Μαθαίνεται πολύ γρήγορα αυτό το «σύστημα της Χάϊντι» (στα ελληνικά θα τη λέγαμε Χάϊδω) και πολύς κόσμος αρχίζει να πλημμυρίζει το ωραίο της μπαράκι. Εκμεταλλευόμενη την ελευθερία που νοιώθουν οι πελάτες, τώρα που εκείνη τους απάλλαξε από το βάρος της άμεσης πληρωμής, η Χάϊντι αυξάνει τις τιμές του κρασιού και της μπύρας, που είναι τα ποτά που καταναλώνονται περισσότερο. Ο όγκος των πωλήσεών της, βεβαίως, αυξάνεται θεαματικά.
Ένας νέος και δυναμικός σύμβουλος πελατών, σε μια τοπική τράπεζα, αναγνωρίζει ως μελλοντικά πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της επιχείρησης το ποσό που θα προκύψει από την αποπληρωμή τής πίστωσης που παίρνουν οι πελάτες, και αυξάνει το δανειοληπτικό όριο της Χάϊντι. Δεν έχει, ο τραπεζικός σύμβουλος, κανένα λόγο ανησυχίας, καθ' ό,τι υπάρχουν ως εγγύηση τα ίδια τα χρέη τών αλκοολικών. Στα κεντρικά γραφεία της τράπεζας, ειδικοί τραπεζικοί μετατρέπουν αυτό το περιουσιακό στοιχείο σε τραπεζικά προϊόντα με τις ονομασίες «Πιοτ-ομόλογα», «Αλκ-ομόλογα» και «Εμετ-ομόλογα». Αυτά τα προϊόντα εμπορεύονται κατόπιν στις παγκόσμιες αγορές. Κανείς δεν ξέρει πραγματικά τι σημαίνουν αυτές οι περίεργες ονομασίες των ομολόγων και πώς αυτά είναι εγγυημένα. Όμως, καθώς οι τιμές τους αυξάνονται διαρκώς, μεγαλώνει η ζήτησή τους και γίνονται μπεστ-σέλερ τραπεζικά προϊόντα.
Μια μέρα, παρ' όλο που οι τιμές συνεχώς ανεβαίνουν, ένα στέλεχος της τράπεζας, με ειδικότητα σε θέματα «μάνατζμεντ ρίσκου», αποφασίζει, και η απόφασή του γίνεται δεκτή, ότι ήρθε καιρός, σιγά-σιγά, η τράπεζα να αρχίσει να απαιτεί την αποπληρωμή των χρεών που συσσωρεύτηκαν από τους πότες στο μπαρ της Χάϊντι. Όμως, οι αλκοολικοί άνεργοι αδυνατούν, βεβαίως, να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, αφού είναι άνεργοι οι άνθρωποι, κάτι που δεν έκρυψαν ποτέ, ούτε από τη Χάϊντι, ούτε από τους τραπεζίτες. Ταυτόχρονα, και ως συνέπεια αυτού, η Χάϊντι δεν μπορεί να είναι συνεπής προς τις δανειοληπτικές της υποχρεώσεις και κηρύττει χρεωκοπία.
Το «Ποτ-ομόλογο» και το «Αλκ-ομόλογο» χάνουν το 95% της αξίας τους. Το «Εμετ-ομόλογο» πάει λίγο καλύτερα και πέφτει μόνο κατά 80%. Οι προμηθευτές τού μπαρ της Χάϊντι είχαν δώσει στην πελάτισσά τους, τον καιρό που όλα ήταν καλά κι' ωραία, πολύ ελαστικούς όρους για την αποπληρωμή τών χρεών της προς αυτούς, αλλά έχοντας επενδύσει και οι ίδιοι σ' αυτά τα τραπεζικά ομόλογα, είναι τώρα μπροστά σε μια νέα, διαφορετική κατάσταση.
Ο προμηθευτής των κρασιών χρεωκοπεί, και εκείνος που της πουλούσε μπύρες εξαγοράζεται από έναν ανταγωνιστή του. Η τράπεζα, έπειτα από μαραθώνιες και δραματικές διαβουλεύσεις όλων των πολιτικών κομμάτων, σώζεται με γενναία χρηματική ένεση από το κράτος, το οποίο αποφασίζεται να βρει τους πόρους αυτούς από έναν καινούργιο φόρο, που θα επιβαρύνει μόνον εκείνους που δεν καταναλώνουν αλκοόλ.
Επιτέλους, μια εξήγηση που μπορούμε όλοι να καταλάβουμε...
Μεσθανεύς Γιάννης (http://www.capital.gr/stoupas/Article.aspx?id=1303196)
Διευκρίνιση : Κάθε τυχόν ομοιότητα της ιστορίας του μπαρ της Χάϊντι με όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ελλάδα, είναι εντελώς συμπτωματική...