Στο πολεμικό κλίμα, που προτάσσει, ανοιχτά πια, η Άγκυρα, η χώρα μας, ήδη, θα έπρεπε να έχει επενδύσει όλο της το διπλωματικό κεφάλαιο, στη στρατηγική περικύκλωση της Τουρκίας, μέσω της σύναψης συμμαχιών, αντί να αναλώνεται σε θέματα, που η κοινή λογική επιτάσσει να παραμείνουν κλειστά.
Η πρωτοβουλία της Κυβέρνησης να ανακινήσει το Σκοπιανό, αποδεικνύεται, εκ των πραγμάτων, άστοχη και άκαιρη, γιατί συμβαίνει τη στιγμή, που θα έπρεπε να επικρατεί διπλωματικός πυρετός σε όλα τα επίπεδα, ώστε, μέσω των πρωτοβουλιών μας, να αναδειχθεί ο παραλογισμός... της γείτονας χώρας, η επικινδυνότητά της για την παγκόσμια ειρήνη και η πραγματική πρόθεσή της για βίαιη ανατροπή των ισχυόντων γεωπολιτικών συνόρων, με βάση το «νεοθωμανικό όραμα».
Πρωτίστως θα έπρεπε η Ελληνική πλευρά να είχε ήδη ξεκινήσει την εκστρατεία ενημέρωσης τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για το ενδεχόμενο πρόκλησης αλυσιδωτής αντίδρασης, εμπόλεμων γεγονότων, λόγω των άνευ ορίων Τουρκικών διεκδικήσεων. Ιδιαίτερα, πρέπει να αξιοποιηθεί το γεγονός, ότι η Ελλάδα και η Κύπρος, που δέχονται την Τουρκική επιθετικότητα, είναι μέλη της ΕΕ και της ΟΝΕ, τα σύνορα των οποίων απειλούνται από ένα ισλαμικό θεοκρατικό καθεστώς, που εκτός των άλλων, με τις ενέργειές του, έχει επιτύχει την επανεμφάνιση του ISIS.
Η εισβολή της Τουρκίας στην Βόρεια Συρία είχε ως αποτέλεσμα να αποσυρθούν οι Κουρδικές δυνάμεις, που μάχονταν στις πρώτες γραμμές, κατά των τζιχαντιστών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την επίθεση του Ερντογάν, κάτι που υποδηλώνει τον ευρύτερο προσανατολισμό, εκτός των άλλων, για επαναφορά, στο προσκήνιο, του ισλαμικού χαλιφάτου. Τηρουμένων των αναλογιών, οι παρούσες συνθήκες παρομοιάζουν με αυτές που προηγήθηκαν των δύο Βαλκανικών πολέμων όπου η υποδειγματική διπλωματία του Ελευθέριου Βενιζέλου οδήγησε στην απομόνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στην γεωστρατηγική περικύκλωσή της, μέσω συμμαχιών και ταύτισης διεθνών συμφερόντων.
Την περίοδο εκείνη υπήρξε ένας συμμαχικός συνασπισμός 4 Βαλκανικών χωρών κατά της Τουρκίας, κατόπιν των επιτυχών διπλωματικών χειρισμών της Ελληνικής πλευράς, οι οποίες οδήγησαν στην επιτυχή έκβαση ενός πολύπλοκου και δύσκολου πολεμικού εγχειρήματος, που διπλασίασε τα εδάφη της Εθνικής Επικράτειας. Αν την δεδομένη στιγμή, στο τιμόνι του Υπουργείου Εξωτερικών αλλά και στην πολιτική ηγεσία του τόπου υπήρχαν επιδέξιοι πολιτικοί, θα είχαν πετύχει την διεθνή απομόνωση της εξ ανατολών χώρας, με την παρουσίαση αλλά και την ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης, για τις, καθ' ολοκληρίαν, ιμπεριαλιστικές απόψεις της γείτονος.
Μπροστά στην διαρκώς ογκούμενη Τουρκική προκλητικότητα, είναι μονόδρομος η άμεση επανεξέταση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ούτως ώστε να καλυφθούν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα οι αμυντικές ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων. Δυστυχώς όμως, παρατηρούμε ότι στην Κυβέρνηση απουσιάζει η διορατικότητα, λόγω των ιδεοληψιών και των εμμονών της και δαπανά το πολύτιμο δυναμικό, το οποίο έχει η χώρα, σε μια αδιέξοδα ανώφελη πολιτική, που αφορά το Σκοπιανό και το Αλβανικό, κάτι που δείχνει γενικότερα, τον αποπροσανατολισμό και την έλλειψη στόχευσης, στα εθνικά θέματα. Σήμερα η Ελληνική εξωτερική πολιτική διακατέχεται από έναν ευδαιμονισμό, ο οποίος απέχει παρασάγγας, από τη νέα πραγματικότητα, που διαμορφώνεται στην περιοχή, προσπαθώντας να εξωραΐσει τις σαφείς Τουρκικές διεκδικήσεις Ελληνικών εδαφών και δείχνοντας απουσία ετοιμότητας, εν όψει του επερχόμενου κινδύνου.
Πηγή : http://ixnilatis.org/component/content/article/251-ff.html