Πηγή : http://www.defence-point.gr/news/?p=132169
Ολοταχώς βαδίζει λοιπόν ο ελληνικός λαός προς την κάλπη της Κυριακής, όπου θα κληθεί να αποφασίσει εμμέσως για το αν επιθυμεί να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, αφού επί της ουσίας, το ερώτημα που έχει τεθεί είναι μη υφιστάμενο, καθότι το σχέδιο επί του οποίου καλείται ο κόσμος να αποφασίσει, απλούστατα έχει αποσυρθεί.
Το πρόβλημα όμως δείχνει να είναι κάπως πιο πολύπλοκο και δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ότι η ψήφος αυτή του ελληνικού λαού, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, ίσως παραγάγει νομικές συνέπειες, τελείως διαφορετικές από αυτές που ενδεχομένως θα προέβαλαν τα ελληνικά «πολιτικά αηδόνια». Μας απασχόλησε ποτέ το ότι ενώ αρχικά η Μέρκελ και οι κοινοτικοί αξιωματούχοι έσπευσαν να αποσύρουν το σχέδιο επί του οποίου θα κάναμε το δημοψήφισμα, στη συνέχεια άλλαξαν στάση και είπαν προχωρήστε; Είναι το ζήτημα… δημοκρατίας η εξήγηση της αλλαγής στάσης; Μάλλον όχι…
Μέχρι την ανάδειξή του στη εξουσία, το κυβερνόν κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε ως έμβλημά του την αποκαλούμενη ως «αντιμνημονιακή ρητορική», αν και η μόνη του διαφορά με τους προκατόχους (Ν.Δ.) είναι ότι επιθυμούσαν να καταργήσουν τα μνημόνια «με ένα νόμο», τη στιγμή που οι άλλοι «τα έσκιζαν μέρα-μέρα, σελίδα-σελίδα», έτσι για να θυμηθούμε κάποια σουξέ της εποχής.
Ας το δούμε λίγο πιο συστηματικά. Χωρίς να είμαστε νομικοί και από καθαρή συγκυρία της τύχης, έφτασε στ’ αυτιά μας ότι γερμανικοί νομικοί κύκλοι συζητούσαν, ότι η όλη εξέλιξη από το 2010 και εντεύθεν και μετά την εμπλοκή μας με το ΔΝΤ, είχε ένα αδύνατο νομικά σημείο.
Αυτό ήταν το ότι ο ελληνικός λαός ουδέποτε ρωτήθηκε το 2010 για τη γνώμη του και την παροχή της εξουσιοδότησής του να εκχωρήσει – υπαγάγει η κυβέρνηση εκ μέρους του την οικονομική ελευθερία κι ανεξαρτησία στο βρετανικό δίκαιο μέσω της υπογραφής του Μνημονίου που διέπει τις υποχρεώσεις της δανειακής σύμβασης.
Ο ελληνικός λαός επί της ουσίας καλείται να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με τις προβλέψεις και το περιεχόμενο μια συγκεκριμένης συμφωνίας, το νέο εν ολίγοις Μνημόνιο που θα υπογράψει η χώρα για να λάβει τα χρήματα που χρειάζεται και να διασωθεί.
Εν ολίγοις, όποια και να είναι η απάντηση στο δημοψήφισμα, μήπως στο νομικό επίπεδο προκύπτει η λαϊκή συναίνεση στην υπαγωγή της οποιασδήποτε λύσης στο βρετανικό δίκαιο και η εξαφάνιση κάθε νομικής δυνατότητας απαλλαγής από αυτά τα δεσμά μέσω κάποιας νομικής διαδικασίας;
Διότι εδώ παρουσιάζονται κάποια κενά λογικής στην όλη διαδικασία. Από τη μια πλευρά η Βουλή των Ελλήνων ασχολείται με το χρέος και με τις όποιες διαδικασίες καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που έχει ή δεν έχει κάποια νομική βαρύτητα διεθνώς (εάν χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα, θα πρέπει τουλάχιστον να ασχοληθούν και να αξιολογήσουν – τεκμηριώσουν νομικά το εάν τα συμπεράσματα ισχύουν ή όχι, εναλλακτικά δε σε ποιον βαθμό).
Άρα, πως γίνεται από τη μία η κυβέρνηση να δίνει τις ευλογίες της στη διαδικασία της Βουλής και από την άλλη να πηγαίνει στο δημοψήφισμα το οποίο θα μπορούσε στην πράξη να ακυρώνει την όποια χρησιμότητα των πορισμάτων; Κάτι δεν πάει καλά εδώ και ίσως θα έπρεπε να υπάρξουν σχετικές διευκρινήσεις.
Επεκτείνοντας τον συλλογισμό λιγάκι, μήπως θα έπρεπε να μας προβληματίσει για ποιον λόγο ενώ οι εταίροι – κυρίως οι Γερμανοί – έσπευσαν να αποσύρουν από το τραπέζι την πρόταση λέγοντας πως δεν υφίσταται, στη συνέχεια «χαλάρωσαν» και αλλάζοντας το «τροπάριο» τάχθηκαν υπέρ της ολοκλήρωση του δημοψηφίσματος;
Αφού πρόκειται ο ελληνικός λαός να αποφανθεί για κάτι που δεν υφίσταται, μήπως η διαδικασία παράγει νομικά αποτελέσματα μη ορατά στο μάτι του μη νομικού, ή ακόμα και σε όσους δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα της εντελώς διαφορετικής λογικής που ακολουθεί η διαδικασία απονομής Δικαιοσύνης σε όλα τα επίπεδα, από το εσωτερικό μέχρι το διεθνές;
Τούτων λεχθέντων και σε σχέση με όσα είχαμε δημοσιεύσει κατά περιστάσεις στο παρελθόν, θα πρέπει να επισημανθούν άλλα δυο σημεία: Το πρώτο είναι η αναφορά περί «μη βιώσιμου χρέους» και το δεύτερο για την έκθεση Ελλήνων πολιτών απέναντι σε διεθνείς – μη ελληνικούς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, για τις ατομικές τους δανειακές υποχρεώσεις.
Στο πρώτο, εξακολουθούμε ως χώρα να μην έχουμε ζητήσει τη μεθοδική καταγραφή των περιουσιακών της στοιχείων από ανεξάρτητο εκτιμητή, έχοντας εκχωρήσει περί τα 72.000 ακίνητα στο περιώνυμο ΤΑΙΠΕΔ, ζητώντας αυθαίρετα να εισπράξουμε 25 δισεκατομμύρια ευρώ! Ειλικρινά, η απορία μας είναι το πώς δεν έχει βρεθεί κάποιος με ποταμό πετροδολαρίων να καταβάλει άμεσα στο ποσό αυτό και να γίνει κύριος μιας περιουσίας, την οποία η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα την εκτιμά να κοστίζει με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς μισό τρισεκατομμύριο.
Εάν αυτό ισχύει και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να το μάθουμε εάν δεν ξυπνήσει η όποια κυβέρνηση και να διατάξει την αποτίμηση αυτής της περιουσίας. Αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο, διότι εάν οι παράγοντες της αγοράς έχουν δίκιο, τότε, πέραν του ότι θα πρέπει να οικοδομηθούν νέες φυλακές στη μέση του πουθενά για να στεγάσουν για το υπόλοιπο της ζωής του άγνωστο αριθμό αξιωματούχων της χώρας σε όλα τα επίπεδα (φοβούμαστε ότι η φυλακή αυτή θα εξελιχθεί σε… κωμόπολη), δεν θα ισχύει και αναφορά περί μη βιώσιμου χρέους!
Διότι όπως έχουμε εξηγήσει παλαιότερα, όταν μια εταιρία επιχειρεί να δανειοδοτηθεί, οι τράπεζες θα εξετάσουν τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτει τα οποία και θα μπορεί να ενεχυριάσει για την εξασφάλιση του δανειστή. Μπορεί κανείς να μας εξηγήσει για ποιον λόγο αυτό δεν ισχύει και στην περίπτωση της Ελλάδας;
Και μήπως μπορεί κάποιος από το πολιτικό σύστημα να μας εξηγήσει, για ποιον λόγο η Ελλάδα, με τη συναίνεση των εταίρων της, ΔΕΝ ακολουθεί ως οφείλει τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, ώστε να γνωρίζει και ο ελληνικός λαός ποια είναι η αξία της κρατικής περιουσίας ως ενέχυρο του χρέους; Διότι εάν έχει δεθεί χειροπόδαρα η χώρα με την υπογραφή των Μνημονίων, αξία ενεχύρου έχει ακόμα και ο πληθυσμός της, τα φυσικά πρόσωπα, ως οικονομικοί δρώντες! Ξυπνάτε…
Διότι αυτό το «μη βιώσιμο χρέος» που έχει καταντήσει φετίχ όλων, κυρίως της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας, δεν θα ήταν καλύτερο να ήταν απολύτως βιώσιμο με βάση τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας, να πέσει δραματικά το κόστος δανεισμού για την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων (μόνο οι ηλίθιοι πιστεύουν ότι η ονομαστική αξία, τα 320 δις. ευρώ θα αποπληρωθούν, θα εξυπηρετούνται οι υποχρεώσεις αναμένοντας τον πληθωρισμό και την άνοδο του ΑΕΠ να κάνει το πραγματικό «κούρεμα») και χωρίς τη μπότα του οποιουδήποτε να μας πατά στο λαιμό, να ασχοληθούμε με την αξιοποίηση της περιουσίας ώστε να δημιουργήσει υπεραξία την οποία θα κατευθύνουμε είτε στην εξυπηρέτηση του χρέους είτε σε άλλα αναπτυξιακά προγράμματα; Για σκεφτείτε το…
Επακόλουθο των ανωτέρω είναι και το σημερινό πρόβλημα με το οποίο ελάχιστοι έχουν ασχοληθεί. Πως χρηματοδοτείται από τον ELA ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος; Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παίρνοντας ενέχυρα, δεν τα δίνει «τσάμπα» τα λεφτά. Εκχωρούνται λοιπόν εκεί τα υγιή χαρτοφυλάκια των δανείων, η ΕΚΤ με τη σειρά της μπορεί να τα πουλήσει σε τραπεζικούς κολοσσούς με έκπτωση και να ανακτήσει τα κεφάλαιά της.
Έτσι όμως έχουμε δύο τρομερές συνέπειες με τις οποίες ουδείς ασχολείται. Η πρώτη είναι ότι οι δανειολήπτες, χωρίς να το γνωρίζουν, δεν έχουν πλέον ως αντισυμβαλλόμενο την τράπεζα με την οποία συνήψαν το δάνειο π.χ. για το σπίτι τους, αλλά κάποιον τραπεζικό κολοσσό ο οποίος απρόσωπα, ενδεχομένως μέσω μεγάλων νομικών γραφείων της αλλοδαπής, θα διεκδικήσει τα χρήματά του.
Η δεύτερη συνέπεια είναι, ότι στη σημερινή Ελλάδα, συμφέρει να είσαι μπαταχτσής! Διότι αυτά τα δάνεια δεν είναι αξιοποιήσιμα ως collateral στην ΕΚΤ, άρα ο δανειολήπτης δεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με τα θηρία! Ωραίο; Κι όχι μόνο αυτό, αλλά έρχεται το φιλάνθρωπο ελληνικό Δημόσιο και του προσφέρει γενναιόδωρες ρυθμίσεις και ενίοτε «κούρεμα» της οφειλής…
Προφανώς δεν αναμένουμε να συγκινηθεί κανείς και να ασχοληθεί με την ουσία των αναφερομένων εδώ, ώστε το ελληνικό κράτος να έχει απόλυτη συνείδηση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από πράξεις και παραλείψεις. Κατά τα άλλα, θα συνεχίσουμε να φωνασκούμε, όταν ο ουρανός πέσει στο κεφάλι μας.