Κείμενο, φωτογραφίες, βίντεο : Ιωσήφ Παπαδόπουλος
"Δεν σου συνιστώ να κάνεις Χριστούγεννα σε νησί. Καλύτερα να πας σε κάποιο ορεινό χωριό της ηπειρωτικής Ελλάδας", μου είπε ένας φίλος, όταν τον ενημέρωσα ότι σκοπεύω να περάσω τις ημέρες των Χριστουγέννων στη Χίο. Δεν είχε βέβαια εντελώς άδικο. Έχουμε, άλλωστε, περάσει παλαιότερα τις ημέρες αυτές στα χιονισμένα βουνά της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Πελοπονήσου και θα μας μείνουν αξέχαστες. Όμως, είχαμε πολύ καλούς φίλους στη Χίο, οι οποίοι θα μας ταξίδευαν με τις φωνές τους "στου Καββαδία τ' ανοιχτά" http://www.ribandsea.com/waves/864--q-q.html , οι εντυπώσεις μας από το νησί αυτό στο παρελθόν υπήρξαν πολύ θετικές, είχαμε δε και κάποια υπόλοιπα δωρεάν ειστήρια από την "Blue Star", οπότε η ζυγαριά έγειρε προς την πλευρά του βορειοανατολικού Αιγαίου.
Το "Blue Star Patmos", πάντως, μας εξέπληξε ευχάριστα. Εκπληκτικό πράγματι καράβι για τα δεδομένα της ελληνικής ακτοπλοίας. Έχει κανείς την εντύπωση ότι ταξιδεύει με πολυτελές κρουαζιερόπλοιο και όχι με ένα συνηθισμένο πλοίο που εξυπηρετεί την γραμμή της Χίου και της Λέσβου. Εννέα το βράδυ αποπλεύσαμε από τον Πειραιά, λίγο πριν τις πέντε τα ξημερώματα οι κάβοι έδεσαν στις μπίντες του λιμανιού της Χίου. Πάρκαρα το camper στον ελεύθερο χώρο δίπλα στο Λιμεναρχείο, άναψα την Webasto και συμπληρώσαμε, μέχρι τις οκτώ, τις λίγες ώρες ύπνου που μας έλειπαν, εκμεταλλευόμενοι τις... ξενοδοχειακές ευκολίες του camper.
Το νησί δεν θύμιζε σε τίποτε Χριστούγεννα. Ο σύγχρονος οικονομικός Αρμαγεδώνας, σε συνδυασμό με την κατήφεια του κόσμου και την έλλειψη ενδιαφέροντος και ελπίδας για το αύριο, φαίνεται πως έκανε και στη Χίο το "θαύμα" του. Μόνο το Αργέντικο ήταν ντυμένο στα κιτς γιορτινά του, με τα αυτοκίνητα να μποτιλιάρονται στο στενό δρομάκι και τις οικογένειες να σπεύδουν για να δώσουν λίγη κονσερβοποιημένη Χριστουγεννιάτικη "αμερικανιά" στα πιτσιρίκια. Είχα σχηματίσει άλλη εικόνα, για τον εξαιρετικό αυτό χώρο, και το πανηγύρι του εισαγόμενου Άη Βασίλη με χάλασε...
Αφού δώσαμε το παρόν στους καλούς μας φίλους, τον Γιώργο και τη Μαρία, πήραμε τον δρόμο προς τα χωριά της κεντρικής και βορειοδυτικής Χίου. Ο καιρός, ευτυχώς, δεν ήταν σε αντιστοιχία με το ημερολόγιο και αυτό διευκόλυνε την περιπλάνησή μας. Ο Γιώργος, αλλά και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, μας είχαν προϊδεάσει για την μεγάλη φωτιά που είχε το περασμένο καλοκαίρι καταστρέψει ολόκληρη σχεδόν τη Χίο. Αυτό που διαπίστωσα, πάντως, δεν ήταν τόσο το μέγεθος της καμμένης έκτασης, όσο μια ανεξήγητη "επιλογή" της φωτιάς στα μαστιχόδενδρα! Ένα δένδρο, μοναδικό στο είδος του σε ολόκληρο τον πλανήτη, που, κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, μόνο στη Χίο ευδοκιμεί.
Θυμόμουν εκείνη την σύντομη επίσκεψή μας στη Χίο, με το φουσκωτό σκάφος του Μπάμπη Κωνσταντάτου, και έβλεπα τώρα τη μεγάλη διαφορά και την ευχέρεια που δίνει στις κινήσεις ένα αυτοκινούμενο τροχόσπιτο. Τότε περιπλανιόμασταν στο νησί με ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο και επιστρέφαμε το βράδυ στο λιμανάκι της Αγίας Ερμιόνης για να διανυκτερεύσουμε στο σκάφος.Τώρα τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά. Μέσο μεταφοράς, ξενοδοχείο και εστιατόριο, τρία σε ένα! Μας άρεσε λοιπόν για διανυκτέρευση η παραλία στο Λιθί; Εκεί διανυκτερεύαμε! Θέλαμε να γευματίσουμε στην Αγία Μαρκέλλα; Κανένα πρόβλημα! Έως ότου εξερευνήσω το παραθαλάσσιο μονοπάτι μέχρι τον τόπο μαρτυρίου της Αγίας, η καπετάνισσα ετοίμαζε το ζυμάρι και τα υλικά για τις τυρόπιτες. Με θλίψη όμως αναρωτιέμαι, μέχρι πότε άραγε θα έχουμε την δυνατότητα να απολαμβάνουμε αυτόν τον τρόπο ζωής; Τα οικονομικά μέτρα που καθημερινώς γεννάει το αρρωστημένο μυαλό της κυβερνητικής τρόϊκας δεν θα μας επιτρέψουν, πιστεύω, να πάμε μακριά. Ήδη κάποιοι καταθέτουν πινακίδες, για να γλυτώσουν τα απίστευτα τέλη κυκλοφορίας και το τεκμήριο, ενώ τα πωλητήρια δίνουν και παίρνουν. Το πρόβλημα είναι ότι εξαφανίστηκαν οι αγοραστές. Επόμενο ήταν...
Σκαρφαλώνοντας στις παρυφές του Αίπου σταματήσαμε σε κάποια καμπή του δρόμου και αφήσαμε το βλέμμα μας να πετάξει πάνω απ’ την πόλη της Χίου και το λιμάνι της. Η ατμόσφαιρα ήταν μάλλον απαγορευτική για φωτογραφίες και βίντεο, το επιχείρησα όμως, καθώς δεν είχα εναλλακτική λύση. Αριστερά μας τα λιμανάκια της Λαγκάδας και του Παντουκιού, ξεπρόβαλαν κι’ αυτά δειλά μέσα απ’ τη χαμηλή νέφωση. Ο προάγγελος μιας βροχής που ερχόταν ήταν εμφανής. Το νοιώσαμε στην ατμόσφαιρα και στη μυρωδιά που ανέδυε το χώμα. Ευτυχώς τα φαινόμενα δεν είχαν συνέχεια και τα σύννεφα γρήγορα υπέκυψαν στις προσταγές του ανέμου.
Ο δρόμος στο οροπέδιο του Αίπου είναι απολαυστικός και έχει μια "περίεργη περιεργότητα", όπως συνηθίζει να λέει ένας φίλος, καθώς ανάμεσα στις πέτρες του βουνού πετάγονται «τούφες» πράσινου, η κάθε μια απ’ τις οποίες έχει το δικό της όνομα, τον δικό της «χορηγό» και «προστάτη», χαραγμένο πάνω στις ταμπέλλες και τα συρματοπλέγματα που οριοθετούν τις πράσινες αυτές οάσεις. Δεν παρακάμψαμε πουθενά, αγνοώντας τις πινακίδες οι οποίες σαν άλλες «σειρήνες» μας παρέπεμπαν στον Ανάβατο, το Αυγώνυμα, τις Καρυές ή τη Σιδηρούντα. Αν δεν ακολουθούσαμε με ευλάβεια κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα και διαδρομή, ήταν αμφίβολο αν θα καταφέρναμε να δούμε αυτά που μας ενδιέφεραν. Έξι μέρες θα μέναμε άλλωστε συνολικά στο νησί. Πέντε, δηλαδή, αφού την ημέρα των Χριστουγέννων θα την περνούσαμε καλεσμένοι στο σπίτι του Μισετζή.
Σκαρφαλωμένη πολιτεία η Βολισσός, στις παρυφές του καλοδιατηρημένου Βυζαντινού κάστρου, και στο βάθος το ομώνυμο λιμάνι και το γαλάζιο της θάλασσας. Σύμφωνα με όσα έχει γράψει ο Θουκυδίδης, η Βολισσός υπήρξε Αιολική πόλη και είχε τη φήμη της γενέτειρας του Ομήρου. Το Βυζαντινό κάστρο είχε σχήμα τραπεζίου και διέθετε έξι κυκλικούς πύργους. Κτίρια, δεξαμενές και εκκλησίες ήταν διάσπαρτες στο εσωτερικό του, ενώ ένα υπόγειο πέρασμα οδηγούσε στη θάλασσα και την περιοχή του Πυθώνα.
Η Βολισσός είναι το μεγαλύτερο χωριό της βορειοδυτικής Χίου και πρωτεύουσα του Δήμου Αμανής, που οφείλει το όνομά του στο ομώνυμο βουνό που δεσπόζει στην περιοχή. Στα πόδια του οικισμού βρίσκεται το λιμάνι των Λιμνιών, από όπου φεύγει το πλοίο που συνδέει τη Χίο με τα Ψαρρά. Αρκετοί ανεμόμυλοι και ερειπωμένοι νερόμυλοι υφαίνουν και συμπληρώνουν τον καμβά του τοπίου, ενώ οι Βυζαντινές εκκλησίες είναι διάσπαρτες σ’ ολόκληρο τον οικισμό. Στα τοπικά πανηγύρια, του Χριστού και της Παναγίας, οι επισκέπτες μπορούν να γίνουν κοινωνοί των τοπικών παραδόσεων, του χορού και της μουσικής.
Δεν αργήσαμε να κατηφορίσουμε στην παραλία της Αγίας Μαρκέλλας, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο μοναστήρι. Εγώ, με το βίτσιο του ρεπόρτερ να με κατατρέχει συνεχώς, φορτώθηκα τις κάμερες και επέλεξα να περπατήσω μέχρι το σημείο του μαρτυρίου της Αγίας, όπου λέγεται ότι αναβλύζει αγίασμα απ’ τη θάλασσα. Δεν ήταν εύκολο. Το μονοπάτι ακολουθεί το τελείωμα του γκρεμού, εκεί ακριβώς που σκάει το κύμα, με αποτέλεσμα σε πολλά σημεία να είναι ιδιαίτερα ολισθηρό και επικίνδυνο, με κομμάτια βράχων να ξεκολλούν απ' το βουνό και να πέφτουν στη θάλασσα.
Στις 22 Ιουλίου πολύς κόσμος συγκεντρώνεται εδώ για να τιμήσει την γιορτή της Αγίας Μαρκέλλας, η οποία λέγεται ότι κυνηγήθηκε και αποκεφαλίστηκε από τον ίδιο τον ειδωλολάτρη πατέρα της, επειδή επέλεξε να γίνει Χριστιανή. Το κεφάλι της επέπλεε στη θάλασσα, μέχρις ότου οι ναυτικοί ενός παραπλέοντος πλοίου το περισυνέλλεξαν και το μετέφεραν στην Ιταλία. Ευφάνταστες δοξασίες και ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών, στο οποίο επιδίδεται κατά καιρούς το ιερατείο, για να κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον των αφελών και γεμάτα τα παγκάρια των εκλησιών. Στα παρακείμενα κελλιά ο επισκέπτης έχει πάντως τη δυνατότητα να διανυκτερεύσει προσωρινά.
Μία από τις επιλογές μας ήταν και το «αμυντικό» χωριό του Ανάβατου. Ο «Μυστράς του Αιγαίου», όπως είναι περισσότερο γνωστός. Το χρώμα της πέτρας των ερειπωμένων σπιτιών του οικισμού είναι ένα και το αυτό με το πέτρωμα και το χρώμα του βουνού. Τόσο που, ακόμη και όταν πλησιάσει κανείς σε απόσταση «βολής», με δυσκολία ξεχωρίζει πού αρχίζει το βουνό και πού τελειώνουν οι τοίχοι! Η τοποθεσία είναι τόσο προσεκτικά επιλεγμένη, ώστε η «ανάβαση» στο χωριό να είναι σχεδόν αδύνατη, αφού υπάρχει μία και μόνο πρόσβαση απ’ το βορρά, με τις άλλες (προσβάσεις) να είναι απαγορευτικές λόγω του απόκρημνου εδάφους. Σ’ αυτό, προφανώς, οφείλεται και το όνομά του.
Ο Ανάβατος δεν φαίνεται να είχε Γενοβέζικες επιρροές, όσο τουλάχιστον αφορά την αρχιτεκτονική των σπιτιών του. Ο οικισμός δεν διαθέτει άλλωστε κεντρικό πύργο (Γενοβέζικη τακτική) όπως τα άλλα Μεσαιωνικά χωριά της νότιας Χίου. Τα σπίτια ήταν στενά και χτισμένα από γκρι πέτρα, ενώ διέθεταν ξύλινες επίπεδες σκεπές, χαμηλές πόρτες, μικρά κυρτά παράθυρα και ξύλινα μπαλκόνια. Το χωριό εγκαταλείφθηκε μετά τις σφαγές του 1822, ενώ σήμερα διατηρούνται ελάχιστα σπίτια, αλλά και το τριώροφο κτίριο το οποίο στέγαζε το ελαιοτριβείο, το σχολείο και την εκκλησία του Ταξιάρχη και της Παναγίας. Οι εργασίες συντήρησης φαίνεται πάντως πως έχουν "κολλήσει", αναπόφευκτη συνέπεια της χειμερίας νάρκης στην οποία, εδώ και τρία χρόνια, βρίσκεται η χώρα.
Την τελευταία φορά που είχα περάσει από εδώ ήταν σε εξέλιξη κάποιες εργασίες αναστήλωσης και ανάδειξης του οικισμού σε ένα αξιοπρεπές τουριστικό αξιοθέατο, ενώ η προσπάθεια που κάναμε για να εισχωρήσουμε στα ενδότερα απέβη άκαρπη, εξ αιτίας των σκαλωσιών και των απαγορευτικών πινακίδων. Οι εργασίες συντήρησης φαίνεται πάντως πως έχουν "κολλήσει", αναπόφευκτη συνέπεια της χειμερίας νάρκης στην οποία, εδώ και τρία χρόνια, βρίσκεται η χώρα. Περιοριστήκαμε έτσι στη φωτογράφιση, όσων μπορούσαν να φωτογραφηθούν, και κατηφορίσαμε προς το Αυγώνυμα.
Τα σπίτια, τόσο στο Πυργί και στα Μεστά, όσο και στο χωριό Ολύμποι, είναι τόσο κοντά κτισμένα το ένα στο άλλο, ώστε δίνουν την εντύπωση πως πρόκειται για ενιαίο σύνολο! Στενά πλακόστρωτα σοκάκια, αψιδωτά περάσματα και εξωτερικοί τοίχοι, με γειτονικά παραπέτα και γωνιακούς πυργίσκους, και μία μόνο πόρτα. Οι συνεχόμενοι τοίχοι των σπιτιών, ακριβώς επειδή δεν έχουν πόρτες και παράθυρα, δίνουν την εντύπωση ότι πρόκειται για κάστρο. Στις γωνίες μάλιστα των οικισμών υπήρχαν πύργοι, ενώ οι κάτοικοι είχαν τη δυνατότητα να μπουν και να βγουν απ’ το χωριό μέσω μιας πόρτας η οποία βρίσκεται σήμερα στην τοποθεσία Κάτω Πόρτα. Μοναδικές στο χωριό Πυργί οι ξυστές μαυρόασπρες προσόψεις των σπιτιών του με γεωμετρικά σχήματα, επιρροή καθαρά Γενοβέζικη.
Όταν φθάσαμε στα Μαύρα Βόλια, ο ουρανός είχε αρχίσει να παίρνει το χρώμα των βότσαλων της παραλίας. Μόλις και μετά βίας κατάφερα να τραβήξω μερικά πλάνα προτού καταφύγουμε στο camper για να γλυτώσουμε απ' τη βροχή. Και μετά ο Εμπορειός, και την άλλη μέρα περπάτημα στο Βροντάδο και τους χαρακτηριστικούς τέσσερις ανεμόμυλους και στα σκοκάκια της παλιάς πόλης της Χίου, μέσα στο κάστρο.
Αυτό που θέλω να τονίσω με έμφαση - το έχω επαναλάβει άλλωστε πολλές φορές στο παρελθόν - είναι η ευχέρεια που έχει ο ιδιοκτήτης ενός αυτοκινούμενου τροχόσπιτου να παρκάρει, κυριολεκτικώς, όπου θέλει και να διανυκτερεύσει. Σε αρκετά σημεία μάλιστα των οδικών διαδρομών υπάρχουν πηγές με πεντακάθαρο πόσιμο νερό. Αυτά ισχύουν βεβαίως στα νησιά, γιατί στην ηπειρωτική χώρα, τα πράγματα είναι, συνήθως λίγο, διαφορετικά.
Την ημέρα των Χριστουγέννων ο Γιώργος και η Μαρία είχαν ετοιμάσει ένα απίστευτο γιορτινό τραπέζι με την βοήθεια των πεθερικών τους και, ιδίως, του κυρίου Μισετζή, ο οποίος είχε αναλάβει το ψήσιμο στον ξυλόφουρνο. Ό,τι περίσσεψε το βάλαμε την άλλη μέρα στο camper και, αφού περπατήσαμε πρώτα σε ένα απίστευτο μονοπάτι με εσπεριδοειδή, πλατάνια και τρεχούμενα νερά, το τιμήσαμε δεόντως καθισμένοι στην παραλία των Καμπιών, κάτω από έναν ανοιξιάτικο ουρανό και μια θάλασσα που μάλλωνε με τον ορίζοντα...