Περιπλανήθηκε και μοιράζεται μαζί σας τις εντυπώσεις του ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Πρώτα φεύγει η ψυχή και μετά το χούϊ, έλεγε συχνά ο μακαρίτης ο πατέρας μου. Και ένα από τα δικά μου χούγια είναι ότι δεν μπορώ να κλείσω μάτι την παραμονή μιας εκδρομής. Είναι τόσο έντονη η επιθυμία μου να αποδράσω και να ξεφύγω απ’ το θανατηφόρο αγκάλιασμα της καθημερινής ρουτίνας στην τσιμεντούπολη, και ζω με τόση ένταση την προετοιμασία της εκδρομής, ώστε ακόμη και ο Μορφέας σηκώνει ψηλά τα χέρια και φεύγει...
..."Τα έβαλα μωρέ τα πασαλάκια μέσα στον σάκκο της σκηνής"; αναρωτήθηκα κάποια στιγμή, ενώ παρακολουθούσα την κυρία Άννα, την σύντροφό μου, να ετοιμάζει το μπιμπερό που θα έπαιρνε μαζί της για την μικρή. "Έλα βρε γυναίκα, επέμεινα, πες μου, τα πήρα τα πασαλάκια της σκηνής"; "Τι έπαθες Ιωσήφ και με σπρώχνεις βραδυάτικα; Tρελλάθηκες; Και γιατί παραμιλάς; Τι πασαλάκια τσαμπουνάς"; φώναξε η καπετάνισσα...
Αμάν! Φαίνεται πως με είχε πάρει ο ύπνος κοντά στα ξημερώματα και ονειρευόμουνα σκηνές, πασαλάκια και μπιμπερό! Εκεί ήμουν ακόμη! Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, τότε που φεύγαμε απόγευμα Παρασκευής απ’ τη δουλειά για να φορτώσουμε άρον άρον Σάββατο πρωί τα συμπράγκαλα του camping και τη μικρή μας κόρη στο σαραβαλάκι και να πάρουμε τον δρόμο προς κάποια από τις ερημικές (τότε) ακτές της ανατολικής Ευβοίας, της Στερεάς ή της Πελοπονήσου. Πόσο μικρό μου φαινόταν το πορτ μπαγκάζ εκείνου του Seat! Πού να χωρέσουν όλα εκείνα τα πράγματα του ύπνου, του μπάρμπεκιου, του μωρού, του ψαρέματος και δεν συμμαζεύεται...
Ήταν όμορφες πάντως εκείνες οι εξορμήσεις και, κυρίως, ασφαλείς. Κι’ ας έπρεπε να γίνουμε χαμάληδες για να απολαύσουμε μια νύχτα κάτω απ’ τ’ άστρα! Κι’ ας έπρεπε να οδηγήσω μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα στους απίστευτους επαρχιακούς δρόμους εκείνης της εποχής, για να φτάσουμε Σάββατο πρωί στην ερημική Χειλιαδού ή την Αχλαδερή και να επιστρέψουμε Κυριακή βράδυ στο μαγγανοπήγαδο...
Αυτά σκεφτόμουν, καθώς έβγαζα το 220 απ’ την πρίζα του camper και φόρτωνα το ψυγείο με παγάκια, μπύρες, εκείνο το απίστευτο Αρμένικο σουτζούκι, τα αυγά και το πολύσπορο καρβέλι, και χίλια δυο άλλα μπιχλιμπίδια για το εξαήμερο ταξίδι που είχαμε σκοπό να κάνουμε εγώ, η καπετάνισσα και ο γερο “chief”, χαρτογραφώντας στα γρήγορα και με συνοπτικές διαδικασίες τις νότιες ακτές της Πελοπονήσου. Με την μετεωρολογία υπήρχε μόνο κάποιο θέμα. Ήταν 22 του Δεκέμβρη, παραμονές Χριστουγέννων, αλλά ο καιρός θύμιζε περισσότερο... Πάσχα! Τον τρελλάναμε τον ήλιο και αποφάσισε να μας τρελλάνει κι’ αυτός! Δίπλα μας οι Ιταλοί και Ισπανοί πνίγονται απ’ τις καταρρακτώδεις βροχές και τις χιονοστιβάδες, κι’ εμείς εδώ βάζουμε αντηλιακό και κολυμπάμε στη θάλασσα! Και τι θα δούμε ακόμη στο μέλλον, με την αναισθησία μας να κόβουμε το κλαδί πάνω στο οποίο πατάμε...
Καταφέραμε λοιπόν, μετά από τρεις δεκαετίες ελεύθερου camping μέσα σε σκηνές, ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα και φουσκωτά σκάφη, να αποκτήσουμε τον απαγορευμένο καρπό των ευσεβών μας πόθων. Ένα camper με σοφίτα, δίπορτο ψυγείο, φούρνο, τηλεόραση, ηχητικό συγκρότημα, ζεστό νερό, θέρμανση, μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους. Αν μας δινόταν η ευκαιρία (λέμε τώρα) να επιστρέψουμε και πάλι στη δεύτερη ή τρίτη δεκαετία της ζωής μας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα νοσταλγούσαμε την igloo και τον υπνόσακκο. Στα τέλη όμως της πέμπτης δεκαετίας, εγώ και η καπετάνισσα σκεφτόμαστε πως και λίγη "χλιδή" δεν βλάπτει!
Είχαμε αρχικώς τη σκέψη να περάσουμε τις μέρες, πριν και μετά τα Χριστούγεννα, στα χωριά και τα αξιοθέατα της ορεινής Αρκαδίας. Και θα απαριθμήσω, ενδεικτικώς, μερικά μόνο από αυτά. Δημητσάνα, Στεμνίτσα, Βυτίνα, Ζάτουνα, μονή Φιλοσόφου. Γωνιές γνωστές, αγαπημένες, όπου έχουμε περάσει στο παρελθόν αξέχαστες μέρες και νύκτες. Για κάποιο ανεξήγητο όμως λόγο επιλέξαμε, τελικώς, να κατηφορίσουμε μέχρι τις νότιες ακτές της Πελοπονήσου, και να επιστρέψουμε νοερώς στις ελεύθερες κατασκηνώσεις των δεκαετιών του ’70 και του ’80.
Καθυστερήσαμε το βράδυ της Τρίτης 22 Δεκεμβρίου να «λύσουμε κάβους» (φαίνεται πως δεν θα απαλλαγώ ποτέ απ’ τη θαλασσινή φρασεολογία) γιατί έπρεπε να κάνουμε baby sitting στην γλυκειά Άννα Μαρία. Επειδή όμως, όπως λέει η καπετάνισσα, έχω στο αίμα μου τον... αδελφοδιώκτη, πήγαμε στο σπίτι της μικρής με το camper, ώστε να φύγουμε απ’ ευθείας όταν θα επέστρεφαν οι γονείς της. Δεν ξέρω τι έχω πάθει. Ο ύπνος στη σοφίτα του αυτοκινούμενου, έστω και στο parking του βενζινάδικου της διπλανής συνοικίας, με κάνει να έχω την ψευδαίσθηση πως έφυγα, πως είμαι στην εξοχή, πως το ταξίδι ξεκίνησε!
Φύγαμε λοιπόν μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα από τη Βάρκιζα και μία ώρα περίπου αργότερα πάρκαρα το camper στο πρατήριο καυσίμων της Αττικής Οδού, στον Ασπρόπυργο, αφού πρώτα φουλάρισα το ρεζερβουάρ για να μην καθυστερούμε το πρωί. Δύο μόνο κινήσεις μας χώριζαν πλέον απ’ το διπλό κρεββάτι και τα σκεπάσματα της σοφίτας. Οι συσκοτίσεις στα παράθυρα και η τοποθέτηση της σκάλας που οδηγεί στον... επάνω όροφο. Ούτε στήσιμο σκηνής, ούτε πασαλάκια για να μην μας πάρει ο αέρας και μας σηκώσει, ούτε φούσκωμα του στρώματος! Μεταξύ μας πάντως, αν υπήρχε η δυνατότητα να επιστρέψω στην ηλικία των τριάντα, θα τα έκανα και πάλι όλα αυτά, ευχαρίστως!
Το άλλο πρωί αποφασίσαμε να παρακάμψουμε τα διόδια της Ελευσίνας και να ακολουθήσουμε τον παλιό δρόμο. Τρεις ήταν κυρίως οι λόγοι που μας οδήγησαν σ’ εκείνη την επιλογή. Η γραφικότητα της διαδρομής, το γεγονός ότι δεν μας κυνηγούσε ο χρόνος και, το κυριότερο, τα επτά ευρώ που χρεώνει ο ιδιωτικός επιβήτορας - φορέας διαχείρισης της εθνικής οδού για την διαδρομή Ελευσίνα - Κόρινθος. Κάτι μ’ έχει πιάσει τελευταία και μου κακοφαίνεται όταν πληρώνω διόδια. Ιδίως όταν πρόκειται για... επαρχιακό δρόμο, όπως είναι ας πούμε το τμήμα της διαδρομής που χωρίζει την Κόρινθο απ’ την Πάτρα. Μπορεί να ακούγεται, και να είναι, κουτό, αλλά προτιμώ χίλιες φορές να τα πληρώσω σε καύσιμα ή να αγοράσω στραγάλια, αντί να τα δώσω του Μπόμπολα και του κάθε Μπόμπολα...
Η παράκαμψη εκείνη είχε βεβαίως και τα τυχερά της. Σύντομη στάση στο Νεράκι, δύο κιλά μεγάλα μύδια στο ψυγείο του camper, με το σάλιο να «κόβεται» στην ιδέα και μόνο της γαστριμαργικής απόλαυσης που θα ακολουθούσε. Όταν μάλιστα κάθισα αργότερα και έκανα κάποιους «μπακάλικους» υπολογισμούς, διαπίστωσα πως με τα επτά ευρώ που θα πληρώναμε στα διόδια της Ελευσίνας, αγοράσαμε τα μύδια και ένα κιβώτιο από εκείνες τις εύγευστες μικρές γερμανικές μπύρες του Lidl. Καθόλου άσχημα! Να γιατί εξοργιζόμουν όταν άκουγα ότι θα επανέλθουν τα τεκμήρια διαβίωσης για τους κατόχους campers! Ευτυχώς πέσαμε στα μαλακά...
Μπήκαμε στον δρόμο που οδηγεί προς την Τρίπολη, με σκοπό να παρακάμψουμε τον σταθμό διοδίων του Αρτεμησίου στο ύψος του κόμβου της Στέρνας. Αμ δε! Τα σαίνια που διαχειρίζονται πλέον τις τύχες των εθνικών (και μη) οδών της χώρας, έχοντας διαπιστώσει ότι η παράκαμψη της Στέρνας τους στερούσε σημαντικά χρηματικά ποσά, δημιούργησαν καινούργια γκισέ στο ύψος του Σπαθοβουνίου και άφησαν ελεύθερη τη διέλευση των αυτοκινήτων στα υπάρχοντα γκισέ του Αρτεμησίου! Επτά ευρώ και είκοσι λεπτά λοιπόν ήρθε ο λογαριασμός για μας, και λίγο έλειψε ν’ αρχίσω κι’ εδώ την επανάσταση. Σκέφτηκα όμως ότι θα χάλαγα το όνειρο των Χριστουγέννων και το κατάπια, προσωρινώς. Σήμερα, δεν πληρώνω πια διόδια πουθενά...
Αυτό που θα πρέπει βεβαίως να πω εδώ είναι ότι τον δρόμο της Τρίπολης διαχειρίζεται η ίδια εταιρεία που διαχειρίζεται και τα διόδια της «Αττικής Οδού», οπότε αν έχετε φροντίσει να εφοδιαστείτε με το ειδικό ηλεκτρονικό πάσσο, θα χρεωθείτε σαν να έχετε ένα απλό ι.χ. αυτοκίνητο και όχι ένα camper! Γιατί το κάνουν τώρα αυτό; Ουδείς γνωρίζει. Γιατί δηλαδή μπορώ να περνάω τα ίδια διόδια με άλλη τιμή όταν δεν έχω πάσσο, και με άλλη όταν έχω, αυτό αδυνατώ να το καταλάβω! Φαντασθείτε ότι άλλη εταιρεία διαχειρίζεται τους δρόμους προς νότον, άλλη προς βορράν. Ίσως μάλιστα στο μέλλον να υπάρξει και τρίτη εταιρεία, η οποία θα διαχειρίζεται την Εγνατία Οδό και τα διόδιά της, που κι’ αυτά καταφθάνουν οσονούπω. Οπότε, αν προμηθευτούμε ένα πάσσο για κάθε μία από αυτές τις εταιρείες, συνηγορούντων και των αυτοκόλλητων τελών κυκλοφορίας και της ασφάλειας, δεν θα μείνει ελεύθερος χώρος στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου για να βλέπουμε πού πάμε! Άβυσσος η ψυχή των διοικούντων αυτές τις εταιρείες, αλλά και των αρμοδίων υπουργών και παρατρεχάμενων, οι οποίοι τους παραχώρησαν αυτά τα απίστευτα δικαιώματα για την είσπραξη σύγχρονων κεφαλικών φόρων χωρίς ουσιαστικά ανταποδοτικά ωφέλη για τους πολίτες...
Περάσαμε έξω απ’ την Τρίπολη και κάναμε μια μικρή στάση στην Κάτω Ασέα. Σας συνιστώ ανεπιφύλακτα το κατάστημα με την επωνυμία «Μαντινεία», το οποίο είναι πάνω στο δρόμο, απέναντι ακριβώς απ’ το γήπεδο του χωριού. Εάν θέλετε να αγοράσετε χωριάτικες χυλοπίττες, αυγά, γιαούρτι, τυρί, σκόρδα, μπαχαρικά και ό,τι άλλο ζητήσει η ψυχή σας, και δεν προνοήσατε να τα πάρετε μαζί σας προτού ξεκινήσετε, ίσως δεν υπάρχει πιο κατάλληλο μέρος να σταματήσετε.
Από εκεί και ύστερα δεν σταματήσαμε πουθενά μέχρι να φθάσουμε στη Μεσσήνη. Λίγο η διαδρομή, λίγο η καλή διάθεση, λίγο ο ανοιξιάτικος καιρός, δεν άργησε να παραπονεθεί το...στομάχι μας! Κατηφορίσαμε προς την παραλία της Μεσσήνης και πάρκαρα το camper εκεί που εκβάλλει στη θάλασσα ο ποταμός Πάμισος. Η τοποθεσία αυτή της Μεσσήνης ονομάζεται Μπούκα, και κατά μήκος της παραλίας μέχρι τις εκβολές του ποταμού, υπάρχουν πολλές καφετέριες και εστιατόρια. Μόνο που εκείνη την εποχή του χρόνου δεν λειτουργούσε τίποτε. Δίπλα μας μια πετρόκτιστη βρύση (καλό αυτό), σαπουνάδες (κακό αυτό) και αρκετά σκουπίδια (πολύ κακό αυτό).
Έβαλα την τοποθεσία στα υπ’ όψιν, αλλά γρήγορα την έβγαλα, καθώς λίγο αργότερα έμαθα πως στην περιοχή λειτουργούσε παλαιότερα ένα κοινοτικό camping, αλλά οι συνεχείς και ανελέητες κλοπές από τις νομαδικές φυλές που λεηλατούν την περιοχή, έτρεψαν τους τουρίστες σε άτακτη φυγή και το camping σταμάτησε να λειτουργεί. Κρίμα, γιατί η τοποθεσία είναι ειδυλλιακή, υπάρχει τρεχούμενο νερό, και η τεράστια παραλία, που εκτείνεται σε μήκος κάποιων χιλιομέτρων, είναι εξαιρετική.
Αποφασίσαμε λοιπόν να διανυκτερεύσουμε κάπου αλλού. Έπρεπε όμως πρώτα να καθησυχάσουμε το διαμαρτυρόμενο στομάχι μας. Οδήγησα το camper δίπλα στη θάλασσα και άνοιξα διάπλατα το πλαϊνό παράθυρο καθώς ο καιρός θύμιζε τέλη Μαίου! Η καπετάνισσα είχε τη φαεινή ιδέα να μοιράσει τα μύδια, που είχαμε αγοράσει το πρωί στο Νεράκι, και να μαγειρέψει, στα γρήγορα, μισά από αυτά σαγανάκι με φέτα, σκόρδο και μπούκοβο, και μισά αχνιστά! Συμπλήρωμα με λαχανοσαλάτα και σκόρδο για την πίεση, γαύρο παστό και παγωμένη μπύρα. Θέλει πολύ νομίζετε κανείς για να νοιώσει... άρχοντας;
Υπολόγισα πάντως το κόστος του τραπεζιού και εξεπλάγην ευχάριστα. Ίσως θεωρείτε άτοπους αυτούς τους υπολογισμούς, θα δείτε όμως πού το πάω. Λοιπόν, το συνολικό κόστος εκείνου του γεύματος δεν ξεπέρασε τα οκτώ ευρώ, και για τους δυο μας! Συμπεριλαμβανομένης μιας εκπληκτικής θέας στη θάλασσα και ανάλογης μουσικής. Εμπρός λοιπόν κύριε υπουργέ των Οικονομικών. Δεν βλέπετε την... «χλιδή»; Βάλτε μας τεκμήρια για πολυτελή διαβίωση! Εκεί βεβαίως το πήγαινα!
Αφήσαμε πίσως μας τη Μπούκα και τη Μεσσήνη και καταλήξαμε, λίγο πριν βραδυάσει, στην Πύλο, με σκοπό να διανυκτερεύσουμε στο μεγάλο parking του λιμανιού, που ήταν κυριολεκτικώς άδειο. Η πινακίδα με την ένδειξη «απαγορεύεται το camping» ήταν βεβαίως κι’ εδώ παρούσα, αλλά εμείς την αγνοήσαμε καθότι, όπως επαναλαμβάνω συνεχώς, δεν κάνουμε camping. Διανυκτερεύουμε απλώς στο ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητό μας, για το οποίο καταβάλλουμε, ανάλογα με τον κυβισμό του, υπέρογκα τέλη κυκλοφορίας και ασφάλεια. Φρόντισα βεβαίως να κλείσω τη βάνα απελευθέρωσης των γκρίζων νερών (αποχέτευση νεροχύτη, νιπτήρα και ντουσιέρας) για να μη δώσω το παραμικρό δικαίωμα και το «άλλοθι» να μας κάνουν παρατήρηση και να μας διώξουν. Σε κάποια άλλη ενότητα του περιοδικού έχω ήδη αναφερθεί σ' αυτό το θέμα, μιας και τα campers είναι σχετικώς φρέσκα «φρούτα» στη χώρα μας και αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη καχυποψία και επιφύλαξη, τόσο από τους πολίτες, όσο κι’ απ’ τις Αρχές (αυτό είναι το χειρότερο), που έχουν παντελή άγνοια της σχετικής νομοθεσίας και των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επειδή το μεσημέρι είχαμε φάει με το παραπάνω, και είμαστε και... κάποιας ηλικίας, αρκεστήκαμε σε γιαούρτι με γλυκό του κουταλιού (σας το συνιστώ ανεπιφύλακτα), στη συνέχεια βγήκαμε βόλτα στην πόλη και, λίγο πριν σκαρφαλώσουμε στη σοφίτα, παίξαμε μια παρτίδα τάβλι με την καπετάνισσα. Ως γνωστόν το τάβλι είναι άκρως ερωτικό παιγνίδι! Δεν ξέρω πώς ακούγονται όλα αυτά σ’ αυτούς που δεν διαθέτουν τέτοιο αυτοκίνητο. Δεν ξέρω αν τα βρίσκουν ανιαρά, «απλοϊκά» ή, ακόμη, γελοία. Εμάς όμως μας τρελλαίνει αυτή η περιπλανώμενη ζωή έξω απ’ την Αθήνα. Καθόμουν στην τραπεζαρία του camper, μέσα στο λιμάνι της Πύλου, απολαμβάνοντας ένα ποτό με ξηρούς καρπούς, ρέμβαζα έξω απ’ το μεγάλο παράθυρο που κοιτούσε προς το πέλαγος και το νησάκι της Σφακτηρίας, και είχα την εντύπωση πως τα είχα όλα, καθώς ο ήλιος ξάπλωνε στον ορίζοντα...
Το άλλο πρωί, αφού τίμησα δεόντως το τσάϊ του βουνού, τα Κασιώτικα παξιμάδια και τα τηγανητά αυγά με κρεμμύδι και σουτζούκι που ετοίμασε η καπετάνισσα, "σκαρφαλώσαμε" στο κάστρο της Πύλου και πάρκαρα το camper στον ανοικτό χωμάτινο χώρο που υπάρχει έξω απ’ την πύλη του. Δεν ξέρω τι ακριβώς γίνεται εδώ τους καλοκαιρινούς μήνες, από κόσμο εννοώ, αλλά τον χειμώνα ο χώρος αυτός είναι ιδεώδης για διανυκτέρευση με camper, κάτω απ’ τα πανύψηλα πεύκα, με τα σπίτια της Πύλου και το λιμάνι να απλώνονται στα πόδια του κάστρου.
Το κάστρο είναι πάντως πολύ καλά διατηρημένο, με ορατά τα ίχνη των Φράγκων, των Βενετών και των Τούρκων, οι οποίοι πέρασαν κατά καιρούς από δω και το διεκδίκησαν, λόγω της θέσης που κατείχε στην είσοδο του κόλπου του Ναυαρίνου. Το τζαμί που υπήρχε μέσα στο κάστρο μετετράπη σε Χριστιανικό ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος (δεν κάνουν μόνο οι Τούρκοι τζαμιά τις εκκλησίες μας) και σήμερα πραγματοποιούνται επισκευές στο εσωτερικό του. Δεν πρόκειται να σας ταλαιπωρήσω με ατελείωτες περιγραφές της ιστορίας του τόπου, γιατί αυτήν μπορεί ο καθένας εύκολα να την μάθει, αρκεί να μπει σε μια από τις μηχανές αναζήτησης του διαδικτύου. Θεωρώ ότι αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τους αναγνώστες αυτού του διαδικτυακού περιοδικού είναι πώς την «βρίσκει» κανείς με ένα τέτοιο αυτοκινούμενο σπίτι, πού μπορεί να το παρκάρει, μέχρι πού μπορεί να φθάσει μ’ αυτό και σε ποιο βαθμό μπορεί να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες που του παρέχει. Ε λοιπόν, αυτές τις πληροφορίες μπορώ και θέλω να σας τις δώσω, προσπαθώντας, συγχρόνως, μέσα από το σχετικό φωτογραφικό υλικό, να σας κάνω να ταξιδεύσετε νοερά μαζί μας.
Στην Πύλο πάντως μπορείτε να βρείτε ό,τι ζητήσετε. Υπάρχουν όλων των ειδών τα μαγαζιά, καφετέριες, εστιατόρια και μεζεδοπωλεία. Τα περισσότερα γύρω από την εκπληκτική κεντρική πλατεία της πόλης με τα ψηλά πλατάνια. Εμείς δεν συχνάζουμε βεβαίως σε καφετέριες και εστιατόρια, όποτε εκδράμουμε με το camper, αναφέρω όμως τις πληροφορίες αυτές για όσους δεν πίνουν τον καφέ τους και δεν μαγειρεύουν on board. Αν στις περιοχές που επιλέγουμε να διανυκτερεύσουμε υπάρχει τρεχούμενο νερό, μανάβικο, κρεοπωλείο και φούρνος, τότε δεν ψάχνουμε για τίποτε άλλο παρά μόνο για ένα ήσυχο, αλλά φωτεινό και ασφαλές, σημείο για να διανυκτερεύσουμε.
Αφήσαμε την Πύλο, ακολουθώντας τον δρόμο προς Μεθώνη, το νοτιότερο άκρο του πρώτου προς δυσμάς ποδιού της Πελοπονήσου. Η κίνηση του camper στους στενούς δρόμους της Μεθώνης, αλλά και της Φοινικούντας, ήταν δύσκολη υπόθεση, ενώ η πρόσβαση στις παραλίες των οικισμών αυτών ήταν προβληματική, αν όχι απαγορευτική. Φαντάζεται λοιπόν κανείς πόσο πιο δύσκολο θα είναι για ένα camper να ελιχθεί στα στενά δρομάκια κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, όταν η κίνηση κόσμου και τροχοφόρων θα είναι στο φόρτε της.
Καλό είναι λοιπόν, εάν βρεθείτε τους καλοκαιρινούς μήνες σ' αυτές τις περιοχές, να παρκάρετε το camper λίγο έξω απ' το κέντρο των πόλεων και να εμβαθύνετε σ' αυτές με τα πόδια ή καβάλα στο δίτροχο, το οποίο, ενδεχομένως, θα έχετε μαζί σας. Στην Κορώνη μάλιστα υπάρχει parking, λίγο πριν την είσοδο της πόλης δεξιά, ενώ η πρόσβαση στην παρακείμενη παραλία της Ζάγκας είναι εύκολη και δεν χρειάζεται να ρισκάρετε την προσέγγισή της με το camper. Το κάστρο δεν λείπει πάντως απ' τη Μεθώνη, αλλά ούτε απ' την Κορώνη που βρέθηκε λίγο αργότερα στον δρόμο μας. Παραλίες, δόξα τω Θεώ, αρκετές, σε όλη την περιοχή, καθώς και οργανωμένα camping για όσους δεν θέλουν ή φοβούνται να διανυκτερεύουν στο "πουθενά".
Οι μέρες που είχαμε στη διάθεσή μας δεν ήταν πολλές, με το ενδιαφέρον της περιοχής και την καλοκαιρία να τις κάνει να φαίνονται ακόμη λιγότερες! Περάσαμε σαν σε όνειρο τη γραφική Καρδαμύλη, τη Στούπα, το ποτάμι που χύνεται στην αμμουδιά και τον Άγιο Νικόλαο και καταλήξαμε το βράδυ εκείνο στην Τραχήλα, ένα σχεδόν εγκαταλειμένο παραθαλάσσιο οικισμό, εκεί που τα πέτρινα πόδια του Ταύγετου βρέχονται απ' τη θάλασσα. Περάσαμε με σχετική δυσκολία μέσα απ' το στενό δρομάκι του χωριού και παρκάραμε το camper στο νοτιοανατολικό άκρο της προκυμαίας. Μόνο το κύμα ακουγόταν, καθώς κτυπούσε θυμωμένο στα βράχια και πάλευε θαρρείς να σκαρφαλώσει στον δρόμο.
Μετά βίας διακρίναμε δυο καμινάδες να καπνίζουν, σημάδι πως κάποιοι κρατούσαν ακόμη τα κλειδιά του χωριού. Μια ηλικιωμένη κυρία που φάνηκε κάποια στιγμή στην πόρτα του σπιτιού της, μας χαιρέτησε εγκάρδια, μας ρώτησε από πού ερχόμαστε, γιατί προτιμήσαμε την Τραχήλα για διανυκτέρευση, και μας εξομολογήθηκε την ανυπομονησία της καθώς τα παιδιά και τα εγγόνια της θα έφθαναν από ώρα σε ώρα στο χωριό για να περάσουν μαζί τα Χριστούγεννα. Εντύπωση πάντως μας έκαναν οι ελεύθερες παροχές νερού με τα λάστιχα, που υπήρχαν έξω απ' τα κατοικημένα σπίτια και την εκκλησία.
Δεν χάσαμε βεβαίως την ευκαιρία να φουλάρουμε το άλλο πρωί τη δεξαμενή του Granduca, αφού πρώτα απολαύσαμε το ζεστό βραδυνό μπάνιο μας, ακολουθούμενο από τα απαραίτητα ξηροκάρπια, μια ιδέα Martini bianco για την όρεξη, και το εξαιρετικό κριθαράκι με φρέσκια ντομάτα και τυρί που μαγείρεψε η καπετάνισσα. Αν η ηλικιωμένη γυναίκα, που μας είχε ρωτήσει λίγη ώρα πριν γιατί προτιμήσαμε να διανυκτερεύσουμε στο χωριό της, μπορούσε να δει αυτή την "ιεροτελεστία" στην αλληλουχία των γεγονότων που ακολούθησαν, θα είχε πάρει και την απάντηση...
Αφήσαμε το άλλο πρωί την Τραχήλα, κρατώντας τις αναμνήσεις μιας υπέροχης και γαλήνιας νύκτας, και αφού περάσαμε απ' τον Άη Δημήτρη και το Οίτυλο, σταματήσαμε για λίγο πάνω απ' το Λιμένι. Θα με ρωτήσετε, ίσως, τι είναι αυτό που μας κάνει να περνάμε απλώς από κάποιες περιοχές και να κοντοστεκόμαστε σε κάποιες άλλες. Αυτές οι στάσεις δεν επιβάλλονται από κάποιο συγκεκριμένο τουριστικό πλάνο. Τα μάτια τρέχουν απλώς πάνω απ' τα πέτρινα σπίτια και το πέλαγος, η ψυχή γαληνεύει και το μυαλό δίνει εντολή για φλάς δεξιά και χειρόφρενο. Τόσο απλά. Τα campers, άλλωστε, παρέχουν απλόχερα σ' αυτούς που τα οδηγουν αυτή τη δυνατότητα. Εδώ σ' αρέσει; Εδώ θέλεις να ζωγραφίσεις, να παίξεις μια παρτίδα τάβλι, να φας και να κοιμηθείς; Εδώ θα σταματήσεις!
Το Λιμένι, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στον ξεσηκωμό του 1821 και υπήρξε το ορμητήριο των "νεραϊδογέννητων" Μαυρομιχαλαίων, θα μπορούσε ίσως να είναι ο ομορφότερος παραδοσιακός οικισμός της Μάνης, αν δεν του έκλεβε τα πρωτεία ο εκπληκτικός οικισμός της Βάθειας. Η θάλασσα, ωστόσο, που "χαϊδεύει" τα βράχια και τα τραπέζια κάποιας ψαροταβέρνας, δίνει στο Λιμένι αυτό που έκανε κι' εμάς να σταματήσουμε στις παρυφές του οικισμού και να αφήσουμε το βλέμμα μας να πετάξει πάνω απ' τα πέτρινα σπίτια του. Συνεχίσαμε στον δρόμο που οδηγεί στην Αρεόπολη, την πρωτεύουσα της "Αποσκιερής Μάνης", αλλά την προσπεράσαμε. Μη με ρωτήσετε γιατί. Η μόνη υποφερτή απάντηση που μπορώ να σας δώσω είναι ότι, όταν περιπλανιόμαστε στην ελληνική ύπαιθρο, αποφεύγουμε τα "μεγάλα" μέρη. Όπως διασχίσαμε απλώς την Καλαμάτα, φεύγοντας απ' τη Μεσσήνη. Να έχει αυτό να κάνει με το γεγονός ότι ζούμε στην Αθήνα; Μπορεί...
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που βρεθήκαμε για πρώτη φορά στην περιοχή των σπηλαίων του Διρού. Τότε που τα παιδιά μας ήταν ακόμη μωρά και απολάμβαναν το γάλα τους ξαπλωμένα νωχελικά στo igloo αντίσκηνο. Δεν είχαμε καταφέρει να επισκεφτούμε τότε τα σπήλαια, κι' έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια μικρή παράκαμψη και να εκπληρώσουμε το "τάμα" σ' αυτή μας την εκδρομή. Δεν ήταν όμως τυχερό ούτε αυτή τη φορά, όπως απεδείχθη! Μας ενημέρωσαν ότι η στάθμη του νερού είχε ανέβει επικίνδυνα και η πρόσβαση με τη βάρκα μέσα στο σπήλαιο ήταν αδύνατη. Υπήρχε βεβαίως η δυνατότητα επίσκεψης του γήϊνου κομματιού, αλλά η παρατήρηση του φύλακα ότι απαγορεύεται η βιντεοσκόπηση μέσα στο σπήλαιο, με έκανε να αλλάξω γνώμη. Φεύγοντας, παρατήρησα στο γυάλινο παράθυρο του γκισέ το σχετικό dvd με την ταμπελλίτσα της τιμής του...
Ακολούθησε ο οικισμός της Κοίτας (ή Κίττας), που ακούει και στο παρατσούκλι "πολυπυργού", προφανώς λόγω του αριθμού των πύργων που δεσπόζουν στην περιοχή. Εδώ έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν μεγάλα "τζάκια", όπως οι Νυκλιάνοι, που είχαν σαν υποτακτικούς τους "αχαμνόμερους". Περιπλανήθηκα για λίγο στα δρομάκια του οικισμού και κοιτώντας τους πέτρινους πύργους προσπαθούσα να φανταστώ τις ατέλειωτες έριδες και βεντέτες ανάμεσα στις φεουδαρχικές αριστοκρατικές οικογένειες της περιοχής.
Οι Νυκλιάνοι, άρχισαν να κτίζουν τα σπίτια τους, προσδίδοντάς τους πυργοειδή όψη γύρω στα 1600. Αυτή η παράξενη ωστόσο κάστα γαιοκτημόνων έχει τις ρίζες της στις αρχές του 12ου μ.Χ αιώνα, τότε που ο Ανδρόνικος ο Β' ίδρυσε την πόλη Νύκλι, εκεί που σήμερα βρίσκεται η πόλη της Τρίπολης. Όταν το Νύκλι κατελήφθη από τους Φράγκους, εξελίχθηκε σε κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Με την ανακατάληψή του από τους Βυζαντινούς, αρκετοί από τους κατοίκους του έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην τότε αραιοκατοικημένη Μάνη, με επίκεντρο την Κίττα. Οι ισχυρότεροι από αυτούς ονομάστηκαν Νυκλιάνοι.
Οι ξακουστές "βεντέτες" της Μάνης εδώ έχουν τις ρίζες τους, και είχαν να κάνουν περισσότερο με τα σόγια, τις οικογένειες. Είναι τρομερά δύσκολο να φανταστεί κανείς σήμερα μάχες και κανονιοβολισμούς από πύργο σε πύργο μέσα σε ένα μικρό χωριό, αλλά φαίνεται πως έτσι συνέβαινε. Ωστόσο, η τουρκική απειλή έδινε τέλος, πρόσκαιρο έστω, σε όλες αυτές τις διαμάχες. Η αντίσταση και τα πολεμικά κατορθώματα των Νυκλιανών ενάντια στους Τούρκους έγραψαν ιστορία. Άλλωστε η Μάνη, μαζί με τα Σφακιά και κάποιες ορεινές περιοχές της Ηπείρου, ήταν τα μόνα μέρη στην υπόδουλη Ελλάδα που έχαιραν μιας επισφαλούς "ανεξαρτησίας".
Περάσαμε από τον όρμο του Γερολιμένα, όπου ο σορόκος είχε στήσει τον δικό του χορό. Η θολή και γεμάτη αλμυρή υγρασία ατμόσφαιρα μας απογοήτευσε, μαζί και το κεντρικό "κιτς" ξενοδοχείο που θύμιζε... Αθήνα, και ερχόταν σε κραυγαλέα αντίθεση με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της περιοχής. Εντάξει, υπάρχουν Έλληνες που δεν διαθέτουν το αισθητήριο και τις στοιχειώδεις γνώσεις προκειμένου να διατηρήσουν τις παραδόσεις που κάποιοι τους παρέδωσαν, όποιες κι' αν είναι αυτές. Ο δήμαρχος, ο νομάρχης, η πολεοδομία τι κάνουν; Το στομάχι μας διαμαρτυρόταν, αλλά δεν είχαμε καμμία διάθεση με όλα αυτά να μείνουμε εκεί.
Το πολιτισμικό σοκ που μας προκάλεσε στον Γερολιμένα εκείνο το ξενοδοχείο έκτρωμα, αλλά και η γενικότερη, εκτός τόπου και χρόνου, όψη του οικισμού, ήρθε να απαλύνει η συνέπεια χώρου και αρχιτεκτονικής στον εκπληκτικό οικισμό της Βάθειας, που στολίζει θαρρείς σαν ένα απόκοσμο πέτρινο στεφάνι την κορυφογραμμή μιας πέτρας του Ταύγετου. Κάκτοι και φραγκοσυκιές πλαισιώνουν τα καλοδιατηρημένα πυργόσπιτα, ενώ η απουσία σκιάς και η γύμνεια του τοπίου βασανίζει το σώμα αλλά ευχαριστεί το βλέμμα και ηδονίζει την ψυχή με την ασκητική του σαφήνεια. Ο Ε.Ο.Τ. αναστήλωσε τον οικισμό αυτόν που δίνει στον επισκέπτη την εντύπωση ότι από κάποια γωνιά θα εμφανιστούν Μανιάτες να αγναντεύσουν το πέλαγος για να δουν αν πλησιάζουν πειρατές ή Τούρκοι. Και για να σας πω την αλήθεια, θα δεχόμουν να αλλάξω (για μια νύκτα) τη σοφίτα του Granduca με ένα απ' τα πυργόσπιτα της Βάθειας...
Στο λιμανάκι του Πόρτο Κάγιο δεν θα σας συμβούλευα πάντως να προσεγγίσετε με το camper. Το τοπίο είναι εντυπωσιακό από ψηλά και, μολονότι πλησιάζοντας προς τον μικρό παραλιακό οικισμό η εικόνα παραμένει γραφική, τα πράγματα δυσκολεύουν για τον κάτοχο ενός camper όσο πλησιάζει τη θάλασσα. Αν στο μοναδικό και στενάχωρο parking που υπάρχει στο τελείωμα του δρόμου υπάρχουν άλλα τρία ή τέσσερα αυτοκίνητα, είναι βέβαιο ότι όχι μόνο δεν θα βρεί χώρο να παρκάρει, αλλά δεν θα μπορέσει, ίσως, ούτε να μανουβράρει για να γυρίσει πίσω, αφού η στενή αμμουδερή παραλία, που περνάει μπροστά απ' τα μαγαζιά, δεν επιτρέπει τέτοιου είδους ελιγμούς.
Υπάρχουν βεβαίως εστιατόρια που θα ικανοποιήσουν τις γαστριμαργικές προτιμήσεις σας, ιδίως αν σας αρέσουν τα ψάρια, η παραλία ωστόσο δεν είναι και απ' τις καλύτερες που θα συναντήσετε στην περιπλάνησή σας στα χωριά και τις πόλεις της Μάνης. Δεν είναι στο κάτω κάτω οι όμορφες παραλίες το βασικό κριτήριο που θα βαρύνει στην απόφαση κάποιου να επισκεφτεί αυτή τη γωνιά της ελληνικής γης. Αν πάντως σταθείτε τυχεροί και βρείτε ελεύθερο χώρο στο τέρμα του δρόμου αριστερά, είναι βέβαιο ότι η διανυκτέρευση στο Πόρτο Κάγιο θα σας μείνει αξέχαστη. Το ίδιο, ελπίζω, και το φαγητό σε κάποιες απ' τις παρακείμενες ταβέρνες. Και λέω "ελπίζω", γιατί δεν έχω συνήθως εμπειρία από τέτοιου είδους "εξωσχολικές δραστηριότητες", αφού στην καπετάνισσα αρέσει πολύ να μαγειρεύει on board. Εκτός και αν πρόκειται για κάτι πολύ ιδιαίτερο, οπότε υποκύπτουμε στον πειρασμό. Σ' αυτή την περίπτωση, να είστε βέβαιοι, ότι θα σας κρατήσω ενήμερους!
Δεν συνεχίσαμε προς τον κάβο Ματαπά (Ταίναρο) γιατί ο χρόνος ήταν πιεστικός και γνωρίζαμε ότι χρειάζονταν δύο περίπου ώρες ποδαρόδρομου (πήγαινε-έλα) από το τελευταίο προσβάσιμο με αυτοκίνητο σημείο. Όταν μάλιστα έχεις δει τον εκπληκτικό φάρο του Ματαπά και τη μάχη των κυμάτων με τις πέτρινες απολήξεις του Ταύγετου απ' τη θάλασσα, τι περισσότερο να σου πει η θέα από πάνω; Αφήσαμε λοιπόν πίσω μας τη μια απ' τις εισόδους στον Άδη - έτσι πίστευαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι για τον τόπο αυτό - και τα ερείπα του Ταινάριου Ποσειδώνα, και τραβήξαμε προς το Γύθειο. Ήταν η μοναδική "μεγάλη" πόλη της περιπλάνησής μας (εκτός απ' την Πύλο) όπου διανυκτερεύσαμε.
Φθάσαμε στο Γύθειο λίγο πριν σουρουπώσει, πάρκαρα το camper στον προσήνεμο μώλο του λιμανιού και έβαλα το μεγάλο παράθυρο να "κοιτάζει" προς τη μεριά της πόλης. Η θέα με τα νεοκλασσικά σπίτια να σκαρφαλώνουν στις πλαγιές του Ακούμαρου και τα ψαροκάϊκα να λικνίζονται στην αγκαλιά της θάλασσας, δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με τίποτε άλλο εκείνη την ώρα. Μέχρι να ψηθεί το παστίτσιο, που είχε βάλει η καπετάνισσα στο φούρνο, κάναμε μια βόλτα στην πόλη. Μια πόλη "μεγάλη", που ζει όμως σε ήρεμους ρυθμούς. Σύγχρονη, ζωντανή και κοσμοπολίτικη, αλλά, συγχρόνως, ρομαντική και ονειροπόλα.
Την επόμενη μέρα κατέβασα το παπί απ' τη σχάρα του camper και πήραμε τον δρόμο που περνάει πάνω απ' την πόλη. Η πανοραμική θέα ήταν η καλύτερη αποζημίωση. Μέσα απ' τα κλαδιά των πεύκων πρόβαλαν οι κεραμοσκεπές των νεοκλασσικών κτιρίων, το λιμάνι και το νησάκι της Κρανάης, με τον εντυπωσιακό οκταγωνικό φάρο του 1873, τον πύργο του Γρηγοράκη Τζαννετάκη, που κτίστηκε τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας και σήμερα λειτουργεί σαν Ιστορικό και Εθνολογικό μουσείο Μάνης, και το γραφικό παρεκκλήσι του Αγ. Πέτρου. Στο νησί αυτό, σύμφωνα με τη μυθολογία, πέρασαν την πρώτη τους νύκτα ο Πάρις και η Ωραία Ελένη όταν έφυγαν απ' τη Σπάρτη. Λέγεται ότι ο Πάρις ξέχασε, φεύγοντας, το κράνος του και γι' αυτό το νησάκι ονομάστηκε Κρανάη.
Είχαμε σκοπό να επιστρέψουμε στην Αθήνα, κάνοντας μια παράκαμψη, και περνώντας πρώτα απ' την ονειρική καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς, αλλά το ξαφνικό τηλεφώνημα του Γαλανάκη και ο "πιεστικός" του τρόπος να συναντηθούμε στο Ναύπλιο, άλλαξε το αρχικό σχέδιο. Όχι ότι μας "χάλαγε" δηλαδή η ρομαντική αυτή πόλη της Αργολίδας, η οποία υπήρξε ο "πρόχειρος" και γρήγορος προορισμός, που έχουμε άπειρες φορές επιλέξει στο παρελθόν όταν "δεν ξέρουμε πού να πάμε". Συναντήσαμε λοιπόν τον Γαλανάκη και την υπόλοιπη παρέα στο parking του λιμανιού του Ναυπλίου και έτσι η μικρή "γειτονιά" των αυτοκινούμενων τροχόσπιτων συμπληρώθηκε.
Ακολούθησε το γνωστό και αναγκαίο περπάτημα στα γραφικά σοκάκια της πόλης, κάτω απ' τη σκιά του εκπληκτικού κάστρου και μερικά σουβλακοσφηνάκια για το βράδυ. Η τελευταία μέρα της σύντομης περιπλάνησής μας προέβλεπε την δημιουργία του δημοφιλούς "Π" στην παραλία της Καραθώνας, με το απαραίτητο κους κους (λέγε με "θάψιμο") και το σχετικό μπάρμπεκιου (κάτι πρέπει να ξέρετε κι' εσείς απ' αυτά)...
Οργανωμένα camping στις περιοχές από όπου περάσαμε.
Πύλος : 1) Ναυαρίνο beach (Γιάλοβα) - 1/5 - 30/9 - τηλ. 27230 22761
2) Ερωδιός - Όλο το έτος - τηλ. 27230 28240
Μεθώνη : 1) Κοινοτικό - 15/5 - 15/10 - τηλ. 27230 31228
Φοινικούντα : 1) Άμμος - 1/4 - 31/10 - τηλ. 27230 71262
2) Ανεμόμυλος - 1/3 - 31/10 - τηλ. 27230 71120
3) Λούτσα - 1/5 - 31/10 - τηλ. 27230 71169
4) Θίνες - Όλο το έτος - τηλ. 27230 71200
5) Φοίνικες - Όλο το έτος - τηλ. 27230 28524
Κορώνη : 1) Κορώνη beach - 1/5 - 30/9 - τηλ. 27250 22884
2) Memi beach - 1/5 - 30/9 - τηλ. 27250 22130
Καρδαμύλη : 1) Μελιτσίνα - 1/5 - 30/9 - τηλ. 27210 73461
Στούπα : 1) Καλογριά - 1/5 - 30/9 - τηλ. 27210 77319
2) Δελφίνια - 1/4 - 30/9 - τηλ. 27210 77318
Γύθειο : 1) Ακτή Μάνη - 1/5 - 31/10 - τηλ. 27330 23450
2) Γύθειο bay - Όλο το έτος -τηλ. 27330 22522
3) Μελτέμι (Μαυροβούνι) - 1/4 - 20/10 - τηλ. 27330 22833