας, μου ζήτησε να αναμιχθώ ενεργά καθ' όλη την περίοδο των διαπραγματεύσεων. Ομολογώ, κύριε διευθυντά, ότι αρχικά αρνήθηκα και υποστήριξα σθεναρά και με σειρά σοβαρών επιχειρημάτων την θέση μου αυτή. Όταν όμως δακρυσμένος με παρακάλεσε, επικαλούμενος το συναίσθημα και την φιλία μας, υπεχώρησα.

Τα πράγματα στις διαδικασίες, αποδείχτηκαν, παρά τις δικές μου λαθεμένες προβλέψεις, ευκολότατα. Η αντικειμενική αξία των κτιριακών υποδομών ήταν 1.400.000, η αξία του εξοπλισμού 1.000.000. Υπολογίσαμε και μια υπεραξία την οποία ορίσαμε στις 500.000, άρα, το συνολικό ποσό το οποίο ζητούσαμε, ήταν 2.900.000 ευρώ. Μετά, αφού με ευκολία απορρίψαμε όλες τις ηλίθια απατεωνίστικες προτάσεις εξαγοράς που τόσο πρόχειρα μας έγιναν, απέμειναν, όλες και όλες, τρεις.

Η πρώτη, αφορούσε μια Κινεζική εταιρεία ομοειδούς αντικειμένου, η δεύτερη την Γερμανική εταιρεία η οποία ήταν ο κύριος προμηθευτής του πωλητού με πρώτη ύλη επί 30 χρόνια και η τρίτη, τον Έλληνα ανταγωνιστή του, κάτοχο του άλλου 1/3 της Ελληνικής αγοράς, μη εξαγωγό, ο οποίος εκτός του ότι ήθελε να διπλασιάσει το ποσοστό του, επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει πρόσβαση και στις εκτός Ελλάδος αγορές.

Κάλεσα στο γραφείο του φίλου μου ξεχωριστά τους εκπροσώπους των τριών μνηστήρων και παρουσία τρίτων, τους απαίτησα γραπτή δεσμευτική προσφορά εντός διημέρου σε κλειστό φάκελο. Όρισα ότι όλες οι προσφορές θα ανοίγονταν μαζί, σε ημέρα και ώρα που τηλεφωνικά και από κοινού συμφωνήθηκε.

Οι ημέρες της αναμονής πέρασαν σχετικά γρήγορα. Είχαμε, ο κύριος Χ και εγώ, διατυπώσει τις προβλέψεις μας για τον πλειοδοτούντα. Ο φίλος μου ήταν σίγουρος, για μια σειρά πολλών λόγων, για την Γερμανική εταιρεία και εγώ, για κάποιους άλλους, λιγότερους έστω, για την Κινεζική. Ορίσαμε, κατά την προσφιλή από δεκαετίες συνήθειά μας και το κλασσικό στοίχημα, που ήταν, για την δική μου επιτυχή πρόβλεψη (και εφ' όσον δεν τόλμησε να μου προτείνει κάποια χρηματική αμοιβή για την εμπλοκή μου στην διαδικασία), το να πραγματοποιήσει το από ετών ονειρό μου να παρακολουθήσω από θεωρείου την Πρωτοχρονιάτικη συναυλία της φιλαρμονικής ορχήστρας της Βιέννης που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στο Musikverein, και από την πλευρά του να παραδεχτώ επιτέλους και δημόσια, ότι ...ήταν και είναι εξυπνότερος και ομορφότερος από εμένα, ένα στοίχημα το οποίο θεώρησα και δίκαιο και ισοσκελές από πάσης απόψεως...

Η ημέρα της κρίσεως έφθασε και μαζευτήκαμε όλοι, εκείνος, εγώ, γραμματείς, φαρισαίοι, παρατρεχάμενοι, ειδικοί, συμβολαιογράφοι, νομικοί και ο εκπρόσωπος των εργαζομένων στην αίθουσα συσκέψεων του γραφείου του, αναμένοντας τον συρφετό των υποψηφίων.

Πρώτη προσήλθε η πλευρά των Γερμανών, 2-3 λεπτά πριν την προκαθορισμένη ώρα, όλοι συντεταγμένα αγέλαστοι, δυσκολομίλητοι μέσα στα πανάκριβα κοστούμια και τα πανακριβότατα αξεσουάρ τους.

Ακολούθησε η πλευρά των Κινέζων, ακριβώς στην ώρα τους. Τα αποσινοποιημένα τους χαρακτηριστικά, η καθολική δηλαδή δυτικοποίηση της εμφανίσεως τους μας ξένισε όλους, εκτός των Γερμανών οι οποίοι παρέμειναν ατάραχοι. Η ώρα με τις απαραίτητες συστάσεις και τους καφέδες περνούσε και η πλευρά του Έλληνα μνηστήρα δεν έκανε την εμφανισή της. Αφού, στο μισάωρο, οι Γερμανοί κοιτούσαν στρατιωτικό συντονισμό και με φανερή ενόχληση τα Vacheron Constantin ρολόγια τους και οι Κινέζοι είχαν καταναλώσει όλα τα γλυκά τα οποία υπήρχαν πάνω στο μεγάλο τραπέζι, εδόθη από τον κύριο Χ το έναυσμα της διαδικασίας, απόντος του τρίτου μέλους, παρακαλώντας με να ανοίξω τους φακέλους με τις δεσμευτικές προσφορές και τις εγγυητικές των εμπλεκομένων τραπεζών.

Την στιγμή κατά την οποία απελευθέρωνα την έγκλειστη Γερμανική προσφορά από την φυλακή της, κατέφθασε ασυνόδευτος, ο αργοπορημένος κατά 40 ολόκληρα λεπτά  Έλληνας υποψήφιος. Η θορυβώδης παρουσία του, κατάφερε να θρυμματίσει τον πάγο της επικρατούσας επαγγελματικής ευγένειας στην αίθουσα, με τους Κινέζους να του χαμογελούν και τους Γερμανούς να τον κοιτούν με το γνωστό υπεροπτικό τους βλέμμα.

Παρακαλώ Νίκο, είπε μεγαλοφώνως ο φίλος μου, και αμέσως έδωσα στον δικηγόρο της πλευράς του πωλητού να ελέγξει τα τυπικά συνοδευτικά έγγραφα, διαβάζοντας.

700.000 ευρώ σε τρεις δόσεις και απόλυση του 25% των εργαζομένων ως προαπαιτούμενο. Γύρισα να κοιτάξω τον φίλο μου, αλλά αυτός αποφεύγοντας τα διασταλμένα μου μάτια, με σταθερή φωνή, μου είπε.

Την επόμενη, σε παρακαλώ, Νίκο.

Ομολογώ ότι η ψυχραιμία μου με εγκατέλειψε. Τόσο κακή προσφορά; 25% της αντικειμενικής και το 1/4 των εργαζομένων σε άμεση απόλυση, αντίτιμο για μια απολύτως υγιή εταιρεία; Απίστευτο! Αδιανόητο! Ασεβές, έλεγε το μυαλό μου, ενώ τα χέρια μου διέρρηξαν τον δεύτερο Κινεζικό φάκελο.

1.350.000 ευρώ και απομάκρυνση μέσα σε τρεις μήνες με καταβολή των αποζημιώσεων από τον πωλητή, όσων εργαζομένων η ηλικία ξεπερνούσε τα 50 έτη, ανέγνωσα.

Δεύτερη απογοήτευση. Το ποσό πολύ μικρό, για την αντικειμενική έστω αξία, καμία υπεραξία, απολύσεις εργαζομένων.

Στην αίθουσα, Σιβηρία. Οι Κινέζοι χαζοχαμογελούσαν, οι Γερμανοί κοιτούσαν το άπειρο του Καντόρ, ο φίλος μου το εξώτερο κενό, ο εκπρόσωπος των εργαζομένων βυθίστηκε στον κύριο Χ, ο Έλληνας άτμιζε αρειμανίως το ηλεκτρονικό του τσιγάρο παρακολουθώντας συνεχώς τις κινήσεις της ωραίας γραμματέως του φίλου μου και εγώ, μηχανικά και αμήχανα, χωρίς προτροπή, αλλά και δίχως κάποια προσμονή, άνοιξα τον τρίτο και τελευταίο φάκελο.

2.000.000 μετρητά και καμία εργασιακή μεταβολή. Σκέτα - νέτα.

Η κβαντική χρονοκάψουλα επανέφερε την ύπαρξη του κυρίου Χ στον γήϊνο χωροχρόνο.

Γύρισε προς το μέρος του πλειοδότη και απεμπολώντας το προσυμφωνηθέν δικαίωμα του να μην συμφωνήσει με την πλειοδοτούσα τιμή, του είπε αποφασιστικά :

Μάνο, είσαι ο νέος ιδιοκτήτης. Παρακαλώ πέρνα στο γραφείο μου για τα περαιτέρω.

Κύριοι, είπε απευθυνόμενος προς τους υπολοίπους, σας ευχαριστώ για τον χρόνο και τις προσφορές σας. Καληνύχτα.  Νίκο, παρακαλώ πολύ, συνόδευσε τους κυρίους και έλα μέσα.

Απεχώρησε ευθυτενής και αξιοπρεπής, δίχως να τους σφίξει τα χέρια, ακολουθούμενος από τον Έλληνα, ο οποίος του έλεγε καθ΄ οδόν.

Θα αργήσουμε; Να προλάβουμε και την μπάλλα...

Χρειαζόμουν επειγόντως και  απεγνωσμένα ένα αληθινό τσιγάρο. Η γραμματέας του κυρίου Χ είδε ότι εμφάνισα την ταμπακέρα μου και γνωρίζοντας από χρόνια την κάκιστη συνήθεια και τον εθισμό μου, άνοιξε διάπλατα όλα τα παράθυρα του γραφείου συσκέψεων, χωρίς αυτή την φορά να μου δείξει την έντονη αποδοκιμασία της.

Το Κορωπιώτικο βραδινό κρύο βρήκε την ευκαιρία του και κατέλαβε ακαριαία τον  χώρο. Οι Κινέζοι, εμπρός στην μόλυνση του καπνού και την βίαιη αλλαγή της θερμοκρασίας, βρήκαν ευκαιρία και απεχώρησαν ευγενικά, χωρίς να χαθεί το μόνιμο χαμόγελο, που είναι, ζωγραφισμένο λες, στο πρόσωπο τους. Οι Γερμανοί... άναψαν τσιγάρο. Επί πέντε λεπτά καπνίζαμε αμίλητοι, απολαμβάνοντας αυτό που μελλοντικά θα μας σκοτώσει, ώσπου, δεν άντεξα.

25% προσφορά και 25% απολύσεις; Αντίτιμο για αυτή την εταιρεία; Μα ποιος έκανε την αξιολόγηση; είπα στον κρύο αέρα, μη απευθυνόμενος σε κανέναν τους συγκεκριμένα.

Δεν πρόκειται περί αποτυπώσεως μιας αξιολογήσεως κύριε, μου απήντησε ο ένας καθαρόαιμος Βαυαρός Μπαγιουβάριο.

Αλλά; Περί τίνος πρόκειται αγαπητέ μου; επέμεινα εγώ, απτόητος.

Παρακαλώ κλείστε την κάμερα, μου είπε κοιτώντας με βαθιά στα μάτια.

Έτρεξα και απενεργοποίησα την HQ η οποία κατέγραφε φανερά τα τεκταινόμενα.

Πρόκειται περί non-paper οδηγία του 2005 από το Landtag, που έχει σταλεί μέσω των οικείων τραπεζών σ΄ όλες τις Γερμανικές επιχειρήσεις.

Και ισχύει για όλες τις περιπτώσεις; ρώτησα ανόητα.

Γενικώς ναι, μου απήντησε. Για ειδικές περιπτώσεις που θα επιμείνουν οι αξιολογητές σε διαφορετικό ποσοστό, και μόνον για λόγους προστασίας του Δημόσιου Βαυαρικού συμφέροντος, γίνεται πλήρης έκθεση αντίθεσης, η οποία υποβάλλεται στην οιονεί Γερουσία, η οποία κρίνει και επιτρέπει κατ΄ εξαίρεσιν.

Η οδηγία, φαντάζομαι, είναι συμβουλευτική για τις επιχειρήσεις, ψέλλισα.

Όχι βέβαια, απάντησαν με μια φωνή και οι τρεις. Εκτός του ότι αποτελεί "βίβλο" για όλους τους επιχειρηματίες, εάν κάποιος την αγνοήσει θα λάβει ως απάντηση την διακοπή της χρηματοδοτήσεώς του από την κεντρική τράπεζα και έναν ενδελεχή έλεγχο από τις οικονομικές μας υπηρεσίες, μου εξήγησε ο ένας από δαύτους.

Άναψα απανωτά το δεύτερο τσιγάρο, χρησιμοποιώντας την καύτρα από το πρώτο.

Είχα καταλάβει πού θέλουν να μας φτάσουν, ως χώρα, οι Γερμανοί. Στο 25%.

Ο παράξενος και διαστροφικός αναγνώστης σας.