ΜΕΡΟΣ Δ΄ (Τελευταίο) - "ΑΓΙΟ" ΟΡΟΣ
Οδοιπορικό στο όρος της οικονομικής ευμάρειας, της υποκρισίας και της υπερβολής.
Κείμενο - Φωτογραφίες : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Κρυφή κάμερα : Μπάμπης Κωνσταντάτος.
Μοντάζ - Επιμέλεια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Τελικός προορισμός αυτού του ταξιδιού, που ξεκίνησε απ' τα θερμά λουτρά των Θερμοπυλών και συνεχίστηκε στη μαγευτική Σμαραγδένια Λίμνη και τον επίγειο παράδεισο της Λίμνης Κερκίνη, ήταν το "Αγιο" Όρος. Θα αναρωτιέστε, βέβαια, γιατί βάζω τη λέξη "Άγιο" σε εισαγωγικά. Δεν θα σας πω τώρα. Θα πάρετε την απάντηση στο τέλος αυτού του άρθρου...
Θα μου επιτρέψετε, ωστόσο - άλλο που δεν θέλετε, υποθέτω - να περιγράψω πρώτα την παρθενική μου επίσκεψη στο "Περιβόλι της Παναγιάς", όπως αποκαλείται συνήθως το όρος Άθως της Χαλκιδικής, το καλοκαίρι του 1994. Μια πρώτη επίσκεψη, οι εντυπώσεις της οποίας δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό "Powerboat & Rib" την άνοιξη του 1995. Διαβάστε τις...
ΟΡΟΣ ΑΘΩ - ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Αναδημοσίευση από το περιοδικό "Powerboat & Rib" (άνοιξη 1995).
Του Ιωσήφ Παπαδόπουλου.
"Αφιερώνεται στον Γέροντα Κυπριανό και τους μοναχούς της Αδελφότητας των Θωμάδων της "Μικρής Αγίας Άννας", που γαλήνεψαν την ταραγμένη ψυχή μου, δίνοντάς της μια όαση ελπίδας στην έρημο ενός κόσμου που φαίνεται να χάνεται σ' ένα δρόμο χωρίς επιστροφή".
Αν Θεός αγάπησε τη γη, τον τόπο αυτόν τον λάτρεψε.
Έφτασα απόγευμα Πέμπτης στην Ουρανούπολη. Το κατοστάρι "παπί" λίγο έλειψε να κτυπήσει μπιέλα, το καραβάκι όμως για τα μοναστήρια το'χασα. Το τελευταίο είχε φύγει δύο ώρες πριν. "Κυνηγημένος", δραπέτευσα σχεδόν από την τσιμεντούπολη φορτωμένος με άγχη και ένα πρωτόγνωρο ψυχοπλάκωμα. Το καινούργιο επαγγελματικό επτάμετρο φουσκωτό που είχα παραγγείλει ήταν κάτι μήνες στα σκαριά και τελειωμό δεν είχε. Δεν το είχα πληρώσει φαίνεται σε "καλή" τιμή και θέλησαν να με τιμωρήσουν!
Έβλεπα το καλοκαίρι να φεύγει και τα νεύρα μου τεντώνονταν επικίνδυνα. Το έμφραγμα ήταν επί θύραις, το'νοιωθα. Και είναι αυτές οι στιγμές που θαρρώ πως αν ταλαιπωρήσω το σαρκίο μου θα θεραπευτώ! Φόρτωσα λοιπόν το ορειβατικό σακκίδιο στο "παπί", αφού έκρινα πως το αυτοκίνητο δεν ήταν αρκετό να με τυραννήσει, και να'μαι στην Ουρανούπολη. Ποιος να μου το έλεγε λίγα χρόνια πριν ότι θα αποζητούσα το Άγιο Όρος όπως το ξερό χώμα τη βροχή. Είναι αλήθεια πως σκόπευα να επισκεφτώ τα μοναστήρια, όχι όμως έτσι. Τις φωνές τις ένοιωσα (αν πω τις άκουσα ίσως με περάσουν για τρελλό) και δεν μπορούσα να αντισταθώ! Έπρεπε να πάω τώρα!
Τα μπουρίνια με συνόδευσαν σε όλη την διαδρομή, από την Αθήνα μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Έγινα μούσκεμα πάνω στο "παπί", το πολύ δηλητήριο ωστόσο είχε φύγει απ' την ψυχή μου, θαρρείς και ξεπλύθηκε. Στην Ουρανούπολη όλα ήταν ήσυχα εκείνο το βράδυ. Όλα σ' αυτή την πόλη θυμίζουν είσοδο. Όπως η είσοδος του Παραδείσου. Ακόμη και ο Άγιος Πέτρος υπάρχει! Μόνο που έχει τη μορφή αστυνομικού! Είναι αυτός που εκδίδει, με εξουσιοδότηση της Ιεράς Επιστασίας, την άδεια εισόδου. Διαμονητήριο τη λένε. Έχεις την εντύπωση ότι εδώ τελειώνει ο κάτω κόσμος και λίγο πιο πέρα αρχίζει το Βασίλειο του Ουρανού. Γι' αυτό εδώ έχει αυτοκίνητα, εστιατόρια, καταστήματα, γυναίκες! Λίγο πιο πέρα δεν έχει...
Άφησα το "παπί" στο υπαίθριο πάρκινγκ λίγο πριν ακολουθήσω το σοκάκι για το ξενοδοχείο. "Στο Όρος πας, έτσι δεν είναι;", με ρώτησε ο ιδιοκτήτης του πάρκινγκ. "Φαίνεται πολύ;", ρώτησα απαντώντας και προσπαθώντας να χαμογελάσω. "Πότε θα το πάρεις;", συνέχισε εκείνος. "Δεν ξέρω. Μπορεί μεθαύριο, μπορεί σε πέντε ημέρες, μπορεί σε δέκα, μπορεί ποτέ", απάντησα. "Δεν θέλω τέτοια! Εσύ δεν μπορείς να μείνεις εκεί! Άκου που σου λέω, θα γυρίσεις γρήγορα!", είπε και κούρνιασε στην καρέκλα του...
Το άλλο πρωί κατέβηκα από τα ξημερώματα στην παραλία. Μπήκα πρώτος πρώτος στην ουρά, λες και θα μοίραζαν χρήματα! Δεν άργησαν να φανούν κι' άλλοι, κι' άλλοι, καμμιά πενηνταριά άνθρωποι, όλοι αρσενικοί. Ήταν ανάμεσά τους μερικοί που πήγαιναν για καλό σκοπό, το'βλεπες. Ήρεμα πρόσωπα, στοχαστικά, χωρίς πολλά λόγια. Ήταν όμως και κάποιοι που έκαναν τουρισμό, με άπειρες φωτογραφικές μηχανές και τσάντες να κρέμονται στο στήθος και τα χέρια τους. Φώναζαν και χειρονομούσαν με ανυπομονησία.
Ο ... Άγιος Πέτρος, ο αστυνόμος ήθελα να πω, δεν άργησε να φανεί. "Είστε πολύτεκνος;", με ρώτησε. "Όχι", απάντησα μάλλον αμήχανα. "Τρεις χιλιάδες δραχμές", απάντησε αμέσως σφραγίζοντας το διαμονητήριό μου. Αργότερα έμαθα ότι αν ήμουν πολύτεκνος δεν θα πλήρωνα. Σωστό.
Το μικρό φέρρυ άφησε πίσω του την Ουρανούπολη και το γραφικό καστράκι της. Τα ανελέητα μπουρίνια της προηγούμενης μέρας έδωσαν τη σκυτάλη σε ένα απίστευτα διαυγές πρωϊνό. Όλα ήταν λουσμένα στο φως. Τα μοναστήρια άρχισαν να διαδέχονται το ένα το άλλο, πότε "κρεμασμένα" στις κορυφές απόκρημνων βράχων και πότε ξεφυτρώνοντας μέσα από πυκνές συστάδες δένδρων.
Θα είναι τουλάχιστον άστοχο αν προσπαθήσει κανείς να περιγράψει την χερσόνησο του Άθω σαν τόπο με τουριστικό ή έστω αυστηρά εκκλησιαστικό ενδιαφέρον. Οποιαδήποτε τέτοια προσέγγιση θα υποτιμούσε τον αποχρώντα λόγο ύπαρξης αυτού καθ' εαυτού του Αγίου Όρους και, συγχρόνως, θα έθετε σε αμφισβήτηση τη νοημοσύνη και την αντιληπτική ικανότητα του αρθρογράφου.
Πολλά έχουν κατά καιρούς γραφτεί για την πανέμορφη αυτή γωνιά της Ελληνικής γης, που είναι ωστόσο αυτόνομη και διοικείται από την Ιερή Επιστασία που εδρεύει στις Καρυές. Που έχεις τις πόρτες της ερμητικά κλειστές στο "ασθενές" φύλο. Που απαιτείται ειδική άδεια από την Ιερή Επιστασία για να την επισκεφτούν άρρενες προσκυνητές. Με τους θρύλους και τις παραδόσεις της. Με τις φήμες για "απαγωγές" ανηλίκων, αλλά και... ενηλίκων, που φορούν το ράσο του μοναχού χωρίς, δήθεν, να το επιθυμούν! Για ακατανόμαστα όργια στα οποία επιδίδονται δήθεν οι μοναχοί, διαπιστώνοντας τη ματαιότητα της προσπάθειάς τους να απαλλαγούν από τις αμαρτωλές σκέψεις και την επιρροή του σατανά!
Δεν ξέρω, μπορεί να είμαι αφελής! Δεν είδα όμως τίποτε από όλα αυτά εκεί! Τίποτε δεν με έπεισε ότι όλες αυτές οι φήμες, που έντεχνα διοχετεύονται στον έξω κόσμο, χάριν της αύξησης της τηλεθέασης ή της κυκλοφορίας ορισμένων "κίτρινων" εντύπων, έχουν κάποια βάση αληθείας. Είδα, αντίθετα, πρόσωπα ήρεμα και χαμογελαστά, που σε κοιτούν κατ' ευθείαν στα μάτια με θάρρος, αγάπη και ειλικρίνεια. Γέροντες που είναι πρόθυμοι να συζητήσουν και να μοιραστούν μαζί σου κάθε σου πρόβλημα, κάθε απορία. Σοφοί ησυχαστές που οι γνώσεις τους σε τρομοκρατούν και σε ισοπεδώνουν, που η πραότητα και νηφαλιότητά τους σε καθυποτάσσει και σε γαληνεύει.
Είδα ανθρώπους ζυμωμένους με το κακακοτράχαλο βουνό και την παρθενικότητα του τοπίου, εργάτες ακούραστους της γης και του μοναστηριού ή της σκήτης τους. Υπάκουους στην ιεραρχία, που πηγάζει μέσα από την πείρα ατέλειωτης άσκησης και όχι από "κίβδηλα" κοσμικά αξιώματα. Πρόθυμους στις "δευτερεύουσες" δουλειές της καθημερινότητας. Το μαγείρεμα, το πλύσιμο, το στρώσιμο της τράπεζας, το πλύσιμο των πιάτων. Ανθρώπους που υπομένουν με χαμόγελο και καρτερία όλες τις ιδιοτροπίες κάποιων απροσάρμοστων προσκυνητών, που προσφέρουν με απλοχεριά τη φιλοξενία τους, μοιράζονται το φαγητό τους με επισκέπτες που δεν έχουν ξαναδεί, που σε κερδίζουν για πάντα με την απλότητα και το ενδιαφέρον τους.
Αν τόσα περίεργα έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί για το Άγιο Όρος, γιατί, άραγε, δεν θα'πρεπε κάποτε να προβληθεί και η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος; Και αν το κακό μπορεί να λέγεται με τόση ευκολία και ανευθυνότητα, γιατί άραγε το καλό θα'πρεπε να κρύβεται;
Αναρωτιόμουν, συχνά, γιατί οι μοναχοί δεν απαντούν στις λοιδωρίες, στα συκοφαντικά και παραπλανητικά δημοσιεύματα. Κάποιος μοναχός λύνει την σιωπή του : "Δεν είμαστε διατεθειμένοι να εμπλακούμε στον κυκεώνα ενός ανούσιου παιγνιδιού προβολής. Δεν είμαστε σταρ του Χόλλυγουντ εμείς! Ούτε έχουμε τη διάθεση να αυξήσουμε την κυκλοφορία διάφορων σκανδαλοθηρικών εντύπων ή να ανεβάσουμε την ακροαματικότητα τηλεοπτικών προγραμμάτων που έχουν την καλωσύνη να ασχολούνται μαζί μας. Το άγνωστο τραβάει τον κόσμο. Ήρθαμε εδώ γιατί εμείς το επιλέξαμε. Αν δεν έχουμε τη δυνατότητα να αλλάξουμε τον κόσμο προς το καλύτερο, να τον φέρουμε στο δρόμο του Θεού, έχουμε σίγουρα τη δυνατότητα και την υποχρέωση να καλυτερεύσουμε τους εαυτούς μας, μέσα από την προσευχή, την ασκητική ζωή και τα Μυστήρια της Ορθοδοξίας. Και αυτό απλά προσπαθούμε να κάνουμε. Δεν είναι εύκολο. Δίνουμε καθημερινά τη μάχη με τα ανθρώπινα πάθη και τις αδυναμίες. Ο σατανάς καραδοκεί! Μοναδικά όπλα σ' αυτή μας την προσπάθεια, η προσευχή και η αγάπη των Γερόντων που μας οδηγούν στο δύσκολο μονοπάτι".
Στη χερσόνησο του Άθω υπάρχουν σήμερα και λειτουργούν είκοσι μοναστήρια και τριακόσιες περίπου σκήτες και ησυχαστήρια. Ο συνολικός αριθμός των μοναχών, ασκητών και ησυχαστών ανέρχεται περίπου σε 1.800, αριθμός αρκετά μικρός αν αναλογιστεί κανείς πως μόνο στο Ρωσικό μοναστήρι του Αγ.Παντελεήμονος υπήρχαν κάποτε 2.000 μοναχοί!
Είχα την τύχη να οδηγηθώ από κάποιο φίλο μου, τακτικό επισκέπτη του Αγ. Όρους, που τυχαία συνάντησα εκεί, στη Σκήτη της Μικρής Αγίας Άννας, στις παρυφές της "ερήμου", όπως αποκαλούν οι μοναχοί το απώτερο προς νότον άκρο της χερσονήσου του Άθω. Μια "έρημος"... καταπράσινη, με τη δική της γοητεία, τους κήπους των διάσπαρτων μοναστηριών και σκητών, που σκαρφαλώνουν στις απόκρημνες πλαγιές του βουνού, τα χιλιάδες πουλιά που πετούν ολόγυρα, και τους μοναχούς που συνοδεύουν τα φορτωμένα μουλάρια που αγκομαχούν ανεβαίνοντας στα στενά ανηφορικά μονοπάτια ξεκινώντας από τους αρσανάδες και καταλήγοντας στις σκήτες, περνώντας μέσα από οργιώδη βλάστηση, ισορροπώντας στα χείλη γκρεμών που χάνονται στο απέραντο γαλάζιο της θάλασσας.. Ένας καθημερινός "Γολγοθάς" που μαστιγώνει το σώμα και την ψυχή, που δεν αφήνει περιθώρια για άλλες σκέψεις και πράξεις του "έξω κόσμου".
Δεν πρόκειται να αναφερθώ στα Ιερά κειμήλια, τα λείψανα των Αγίων της Εκκλησίας και τον ανεκτίμητο θησαυρό που κρύβει το Άγιο Όρος. Σ' αυτά έχουν πολλές φορές αναφερθεί άλλοι στο παρελθόν. Ούτε πρόκειται να απευθυνθώ σε ιδιοκτήτες σκαφών αναψυχής απαριθμώντας τις δεκάδες μικρές "μαρίνες" και προβλήτες που στολίζουν τους αρσανάδες των μοναστηριών. Εγκαταστάσεις, πολλές από τις οποίες θα τις ζήλευαν οι παραθαλάσσιες πολύβουες πολιτείες του "έξω κόσμου". Και δεν πρόκειται να αναφερθώ σ' αυτά, πρώτα γιατί η προσέγγιση κάθε είδους σκάφους αναψυχής απαγορεύεται αυστηρά, και βέβαια κυρίως γιατί δεν θα ήθελα επ' ουδενί να είμαι εγώ ο "ηθικός αυτουργός" της "επιδρομής" κάποιων από θαλάσσης νεοελλήνων που θα έθεταν σε κίνδυνο την ηρεμία και τη γαλήνη των μοναχών αλλά και θα μετέτρεπαν το παρθένο τοπίο σε σκουπιδότοπο!
Θα αναφέρω όμως ενδεικτικά ότι η προσέγγιση σκαφών αναψυχής σε απόσταση μικρότερη των 500 μέτρων από τις ακτές της χερσονήσου του Άθω απαγορεύεται αυστηρά. Την αστυνόμευση έχουν αναλάβει ταχύπλοα φουσκωτά σκάφη του Λιμενικού Σώματος που βρίσκονται σε επιχειρησιακή ετοιμότητα σε καίρια σημεία της χερσονήσου.
Είναι βέβαιο ότι για να μπορέσει κανείς να γράψει κάτι για το Άγιο Όρος δεν αρκούν λίγες ημέρες παραμονής. Πρέπει να μείνει στο χώρο αυτό, να γίνει κοινωνός του θείου δράματος που καθημερινά βιώνεται μέσα από την προσευχή, να εναρμονιστεί με την σκέψη και την πραότητα των μοναχών, να δοκιμαστεί μέσα από την "έλλειψη" των κοσμικών απολαύσεων, να ζυμωθεί με το κακοτράχαλο βουνό και την καθημερινή φαινομενική "ρουτίνα". Να μείνει εκστατικός κάτω από τον έναστρο ουράνιο θόλο ρουφώντας λαίμαργα με όλες τις αισθήσεις του τη βραδυνή προσευχή των μοναχών και να αφήσει την ψυχή του να πετάξει, μαζί με τη δική τους, προς τον Δημιουργό. Και τότε, μόνο τότε, θα έχει την δυνατότητα να νοιώσει την"κοινωνική μοναξιά" των πόλεων και τη "μοναχική κοινωνία" των ασκητών του Αγίου Όρους...
Αυτά είχα γράψει τότε, σ' εκείνη την πρώτη επίσκεψή μου στο περιβόλι της Παναγιάς. Η δεύτερη έμελλε να αλλάξει εντελώς την άποψή μου για όσα διαδραματίζονται στο όρος του Άθω, που έχει μετατραπεί σε όρος χλιδής, υποκρισίας και υπερβολής (ή μήπως ήταν ανέκαθεν και δεν το είχα προσέξει εγώ;). Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απ' την αρχή.
22 Μαίου 2013
Φθάσαμε νωρίς το απόγευμα εκείνης της ημέρας στην Ουρανούπολη και πρώτο μας μέλημα ήταν να βρούμε έναν ασφαλή χώρο για να αφήσουμε τη χανούτα του Μπάμπη όσο εμείς θα περιπλανιόμασταν στα μοναστήρια του Άθω. Μετά από ένα σύντομο "παζάρι" κλείσαμε τελικώς, με τον ιδιοκτήτη ενός ανοιχτού πάρκινγκ, το ημερήσιο κόστος στάθμευσης στα τέσσερα ευρώ, όσα δηλαδή χρεώνονται και τα μικρά ι.χ. αυτοκίνητα. Η κρίση μάς έκανε, μάλλον, όλους λίγο πιο υποχωρητικούς, πιο συνεργάσιμους, πιο αλληλέγγυους, λιγότερο απαιτητικούς. Μόνο οι μεγαλοεργολάβοι, που έβαλαν χέρι στους εθνικούς μας δρόμους με την υποστήριξη κάποιων επίορκων βολευτάδων, είναι ανένδοτοι και συνεχίζουν να μας ληστεύουν και να μας χρεώνουν με το... ύψος!
Κάναμε τις βόλτες μας στην Ουρανούπολη, στην οποία κυριαρχούν οι καφετέριες, τα εστιατόρια και οι αγιογραφίες, τραβήξαμε τις φωτογραφίες μας, ήπιαμε μια παγωμένη μπύρα, συζητώντας δίπλα στη θάλασσα περί ανέμων και υδάτων, και το βραδάκι κατευθυνθήκαμε προς τη χανούτα για να πέσουμε στην αγκαλιά του Μορφέα. Δεν καταφέραμε όμως να φθάσουμε στην πόρτα του αυτοκινούμενου γιατί μας πρόλαβε η κοπέλλα που έκανε βάρδεια στο κάμπινγκ. "Εδώ θα κοιμηθείτε απόψε;", ρώτησε κάπως αμήχανα. "Ναι, γιατί ρωτάτε;" της απαντήσαμε, ελαφρώς ενοχλημένοι. "Δεν μπορείτε να κοιμηθείτε εδώ! Μας έγινε ήδη καταγγελία από τον ιδιοκτήτη του camping!".
Θυμώσαμε, αλλά θεωρήσαμε πως ήταν παράλογο να εκφράσουμε τον θυμό μας στην κοπέλλα η οποία, δεν ευθυνόταν για τη "ρουφιανιά" του συμπατριώτη της και ήταν, επιπλέον, και σε δύσκολη θέση. "Εντάξει, θα φύγουμε, μη στενοχωριέστε. Δεν θα μας κερδίσει ο ιδιοκτήτης του camping, όμως, να είστε σίγουρη. Θα βρούμε ένα ήσυχο μέρος να κοιμηθούμε και το πρωί, πριν φύγουμε για το Άγιο Όρος, θα αφήσουμε το camper εδώ", της είπαμε και μετακινήσαμε τη χανούτα διακόσια μέτρα πιο κάτω, σε ένα χωμάτινο μπαλκόνι πάνω απ' τη θάλασσα. "Τι κατάλαβε τώρα ο παλιομπίπ; Μήπως είχε την ψευδαίσθηση ότι θα πηγαίναμε στο camping του;", μονολογούσε ο Μπάμπης, καθώς έστρωνε το κρεββάτι του και συνέχισε να τραγουδά το προσφιλές σ' αυτόν άσμα... "των εχθρών τα φουσάτα περάσαν...".
Στις έξι το πρωί έπρεπε να είμαστε στο φεριμποτάκι για να πάρουμε τη "βίζα"... συγγνώμη, το διαμονητήριο ήθελα να πω. Ξυπνήσαμε λοιπόν απ' τις πέντε και μετακινήσαμε το αυτοκινούμενο στο πάρκινγκ. Είχαμε ήδη αποφασίσει τι θα βάλουμε στα σακκίδια της πλάτης, ώστε να μην επιβαρύνουν τους ώμους μας και το περπάτημα στα ορεινά μονοπάτια να είναι λιγότερο κουραστικό. Το μόνο που άφησα πίσω, με κρύα καρδιά, ήταν η βιντεοκάμερα. Η Ιερή Επιστασία απαγορεύει άλλωστε αυστηρά τη βιντεοσκόπηση. Πήρε όμως ο Μπάμπης τη δική του, που παρέπεμπε περισσότερο σε φωτογραφική μηχανή και δεν τραβούσε την προσοχή. Αυτή η μικρή... "κάντιτ" κάμερα είναι λοιπόν η γενέτειρα του βίντεο που ακολουθεί και η υπεύθυνη για ένα πιθανό... αφορισμό μας!
Θεωρώ πάντως εντελώς υποκριτική την αυστηρή απαγόρευση της βιντεοσκόπησης (μέχρι και κατάσχεση της βιντεοκάμερας προβλέπεται!) δεδομένου ότι το YouTube βρίθει ταινιών, πολλές από τις οποίες μάλιστα προβάλλουν μορφές μοναχών καθώς και στιγμές της καθημερινής ζωής τους. Κάθε μορφή κοσμικής επικοινωνίας και διασκέδασης, επίσης, απαγορεύεται αυστηρά στους χώρους εντός και εκτός των μοναστηριών, μολονότι όλοι σχεδόν οι μοναχοί κυκλοφορούν με κινητά τηλέφωνα και στις οροφές των κτιρίων υπάρχουν κεραίες που παραπέμπουν σε τηλεόραση και ασύρματη επικοινωνία! (ενδεχομένως και internet;). Θα μπορούσα να καταλάβω βεβαίως την απαγόρευση της βιντεοσκόπησης μόνο στην περίπτωση που κάποιοι από τους μοναχούς θα είχαν λόγους να κρύψουν την ταυτότητά τους. Και τότε όμως, η βιντεοσκόπηση δεν θα έπρεπε να απαγορεύεται, αλλά να επιβάλλεται...
Στις έξι κατέφθασε και ο υπάλληλος, που μας έδωσε τα διαμονητήρια, εισπράττοντας 25 ευρώ για το καθένα. Αναρωτήθηκα τι αντιπροσωπεύουν, άραγε, τα 25 αυτά ευρώ, δεδομένου ότι σε οποιοδήποτε μοναστήρι και αν φιλοξενηθεί κανείς, εντός της ελληνικής επικρατείας (εκτός του "Αγίου" Όρους, βεβαίως), ούτε διαμονητήριο χρειάζεται να πάρει ούτε να πληρώσει. Δεδομένου μάλιστα ότι τα μοναστήρια του Άθω ενισχύονται με κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ συγχρόνως απολαμβάνουν φορολογικής ασυλίας και ενός καθεστώτος ατέλειας (στα καύσιμα επί παραδείγματι), για να μην αναφέρω τα "φακελλάκια" με ανεξέλεγκτες προσφορές πιστών και άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, όπως η αποκλειστική εκμετάλλευση των δασών, το εμπόριο των καρυδιών, η μελισσοκομία, η οινοποιία κ.λπ., το ποσό των 25 ευρώ που απαιτεί η Ιερή Επιστασία για την παραμονή τεσσάρων ημερών (τρεις διανυκτερεύσεις) κρίνεται αδικαιολόγητο και, τουλάχιστον, υπερβολικό.
Στο κάτω κάτω, το φαγητό που προσφέρεται στους επισκέπτες είναι πολύ λιτό και δεν αντέχει κοστολόγησης. Καθώς το "τουριστικό" ρεύμα προς τα μοναστήρια του Άθω έχει τα τελευταία χρόνια πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, τα χρηματικά ποσά που εισρέουν στο ταμείο της Ιερής Επιστασίας θα τα ζήλευε και η πιο υγιής και κερδοφόρα επιχείρηση. Σε μια εποχή μάλιστα που τα μνημόνια και η άδικη φορολόγηση έχουν εξαθλιώσει τους έλληνες πολίτες, η ευμάρεια των μοναστηριών του "Αγίου" Όρους είναι τουλάχιστον προκλητική.
Όση ώρα περιμέναμε έξω απ' την "παντόφλα", ζήσαμε σκηνές απείρου κάλλους και μοναχικής "λιτότητας". Πανάκριβα 4Χ4 αυτοκίνητα, με οδηγούς και επιβάτες καλόγερους, κιβώτια με ψάρια, υλικά, ρόδες αυτοκινήτων, σωλήνες ύδρευσης και κάθε είδους τρόφιμα, εμπορεύματα και εξαρτήματα να περιμένουν να φορτωθούν στο πλοίο, μοναχούς να έχουν το blue tooth πανάκριβων κινητών τηλεφώνων κολλημένο στο αυτί τους, και επισκέπτες να "εκλιπαρούν" τηλεφωνικώς τους γέροντες των μοναστηριών να παραλάβουν τα κιβώτια που τους στέλνουν με το πλοίο! Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος...
Όταν έφθασε η ώρα να επιβιβαστούμε, το μέλος του πληρώματος, που είχε αναλάβει την υποχρέωση να ελέγχει τα εισιτήρια και τα διαμονητήρια, μας πληροφόρησε - με αγενή τρόπο, θα έλεγα - ότι η συγκεκριμένη παντόφλα δεν περνάει απ' τη μονή Ξενοφώντος όπου θα μέναμε το πρώτο βράδυ. Θα έπρεπε να περιμένουμε την επόμενη, που θα έφευγε λίγο πριν τις 10. "Άδικα χάσαμε τον ύπνο μας", σχολίασε ο Μπάμπης, συνεχίζοντας : "Πάμε τουλάχιστον να πιούμε ένα καφέ και να χαζέψουμε τη θάλασσα".
Ευχάριστα πέρασε πάντως η ώρα μέχρι τις 9.30, με τις ρωσίδες γκαρσόνες των παραλιακών μαγαζιών να μας καλημερίζουν και να προσπαθούν να μας προσελκύσουν, ενώ τα ταχύπλοα, με επιβάτες τους πιο φραγκάτους (μονίμως κολλημένος εγώ με τη δραχμή) επισκέπτες απέπλεαν κατά ριπάς για τα μοναστήρια. Σκεφτήκαμε ότι θα μπορούσαμε να επιβιβαστούμε κι' εμείς σε ένα από εκείνα τα ταχύπλοα, αλλά αφ' ενός μεν δεν περίσσευαν τα χρήματα για το "φουσκωμένο" εισιτήριο, αφ' ετέρου προτιμήσαμε να ταξιδεύσουμε στο κατάστρωμα μιας παντόφλας και να φωτογραφίσουμε τα μοναστήρια από τα οποία θα περνούσαμε μέχρι να φθάσουμε στη Μονή Ξενοφώντος.
Επιβιβαστήκαμε, τελικώς, πρώτοι στο πλοίο των 9.45 και πιάσαμε δύο στρατηγικές θέσεις στην αριστερή πλευρά του επάνω καταστρώματος. Μόλις έλυσαν οι κάβοι, αποθαλασσώθηκαν και οι γλάροι που δεν έχασαν καθόλου χρόνο και έπεσαν με τα μούτρα στο ψωμί και τα μπισκότα που τους έριχναν οι επιβάτες. Είναι τόσο εξοικειωμένα τα απίστευτα αυτά θαλασσοπούλια με τον άνθρωπο, ώστε τολμούν πολλές φορές να παίρνουν το ψωμί μέσα απ' το χέρι του! Πλανάρουν πίσω απ' την πρύμνη του πλοίου εκμεταλλευόμενοι την οπισθέλκουσα, εξοικονομούν δυνάμεις και μόλις δουν κάτι φαγώσιμο να πέφτει στο νερό πέφτουν κι' αυτοί σφυρίζοντας σαν στούκας να το πιάσουν. Μπορώ να τους χαζεύω και να τους φωτογραφίζω επί ώρες...
Οι αρσανάδες των μοναστηριών άρχισαν να διαδέχονται, εν τω μεταξύ, ο ένας τον άλλον. Μονοξυλίτης, Γιοβάνιτσα, Ζωγράφου, Κωνσταμονίτου, Δοχειαρίου και Ξενοφώντος, όπου και τελικώς αποβιβαστήκαμε. "Τι φτώχεια είναι αυτή ρε, δεν το πιστεύω. Ζουν άνθρωποι σ' αυτά τα καλύβια;", σχολίαζε κάθε τόσο ειρωνικά ο Μπάμπης. "Ακόμη δεν είδες τίποτε", συμπλήρωνα εγώ, εξάπτοντας την φαντασία του για τη συνέχεια...
Κατεβήκαμε, μαζί με μερικούς ακόμη επισκέπτες, στον αρσανά της Μονής Ξενοφώντος και κατευθυνθήκαμε προς το Αρχονταρίκι για το καθιερωμένο λουκουμάκι της υποδοχής. Επισκέπτες πηγαινοέρχονταν στους διαδρόμους, κάποιοι έβγαιναν από τις ντουζιέρες, έχοντας τυλιγμένη στη μέση τους μια πετσέτα, άλλοι κοιμόντουσαν ροχαλίζοντας αρειμανίως στους ξενώνες. Ξενοδοχείο θύμιζε πιο πολύ η όλη κατάσταση, παρά μοναστήρι! Στις κτιριακές εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό δεν θα αναφερθώ καθόλου γιατί, αν κάποιος δεν τα δει όλα αυτά ιδίοις όμμασι, κανένας αρθρογράφος, όσο αντικειμενικός και αξιόπιστος και αν είναι, δεν θα μπορέσει να τα περιγράψει!
Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας μοναχός και μας είπε να κάνουμε λίγη υπομονή μέχρι να μας δείξουν πού θα μείνουμε. Δεν πέρασαν περισσότερα από 10 λεπτά όταν ένας άλλος μας οδήγησε σε ένα δωμάτιο με τέσσερα κρεββάτια, στρωμένα όλα με καθαρά σεντόνια. Δεν έλειπαν βεβαίως και τα παρελκόμενα. Μαξιλάρι, κουβέρτα, πετσέτα, καθώς και ένα ζευγάρι πλαστικές παντόφλες. Κάναμε κατάληψη στα δύο από τα τέσσερα κρεββάτια ελπίζοντας ότι δεν θα έρθουν άλλοι να καταλάβουν τα υπόλοιπα. Και δεν ήρθαν. Από τα δύο παράθυρα, που κοιτούσαν νοτιοδυτικά - στον γαρμπή και τον πουνέντη, για να καταλαβαινόμαστε όσοι ταξιδεύουμε στη θάλασσα - η θέα ήταν εκπληκτική. Ένα τμήμα κοιτούσε προς το μοναστήρι και το μποστάνι, το υπόλοιπο προς το απέραντο γαλάζιο.
Προσπαθήσαμε να κλείσουμε λίγο τα μάτια μας, καθώς ήταν ακόμη μεσημέρι, αλλά δεν τα καταφέραμε. "Δεν πάμε μια βόλτα έξω να κάνουμε μια εξερεύνηση της περιοχής;", πρότεινα στον Μπάμπη και αυτός ανταποκρίθηκε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Τα μεγάλα μοναστήρια του "Αγίου" Όρους μοιάζουν με μικρές καστροπολιτείες. Δεν τους λείπει βεβαίως τίποτε. Μεγάλες γεννήτριες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, μαγειρεία, μποστάνια για την καλλιέργεια οπωροκηπευτικών, αρσανάδες με ράμπες και κλειστούς χώρους φύλαξης σκαφών, άλογα, τρακτέρ, αυτοκίνητα 4Χ4, διαχείριση σκουπιδιών και συνεχείς εργασίες για την βελτίωση των υπαρχουσών εγκαταστάσεων ή την δημιουργία νέων. Προνομιούχες εγκαταστάσεις, με άλλα λόγια, που θα ζήλευαν ακόμη και κάποιοι πάμπλουτοι επιχειρηματίες...
Έκανα, άθελά μου, μια σύγκριση μεταξύ της πρώτης εκείνης επίσκεψής μου, το καλοκαίρι του 1994, και της τωρινής. Καμμία σχέση! Ίσως έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι το 1994 έμεινα σε μια σκήτη με έξι μοναχούς, όπου η επικοινωνία και η κατάνυξη ήταν έννοιες αυτονόητες, ενώ τώρα σε μια πολυάριθμη απρόσωπη μοναχική κοινωνία, με τους γηραιότερους μοναχούς να είναι απόμακροι και να χάνονται στην απομόνωση και τους νεότερους να ακολουθούν τυπικά το καθημερινό πρόγραμμα.
Καθώς ήταν ακόμη νωρίς, αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι τη Μονή Δοχειαρίου. Το γραφικό μονοπάτι, σε παράλληλη πορεία προς τη θάλασσα, ελαφρώς ανηφορικό στην αρχή, κατηφόρισε στο τέλος μέχρι την είσοδο της Μονής. Αν πάντως αξίζει κάτι στη χερσόνησο του Άθω, αυτό είναι τα μονοπάτια της. Πράσινο, πεταλούδες, το γαλάζιο της θάλασσας, το τιτίβισμα των πουλιών και άψογη... σηματοδότηση! Πράγματι, με εξαίρεση το μονοπάτι από το Ρωσικό μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος μέχρι τη Μονή Ξηροποτάμου, όλα τα μονοπάτια που περπατήσαμε ήταν άψογα σηματοδοτημένα και δεν άφηναν καμμία πιθανότητα στον περιπατητή επισκέπτη να χάσει τον προσανατολισμό ή τον προορισμό του.
Την ώρα που μπαίναμε στον προαύλιο χώρο της Μονής Δοχειαρίου, ένα 4Χ4 βρυχήθηκε πίσω μας, καθώς ανηφόριζε στο πλακόστρωτο δρομάκι. "Καλημέρα!", φώναξε ο Μπάμπης στον μοναχό που το οδηγούσε. Εκείνος, όμως, του έριξε μια αδιάφορη ματιά και συνέχισε να οδηγεί χωρίς να πει ούτε μια κουβέντα! "Τι είναι αυτοί; Ούτε μια καλημέρα δεν λένε!", μουρμούρισε ενοχλημένος ο φίλος. "Δεν του είπες "ευλογείτε", γι' αυτό μάλλον δεν σου μίλησε", του είπα γελώντας...
Περιηγηθήκαμε στους χώρους της Μονής, με την κρυφή κάμερα του Μπάμπη να καταγράφει, όσο αυτό ήταν δυνατόν, τα πετρόκτιστα κτίρια, τις τοιχογραφίες και το απίστευτα όμορφο τοπίο. Έπρεπε όμως να επιστρέψουμε στη βάση μας γιατί πλησίαζε η ώρα του Εσπερινού και της Τράπεζας (δείπνο). Θέλαμε να ακολουθήσουμε το πρόγραμμα της Μονής που μας φιλοξενούσε, αποδεχόμενοι ότι η εκεί παρουσία μας δεν είχε μόνο τουριστικό ενδιαφέρον. Είχαμε αφήσει τη Μονή Ξενοφώντος με συννεφιά, αλλά όταν επιστρέψαμε ένας φωτεινός ήλιος έλουζε τα πάντα.
Παρακολουθήσαμε τον Εσπερινό, χωρίς όμως να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα Ιερά Κείμενα, έτσι τουλάχιστον όπως τα διάβαζαν οι μοναχοί. Λες και έκαναν αγγαρεία! Γεγονός που "επιμήκυνε" χρονικά τη Θεία διαδικασία, θέτοντας σε δοκιμασία τις αισθήσεις μας, ενώ λίγο έλειψε να εξαντλήσει και τις αντοχές μας. Δεν ήμαστε άλλωστε συνηθισμένοι σ' αυτού του είδους τις ιεροτελεστίες, με αποτέλεσμα το πέρας του Εσπερινού - λυπάμαι που το λέω - να μας "ανακουφίσει". Στο δείπνο που ακολούθησε, το φαγητό ήταν ανάλογο της ασκητικής ζωής. Ελιές, ψωμί, μπάμιες και ένα μήλο. Οι μπάμιες πάντως ήταν απίστευτες! Μου έμεινε ωστόσο η απορία : Οι μοναχοί απολαμβάνουν, άραγε, το ίδιο μενού;
Την επομένη ακολουθήσαμε το μονοπάτι προς τη Μονή Ξηροποτάμου, όπου και θα περνούσαμε το δεύτερο βράδυ μας. Θα έπρεπε όμως, αναγκαστικά, να περάσουμε και από το Ρώσικο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα. Ένα από τα μεγαλύτερα και πιο επιβλητικά μοναστήρια του Άθω όπου κάποτε διέμεναν 2.000 περίπου μοναχοί! Είχαμε, εν τω μεταξύ, βρεί το χιούμορ και την καλή μας διάθεση, αστειευόμενοι και σκηνοθετώντας την πεζοπορία μας για τις ανάγκες της βιντεοσκόπησης. Κάποια στιγμή ακούσαμε τον ήχο της μηχανής ενός αυτοκινήτου που ερχόταν πίσω μας και πήγαινε προς την ίδια με μας κατεύθυνση. Ο μοναχός που το οδηγούσε, αφού μας καλημέρισε, μας είπε (χωρίς να τον ρωτήσουμε) : "Εδώ κοντά πηγαίνω". Και έφυγε χωρίς να σταματήσει. "Μήπως και να μας έλεγε αν θέλουμε να μας πάει παρακάτω θα πηγαίναμε;", είπα στον Μπάμπη, που συμπλήρωσε κι' αυτός λέγοντας τα δικά του...
Καθώς πλησιάζαμε στο Ρώσικο μοναστήρι μας εντυπωσίασε το μέγεθος και η επιβλητικότητα των κτιριακών του εγκαταστάσεων. Μια νεόκτιστη πέτρινη περίφραξη κάλυπτε από τα αδιάκριτα βλέμματα τα θερμοκήπια, τα μηχανήματα και τις λοιπές εγκαταστάσεις που βρίσκονταν πίσω από αυτήν. Ακολουθήσαμε τις επιγραφές που οδηγούσαν προς το Αρχονταρίκι της Μονής, αλλά δεν φθάσαμε ποτέ ως εκεί γιατί μας τράβηξε σαν μαγνήτης η ψαλμωδία που ακουγόταν από την πλευρά του επιβλητικού ναού. Καθώς δεν είχαμε σκοπό να μείνουμε πολύ, προτίμησα να μείνω στον πρόναο. Χρειάστηκε όμως πρώτα να φορέσω ένα μακρυμάνικο φουτεράκι, καθώς τα γυμνά μπράτσα δεν πρέπει να είναι εκτεθιμένα μέσα στον ναό, όπως μας είπε ο τεχνίτης που επιδιόρθωνε κάποια κουφώματα. Ο Μπάμπης, πάντως, με την φωτογραφική μηχανή ανά χείρας, στάθηκε στην είσοδο του ναού και, όπως μου είπε λίγο αργότερα, ηχογράφησε την υπέροχη, πράγματι, εκείνη χορωδιακή ψαλμωδία, την οποία πρόσθεσα αργότερα σαν "μουσικό χαλί" σε ένα τμήμα της ταινίας που μοντάρισα.
Την ώρα που βγαίναμε απ' τον ναό κατέφθασε μια ομάδα Ρώσων επισκεπτών. Οι Ρώσοι, άλλωστε, είναι οι πρώτοι σε αριθμό επισκέπτες, όχι μόνο στη Μονή Παντελεήμονος αλλά και σε ολόκληρο το "Άγιο" Όρος. Αν και τα στομάχια μας διαμαρτύρονταν, δεν ακολουθήσαμε τους μοναχούς και τους επισκέπτες στην τράπεζα για το πρόγευμα, αλλά κουρασμένοι και εκνευρισμένοι από τις συνεχείς υπενθυμίσεις απαγόρευσης της φωτογράφισης, προτιμήσαμε να προχωρήσουμε προς τη Μονή Ξηροποτάμου. Από ένστικτο πάντως βρήκαμε ποιο ήταν το σωστό μονοπάτι καθώς, σε αντίθεση με τα άλλα μοναστήρια, η σήμανση γύρω από τη Μονή Παντελεήμονος ήταν σχεδόν ανύπαρκτη.
Σε μια στροφή του μονοπατιού, όχι μακριά απ' το Ρώσικο μοναστήρι, μας περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη. Τόννοι σκουπιδιών, με κυρίαρχο το νάϋλον, στοιβάζονταν σε ένα μεγάλο λάκκο δίπλα στα δένδρα και την οργιώδη βλάστηση του βουνού. "Μπορεί να μας απαγόρευσαν τη φωτογράφιση μέσα και έξω απ' το μοναστήρι, κανείς όμως δεν μπορεί να μας απαγορεύσει τη φωτογράφιση αυτής της ασχήμιας", σχολίασα ενοχλημένος. Ήταν πάντως τόσο ευχάριστο το περπάτημα μέχρι τη Μονή Ξηροποτάμου, ώστε δεν καταλάβαμε πώς πέρασε η ώρα. Καθισμένοι μάλιστα σε ένα από τα γραφικά πέτρινα γεφύρια της διαδρομής, φάγαμε και τις κονσέρβες που είχαμε μαζί μας, για να "στανιάρουμε", ενώ ο Μπάμπης έδινε ρέστα τραγουδώντας "τώρα οδοιπόρος τραβάω για τ' Άγιο Όρος...".
Φθάσαμε στη Μονή Ξηροποτάμου γύρω στις 10 το πρωί. Μαζί με μας και δύο Ρώσοι. Η πόρτα ήταν όμως κλειστή. "Ελάτε στην είσοδο και περιμένετε. Η πόρτα της Μονής θα ανοίξει στις 11", απάντησε ένας μοναχός στην ερώτηση που του έθεσε ο Μπάμπης χρησιμοποιώντας το θυροτηλέφωνο. Η χλιδή αυτού του μοναστηριού, πάντως, δεν περιγράφεται. Μοιάζει να είναι πρόσφατα ανακαινισμένο, ενώ ο περιβάλλων χώρος θυμίζει βασιλικά ανάκτορα, με τα λουλούδια, τις πετρόκτιστες βίλλες και το γκαζόν να καλύπτουν κάθε ελεύθερη επιφάνεια! Μόνο η πισίνα έλειπε! Όσο για τους εσωτερικούς χώρους; Αδύνατον να πιστέψει κανείς ότι οι μοναχοί έχουν ανάγκη όλες αυτές τις ανέσεις του σύγχρονου πολιτισμού. Θού Κύριε φυλακήν τω στόματί μου...
Κάποια στιγμή η μεγάλη εξωτερική πόρτα της Μονής άνοιξε. Μας ζήτησαν τα διαμονητήρια και τις αστυνομικές μας ταυτότητες. "Ούτε στα σύνορα της Τουρκίας δεν μας τα ζήτησαν αυτά", συλλογίστηκα. Θεώρησα μάλιστα ότι ήταν εντελώς υποκριτική η τόση αυστηρότητα, τη στιγμή κατά την οποία στα μοναστήρια έχει καταφύγει κατά καιρούς κάθε καρυδιάς καρύδι. Ένας μοναχός μας οδήγησε μέχρι το Αρχονταρίκι, όπου πήραμε το καθιερωμένο λουκουμάκι και τιμήσαμε δεόντως το σφηνάκι με το τσίπουρο. "Περιμένετε εδώ. Θα σας οδηγήσουν σε λίγο στα δωμάτια που θα μείνετε και στη μία να είστε πάλι εδώ για να δείτε και να προσκυνήσετε τα Θεία Λείψανα", είπε ο μοναχός και απομακρύνθηκε.
Το δωμάτιο που μας έδωσαν ήταν πεντάκλινο και lux! Ήσυχο και σκοτεινό. Ένα μικρό παράθυρο με σίτα επέτρεπε στο φως του ήλιου να τρυπώνει στον εσωτερικό χώρο, υπενθυμίζοντας στους επισκέπτες πως δεν έχει βραδυάσει ακόμη. Δωμάτιο για πολύωρο ύπνο και χαλάρωση, σκέφτηκα. Ο Μπάμπης διάλεξε το κρεββάτι που ήταν στο βάθος του δωματίου, δίπλα στο παράθυρο-πολεμίστρα, ενώ εγώ αυτό που ήταν δίπλα στην πόρτα. "Λες να μείνουμε κι' εδώ μόνοι μας;", ρώτησε κάποια στιγμή ο Μπάμπης. Λίγη ώρα αργότερα άλλοι τρεις έλληνες επισκέπτες κατέλαβαν και τα υπόλοιπα τρία κρεββάτια. Ευτυχώς ήταν όλοι καλά παιδιά και δεν ροχάλιζαν...
Αφού κάναμε ένα ντουζ, για να φύγει από πάνω μας η σκόνη και ο ιδρώτας, κατεβήκαμε λίγο πριν τη μία στο Αρχονταρίκι. Ο Αρχονταρίτης, ένας νεαρός μοναχός με γνώσεις αγγλικής και... marketing, μας υπενθύμισε ότι απαγορεύεται η φωτογράφιση και η βιντεοσκόπηση στους χώρους της Μονής και ιδίως εντός του ναού. Εγώ συνέχισα βεβαίως, καλού κακού, να έχω κρεμασμένη στον ώμο μου την Canon, καθώς δεν ήθελα και να την αφήσω κάπου αφύλακτη και μετά να γίνει αστυνομική έρευνα για το ποιος μπήκε στον πειρασμό να την πάρει...
Πέντε λεπτά αργότερα εμφανίστηκε ένας μεσήλικας μοναχός ο οποίος μας οδήγησε μέσα στο ναό και, σαν να έλεγε το μάθημά του, μας ξενάγησε στα "Ιερά" Λείψανα, όπως απεκάλεσε ένα κρανίο και μερικά ακόμη απομεινάρια απροσδιόριστου υλικού και σχήματος. "Αυτά είναι κομμάτια απ' το Τίμιο Ξύλο, αυτό είναι το κρανίο του δεκαπεντάχρονου Αγίου Νικολάου, αυτά είναι όσα απέμειναν απ' τα κόκκαλα των τάδε Αγίων...", έλεγε ο εκστασιασμένος μοναχός, κι' εγώ δεν ήξερα αν έπρεπε να κλάψω ή να γελάσω. Ένοιωθα ότι η νοημοσύνη μου "έπρεπε" να υποταχθεί άνευ όρων σε μια απίστευτη κακοποίηση, όσων δίδαξε ο Ιησούς, εκ μέρους αυτών οι οποίοι (υποτίθεται) τον εκπροσωπούν και διαδίδουν την Διδασκαλία Του.
Τα δύσκολα όμως ήρθαν στο τέλος. "Και τώρα προσκυνήστε!", μας διέταξε σχεδόν ο μοναχός μόλις τελείωσε την "ξενάγηση". Παραμέρισα και άφησα τον επόμενο επισκέπτη να προσκυνήσει. Ο καλόγερος όμως δεν με άφηνε απ' τα μάτια του. "Προσκυνήστε κι' εσείς!", επανέλαβε κοιτώντας με επίμονα! Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί! Το άκρον άωτον της ειδωλολατρίας αγκαλιασμένο από ένα ιερατείο που "υπηρετεί", τάχα, τον Χριστιανισμό. Ήθελα να βγω απ' το ναό ή να εκφράσω την αντίρρηση και τον αποτροπιασμό μου για εκείνη την επίδειξη υποκριτικής ευλάβειας απέναντι σε οστά και ξύλα απροσδιόριστης προέλευσης, αλλά αν το έκανα θα γινόταν μπάχαλο! Προτίμησα λοιπόν να σκύψω πάνω απ' τις ασημένιες κασετίνες και να προσποιηθώ ότι τις φιλώ. Λίγο αργότερα τα έβαλα με τον εαυτό μου. Τέτοια ξεφτίλα, τέτοιου είδους συμβιβασμό δεν είχα ξανακάνει ποτέ μέχρι τότε. Ένοιωθα απαίσια...
Λίγο αργότερα, και ενώ περίμενα στον πρόναο για την παρακολούθηση της Θείας Λειτουργίας, με πλησίασε ο Αρχονταρίτης. "Δεν μπορείτε να μπείτε στο ναό έχοντας αυτό το όπλο κρεμασμένο στον ώμο σας!", μου είπε, δείχνοντας τη φωτογραφική μηχανή. "Δεν μπορώ να την αφήσω όπου να' ναι. Αυτό που εσείς ονομάζετε όπλο είναι εργαλείο της δουλειάς μου και κοστίζει 4.000 ευρώ. Αν κάποιος μπει στον πειρασμό και την πάρει, θα μπούμε μετά στη διαδικασία ανακρίσεων και μηνύσεων;", του απάντησα, συνεχίζοντας : "Μα, τι σας ενοχλεί; Το μέγεθος; Αν ήταν δηλαδή μια μικρή φωτογραφική μηχανή που χωρούσε στην τσέπη μου δεν θα σας πείραζε;", συνέχισα, αρνούμενος να κατανοήσω το σκεπτικό και την υποκρισία του νεαρού καλόγερου. "Βάλτε την σε μια νάϋλον σακκούλα ή δώστε την σε μένα. Θα είναι ασφαλής στα χέρια μου. Θα σας την παραδώσω όταν τελειώσει η Θεία Λειτουργία", επέμεινε εκείνος. Του την έδωσα, τελικώς, αλλά εκείνη ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι...
Κάθισα χολωμένος σε ένα παγκάκι στην είσοδο του μοναστηριού. "Δεν θέλω να πάω σε άλλο μοναστήρι", είπα του Μπάμπη. "Μου φτάνουν όσα είδα, άκουσα και είδα αυτές τις δύο ημέρες. Αν καταφέρω να μιλήσω με τη σκήτη των θωμάδων και μας δεχθούν, έχει καλώς, διαφορετικά φύγαμε!". " Ούτε εγω θέλω να μείνω", συμφώνησε ο Μπάμπης. Προσπάθησα λοιπόν να επικοινωνήσω τηλεφωνικώς με τη σκήτη των Θωμάδων, όπου είχα φιλοξενηθεί την πρώτη εκείνη φορά, το καλοκαίρι του 1994. Σήκωσε το τηλέφωνο ένας μοναχός, ο οποίος με θυμήθηκε όταν του είπα το όνομά μου! "Ο Γέρων Κυπριανός κοιμήθηκε, δυστυχώς, και οι υπόλοιποι πατέρες απουσιάζουν και θα επιστρέψουν την επόμενη εβδομάδα. Είμαι μόνος μου αυτή τη στιγμή και δεν μπορώ ως εκ τούτου να σας φιλοξενήσω, λυπάμαι".
Αν και είχαμε ήδη πληροφορηθεί πως υπήρχε σε ισχύ απαγορευτικό απόπλου απ' το Λιμεναρχείο της Ουρανούπολης, ξυπνήσαμε νωρίς το άλλο πρωί, αποχαιρετήσαμε τους συγκατοίκους μας και κατηφορίσαμε στο μονοπάτι που καταλήγει στη Δάφνη. Δεν θέλαμε, άλλωστε, να μείνουμε άλλο στη Μονή Ξηροποτάμου. Καθώς περπατούσαμε ο Μπάμπης μου είπε γελώντας. "Δεν πρέπει να κοιμήθηκε απ' τις τύψεις του ο Αρχονταρίτης. Επειδή σου πήρε τη φωτογραφική μηχανή μάλλον! Με πλησίασε χθες το απόγευμα, μου έδωσε μια μαύρη σακκούλα και μου είπε : Δώστη στον φίλο σου να βάλει μέσα τη φωτογραφική του μηχανή και πες του να έρθει στην εκκλησία!". "Δεν θα με ξαναδεί αυτός στο μοναστήρι του! Δεν είναι καλόγεροι αυτοί", απάντησα, και συνέχισα να κατηφορίζω στο μονοπάτι...
Καθώς δεν θέλαμε να μείνουμε άλλη νύχτα σε μοναστήρι, αποφασίσαμε να μείνουμε στη Δάφνη μέχρι να αρθεί το απαγορευτικό. Ευκαιρία να τα δούμε και να τα μάθουμε όλα, ή σχεδόν όλα. Διαπιστώσαμε λοιπόν ότι η Δάφνη θυμίζει, σε όλα σχεδόν, τις πόλεις του Far West! Κόσμος πάει κι' έρχεται, ιδιότυποι "σερίφηδες", με τις γκρι εκείνες φόρμες που φέρουν τα διακριτικά της Ιερής Επιστασίας, φροντίζουν (με διακριτικότητα βεβαίως) για την τήρηση της ιερατικής τάξης, ταχύπλοα μεταφέρουν (χωρίς απόδειξη) τους απελπισμένους επισκέπτες προς τα γύρω μοναστήρια και την Ουρανούπολη, πολυτελή αυτοκίνητα με αριθμούς κυκλοφορίας ΑΟ (Άγιο Όρος) πηγαίνουν κι' έρχονται μεταφέροντας v.i.p. επισκέπτες.
Εδώ εδρεύει το εργοστάσιο επεξεργασίας των κομμένων δένδρων, ενώ τριαξονικά φορτηγά αυτοκίνητα φορτώνουν τα ξύλα που θα καύσουν τα τζάκια της πρωτεύουσας και των άλλων μεγαλουπόλεων. Όσο για καταστήματα; Υπάρχουν ένα μίνι μάρκετ, δύο καταστήματα που πουλάνε αναμνηστικά, και ένα καφενείο-εστιατόριο (ο Θεός να το κάνει) που προσφέρει αναψυκτικά, μπύρες και τυροπιτοειδή, ο ιδιοκτήτης του οποίου νοικιάζει επίσης δωμάτια και είναι κάτοχος δύο μεγάλων φουσκωτών σκαφών τα οποία εκτελούν χρέη θαλάσσιων ταξί.
Καθώς η ώρα περνούσε, αποφασίσαμε να εξασφαλίσουμε το βραδινό μας φαγητό. Ρώτησα τον υπάλληλο του καφενείου αν μπορεί να μας φτιάξει κάτι να φάμε κι' εκείνος απάντησε : "Όχι, δεν μπορώ! Υπάρχουν μόνο τυρόπιτες!". Αυτά κάνει το μονοπώλιο... Καταλήξαμε τελικώς στο μίνι μάρκετ. Τρεις κονσέρβες, η μία με χοιρινό, η άλλη με φασόλια και η τρίτη με σαρδέλλες, ένα καρβέλι ψωμί και δύο μπύρες ήταν το εκπληκτικό βραδινό γεύμα μας κάτω από το φως ενός ολόγιομου φεγγαριού και τους ήχους της θάλασσας...
Όσο για τον ύπνο; Κάναμε κατάληψη των ξύλινων πάγκων του άδειου τελωνείου, ενώ οι υπνόσακκοι που είχαμε πάρει μαζί μας έπιασαν τόπο...
Με την άρση του απαγορευτικού τελείωσε και η δική μας σύντομη περιπέτεια στα μοναστήρια και τα μονοπάτια του όρους της υπερβολής, της υποκρισίας και της απίστευτης και προκλητικής οικονομικής ευμάρειας...
Αποσπάσματα από τη μηνυτήρια αναφορά του δικηγόρου κ. Βασίλη Καπερνάρου για τη Μονή Εσφιγμένου.
... Κατόπιν δε τούτου την 8η Οκτωβρίου 2001 ο αναπληρωτής Διοικητής του Αγίου Όρους κ. Αρίστος Κασμίρογλου απέστειλε έγγραφο με αριθμό Πρωτοκόλλου 4212/31/7/8-10-2001 σε όλες τις τράπεζες της Ελλάδος με σκοπό, αν υπάρχουν καταθέσεις στο όνομα της Ιερής Μονής Εσφιγμένου σε αυτές, ουσιαστικά να τις δεσμεύσει, διότι τάχα «υφίσταται εκκρεμότητα σχετικώς με την νόμιμη εκπροσώπηση της ανωτέρω Ιεράς Μονής»! (ΣΧΕΤΙΚΟ 8).
Σταδιακά δε, μας επεβλήθη από την Ιερή Κοινότητα ένα αδυσώπητο εμπάργκο, καθώς κατόπιν σχετικής εντολής που εδόθη από τον αναπληρωτή Διοικητή του Αγίου Όρους κ. Κασμίρογλου προς το Τελωνείο Δάφνης, το Τελωνείο έπαψε να μας χορηγεί ατέλεια καυσίμων χωρίς να έχουμε λάβει καμία ειδοποίηση ούτε από τον αναπληρωτή Διοικητή του Αγίου Όρους...
... Όταν λοιπόν ο Πρόγιος έστειλε τους τεχνικούς για να διακόψουν την παροχή ρεύματος, εμείς τους παρακαλέσαμε να μην το πράξουν, αλλά αυτοί απάντησαν ότι έχουν έγγραφη εντολή από τη «Μονή Εσφιγμένου», εννοώντας την ψευτοαδελφότητα και ότι πρέπει να διακόψουν την παροχή ρεύματος. Έκτοτε παραμένουμε χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα.
Επιπροσθέτως η ομάδα των ψευτοεσφιγμενιτών εισπράττει τα ενοίκια που προέρχονται από την εκμίσθωση σε τρίτους των ακινήτων, που βρίσκονται στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και ανήκουν στην Ιερή Μονή Εσφιγμένου.
Πέραν αυτού οι ψευδοεσφιγμενίτες καταχρώνται και τα μετοχιακά μισθώματα της Μονής μας καθώς εμείς στερούμεθα κάθε κρατικής ενισχύσεως. Ήδη από τις 22-7-1976 με έγγραφό της Διοίκησης Αγίου Όρους προς το Δημόσιον Ταμείον Πληρωμών αναφέρεται ότι η Μονή μας «δεν δύναται να εισπράξει δι’ οιουδήποτε τρόπου το αναλογούν εις αυτήν ποσόν εκ της υπό του Υπουργείου Οικονομικών χορηγουμένης εις τας Ιεράς Μονάς του Αγίου Όρους χαριστικής οικονομικής ενισχύσεως» (ΣΧΕΤΙΚΟ 13)...
... Ακόμα, η ψευτοαδελφότητα του Χρυσόστομου Κατσουλιέρη, με την υποστήριξη της Ιερής Κοινότητας Αγίου Όρους, διεκδικεί τα σκάφη της Μονής μας. Ήδη την 17.1.2003 η Ιερή Κοινότητα απέστειλε προς το Λιμεναρχείο Ιερισσού επιστολή στην οποία αναφέρεται ότι «απαγορεύεται η είσοδος και προσέγγισις οιουδήποτε σκάφους εις Άγιον Όρος άνευ προηγουμένου εγγράφου αδείας προσεγγίσεως της Ιερής Κοινότητας» (ΣΧΕΤΙΚΟ 14), ενώ κατόπιν της εντολής με αριθμό πρωτοκόλλου Φ2.3.5./54, που απέστειλε προς το Λιμεναρχείο Ιερισσού η ψευτοαδελφότητα του Κατσουλιέρη την 27.10./9.11.2005 (ΣΧΕΤΙΚΟ 15), έχει απαγορευτεί ο απόπλους όλων μας των σκαφών καθιστώντας έτσι αδύνατη την τροφοδοσία μας σε τρόφιμα και φάρμακα, όπως βεβαίως και την από μέρους μας αλιεία!...
... Όσον αφορά βέβαια το λόγο αυτής της διώξεως-εκδιώξεως, δεν πρόκειται ασφαλώς μόνο γι’αυτή καθ’αυτή την πνευματική μας διαφωνία με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως αλλά για το γεγονός ότι αρνούμεθα, όπως έχουμε κάθε δικαίωμα ως αυτοδιοίκητη Μονή, να δεχθούμε τα ευρωπαϊκά κονδύλια (ύψους περίπου πέντε δισεκατομμυρίων δραχμών!) που μας αναλογούν, τα οποία σαν Δούρειος ίππος θα αλώσουν το άβατο του Αγίου Όρους! Όμως εμείς ποτέ δε θα επιτρέπαμε τη μεταμόρφωση του Αγίου μας Όρους σε τουριστικό θέρετρο, υποκύπτοντας και εμείς στη σαρωτική τάση εμπορευματοποίησης των πάντων, που διαλύει ήθη, έθιμα, κουλτούρες, ακόμα και θρησκευτικές συνειδήσεις!
Αξιότιμε κύριε Εισαγγελέα! Είμαστε βέβαιοι ότι στην προσπάθειά Σας να εξακριβώσετε τι συμβαίνει, θα Σας τεθούν πολλά εμπόδια, όπως και πολλοί θα είναι οι εκπρόσωποι των συμφερόντων, που θα επιχειρήσουν να Σας πλανέψουν, αλλοιώνοντας την αλήθεια και σπιλώνοντας εμάς τους Εσφιγμενίτες μοναχούς.
Δεδομένου ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια, που αναλογούν στην Ιερή μας Μονή, ανέρχονται σε ένα μυθώδες ποσό, το οποίο εποφθαλμιούν μη δικαιούχοι, κάθε ισχυρισμός, είτε λογικοφανής είτε προφανώς αβάσιμος είτε ανυπόστατος θα ανασυρθεί από το οπλοστάσιο των διωκτών μας για να μας διασύρει!
Και όλα αυτά δεν έγιναν βέβαια στο μακρινό παρελθόν, αλλά λίγα μόλις χρόνια πριν. Αν δε αυτά συμβαίνουν στη Μονή Εσφιγμένου, ένας Θεός μόνο γνωρίζει τι συμβαίνει στις άλλες μεγάλες Μονές του "Αγίου" Όρους...
Ένα σχόλιο του φίλου και συνταξιδιώτη μου Μπάμπη Κωνσταντάτου.
Το Άγιον Όρος και... πόσο "Άγιον" είναι.
Όταν ήμουνα πιτσιρικάς, κάποια μέρα ο πατέρας μου έφυγε να πάει στο Άγιον Όρος και εμένα, στο παιδικό μου, μυαλό οι λέξεις «Άγιον Όρος» ακούστηκαν πολύ μεγάλες και μαγικές. Το Άγιον Όρος το φανταζόμουν σαν ένα πολύ ψηλό βουνό, που πήγαιναν οι άνθρωποι και από την κορυφή του μπορούσαν, αν όχι να δουν το Θεό, Εκείνος να μπορεί να τους ακούσει.
Έτσι, όταν γύρισε ο πατέρας μου μετά από καμιά δεκαριά μέρες, τον ρώτησα γεμάτος περιέργεια: «Μπαμπάκα τον είδες τον Θεούλη;» Και τότε εκείνος μου έδωσε μια καρπαζιά και έσκασε στα γέλια. «Πότε θα πάω να δω κι εγώ τον Θεούλη;» ξαναρώτησα. «Μην ανησυχείς, όταν έρθει η ώρα θα σε καλέσει το Βουνό να το ανέβεις».
Και εγώ περίμενα. Περίμενα πολλά χρόνια χωρίς να ακούσω το βουνό να με φωνάζει, μέχρι που φέτος την άνοιξη ένοιωσα ξαφνικά την ανάγκη να πάω στον Άγιον Όρος. Νάτη η «φωνή» σκέφτηκα και αμέσως σήκωσα το τηλέφωνο και είπα στον Ιωσήφ: «Φεύγω για το Άγιο Όρος, θέλεις να πάμε μαζί;». Νομίζω ότι η ιδέα τον ενθουσίασε, αλλά καθυστερήσαμε λίγο την αναχώρησή μας γιατί είχε κάποιες υποχρεώσεις.
Στις 19 Μαϊου φύγαμε πρωί-πρωί και μετά από μια βόλτα στα Λουτρά των Θερμοπυλών, τη σμαραγδένια λίμνη του Σκρα και την Κερκίνη, στις 21, ανήμερα Κωνσταντίνου και Ελένης, μπαίναμε στο καραβάκι στην Ουρανούπολη για να αποβιβαστούμε στο πρώτο μοναστήρι της επίσκεψής μας.
Για να πω την αλήθεια κάπως αλλιώς τα περίμενα τα πράγματα. Για παράδειγμα περίμενα να δω αδύνατους καλόγερους με καλογερικά ράσα, όπως έχω δει σε άλλα μοναστήρια, και γενικά μια λιτή υποδοχή και περιβάλλον. Αντ' αυτών βρεθήκαμε σε μια αίθουσα με πανάκριβα έπιπλα. Στο τραπέζι υπήρχαν νερό και λουκουμάκια και σε λίγο εμφανίστηκε ένας μεγαλοπρεπής ρασοφόρος, ο οποίος, με συμπεριφορά από αδιάφορη μέχρι ψυχρή, μας είπε να τον ακολουθήσουμε για να μας οδηγήσει στο δωμάτιό μας. Στο χέρι μου κρατούσα μια τσάντα με διάφορα τυποποιημένα φαγώσιμα για να τα δώσουμε στο μοναστήρι που θα μας φιλοξενούσε, κάτι σαν προσφορά ανταπόδοσης της φιλοξενίας. Το πόσο ηλίθιο ήταν αυτό το κατάλαβα αργότερα, αλλά και τη στιγμή που τα έδωσα κάτι άστραψε μέσα μου, από τον τρόπο που ο παπάς πήρε τη σακούλα. Σαν να του είχα δώσει τα άπλυτά μου, ας πούμε.
Ωστόσο, δεν θα σας περιγράψω το τι κάναμε και πώς περάσαμε τις τρεις μέρες της παραμονής μας στο Άγιον Όρος αφού αυτό το ανέλαβε ο Ιωσήφ που, κατά πολύ... περίεργο τρόπο, είδε και ένοιωσε τα ίδια πράγματα. Θα σας πω, όμως, γι’ αυτά που περίμενα να δω και τι, τελικά, είδα.
Την πρώτη εκείνη μέρα μετά την άφιξή μας ενημερωθήκαμε ότι στις 6 το απόγευμα ήταν η ώρα του εσπερινού, έτσι πήγαμε στο ναό του μοναστηριού. Η πρώτη εντύπωση που με... χάλασε, ήταν από τον πλούτο που υπήρχε μέσα σ’ αυτό το ναό. Στη συνέχεια άρχισαν να φτάνουν οι παπάδες, οι οποίοι δεν έμοιαζαν καθόλου με καλόγερους, όπως εγώ τους φανταζόμουν, αλλά ήταν ντυμένοι σαν επίσκοποι και κάθονταν στα στασίδια τους.
Και ο εσπερινός άρχισε με την ανάγνωση ενός ιερού κειμένου από έναν παπά σε μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα. Ωστόσο, γρήγορα κατάλαβα ότι δεν ήταν η γλώσσα άγνωστη, αλλά η ταχύτητα που διάβαζε ήταν τόσο μεγάλη, που ακόμα και ο ίδιος αμφιβάλλω αν καταλάβαινε τι έλεγε. Στη μια ώρα της διάρκειας αυτού του εσπερινού η ανάγνωση πέρναγε σε δυο-τρεις παπάδες οι οποίοι όλοι τους διάβαζαν στον ίδιο ρυθμό, λες και είχαν ταχύμετρο και συναγωνίζονταν στην ταχύτητα της ανάγνωσης. Η νυχτερινή λειτουργία άρχιζε στις 4 τα ξημερώματα αλλά αποφασίσαμε να μην πάμε. Τι νόημα θα είχε, άλλωστε, να καθόμαστε σ’ ένα στασίδι ακούγοντας κάποιον να διαβάζει ακαταλαβίστικα;
Την άλλη μέρα ξεκινήσαμε πολύ πρωί και με τα πόδια φτάσαμε στο επόμενο μοναστήρι, που ήταν το περίφημο Ρώσικο. Μέχρι εξωπραγματικό θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω. Μόλις περάσαμε την είσοδο του... κάστρου από κάπου άκουσα ψαλμωδίες. Κατευθυνθήκαμε κατά εκεί και μπήκαμε στον ναό. Ο ήχος που ερχόταν από το ιερό του ναού ήταν πράγματι ουράνιος. Δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό και ενεργοποίησα την φωτογραφική μηχανή-βιντεοκάμερα που είχα στην τσέπη μου για να καταγράψω μόνον τον ήχο και να σας τον μεταφέρω. Και μόνον γι’ αυτό το άκουσμα άξιζε η επίσκεψή μας στο Ρώσικο μοναστήρι.
Στο επόμενο μοναστήρι, που θα μας φιλοξενούσε για τη δεύτερη διανυκτέρευσή μας, ακολούθησα και τα δύο... προγράμματα των λειτουργιών, το απογευματινό και το μεταμεσονύκτιο, με την ελπίδα ότι θα ακούσω πάλι μια παρόμοια εκκλησιαστική χορωδία. Τίποτα όμως. Και εδώ τα ίδια με την πρώτη φορά. Διάβασμα ιερών κειμένων σε «fast forward», δηλαδή σαν να βιάζονταν να τελειώσουν και να την κάνουν για τα... κελιά τους (τα οποία έχουν εξελιχθεί σε πολυτελείς βίλες).
Τα υπόλοιπα του οδοιπορικού μας τα διηγείται ο Ιωσήφ, όπως αυτός ξέρει να κάνει πολύ καλά, όπου, όπως θα διαπιστώσετε και εσείς, υπήρξαν πολλές όμορφες στιγμές που άξιζαν την επίσκεψή μας στη χώρα του Άθω, γιατί, όπως είχε γράψει ο ίδιος σε παλιότερο άρθρο του: «Αν ο Θεός αγάπησε τη γη, τον τόπο αυτόν τον λάτρεψε».
Ωστόσο, δεν θα αμφισβητήσω ότι κάπου μέσα στα δάση σε μεγαλύτερα υψόμετρα και σε ταπεινές σκήτες ζουν κάποιοι καλόγεροι, που στη μοναχική ζωή τους βρήκαν αλήθειες και νοήματα, που αυτά, ίσως, οδηγούν στην Αγιοσύνη και στην ανακάλυψη του Βασιλείου των Ουρανών. Αυτούς, όμως, τους καλόγερους δεν τους βλέπεις εύκολα, για τον απλούστατο λόγο ότι έχουν απαρνηθεί συνειδητά τα εγκόσμια και με κανένα τρόπο δεν τα επιζητούν. Κάποτε-κάποτε κάποιος από αυτούς ξεσπάει και αφήνει γραφές για το πλησίασμα του Θείου, όπως ο Πατέρας Παϊσιος, και πολύ θα ήθελα να συναντήσω κάποιον από εκείνους. Για να είμαι ειλικρινής θα το προσπαθήσω, θεωρώντας ότι αφού το βουνό με φώναξε μια φορά θα το κάνει και πάλι. Και αυτή το φορά θα περπατήσω σε άλλα μονοπάτια, που οδηγούν σε απομονωμένες μορφές και όχι σε εκείνα που περνούν από τα μοναστήρια-αρχιτεκτονικά θαύματα γεμάτα χλιδή, με καλοζωϊσμένους «μοναχούς» που κυκλοφορούν με Defender και Mercedes και δεν έχουν καμία διάθεση να σου μιλήσουν.
Μπάμπης Κωνσταντάτος
Το σύντομο σχόλιο μιας φίλης.
Πόσο με εκνευρίζουν όλα αυτά τα "χαζά"... Εγώ θεωρούμαι "βρώμικη" και δεν μπορώ να μπω στην Αγία Τράπεζα απλά γιατί κάθε μήνα έχω κάτι που Εκείνος μου έδωσε με σκοπό να τεκνοποιήσω. Δεν μπορώ να πάω στο Άγιο Όρος και να θαυμάσω όλα αυτά τα μοναστήρια, ενώ κάποιοι από αυτούς που το κατοικούν κάνουν τα ΑΙΣΧΗ! Γιατί τόση υποκρισία;
Μαγδαληνή Ευθυμιάδου
ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟYΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΑΝΤΛΗΣΟΥΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΟΣΟΙ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΤΟΥΝ ΤΟ "ΑΓΙΟ" ΟΡΟΣ.
http://www.mountathosinfos.gr/pages/agionoros/pilgrims_info.gr.html