Κείμενο - φωτογραφίες - βίντεο : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ούτε καλημέρα δεν πρόλαβε να μου πει ο Γιώργος, εκείνο το ανοιξιάτικο πρωϊνό του Απρίλη, στο τηλέφωνο. Τόση ήταν η βιασύνη του να μου πει αυτό που είχε στο μυαλό του. "Κάνεις κέφι να πάμε με το φουσκωτό μια βόλτα μέχρι τη Τζια; Αν δεν έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις και δεν φοβάσαι τα... δύο μπωφόρ, έλα σε μια ώρα στο Πόρτο Ράφτη". Μοντάριζα ένα βίντεο εκείνη τη στιγμή αλλά, προτού αρχίσουν οι αναστολές μου και τα "πρέπει", έσωσα το θέμα, έκλεισα το lap top και καβάλλησα το παπί. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά είχα ήδη μπει στην Αττική Οδό για να κερδίσω χρόνο. Θαρρείς και με κυνηγούσαν! "Λες να μην προλάβω να πάω και φύγουν;", μονολογούσα από μέσα μου σε όλη τη διαδρομή...
Λίγο έλειψε να ξεχάσω πότε μπήκα για τελευταία φορά σε "κανονικό" φουσκωτό. Αυτό που πετάω, άλλωστε, δεν είναι "κανονικό". Πώς να πεις "κανονικό" ένα φουσκωτό που πετάει; Μου έλειπε, ως εκ τούτου, έντονα η συντροφιά Της. Κάποιοι ουρανοκατέβατοι τροϊκανοί μας έβαλαν τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι και μας έχουν κάνει να παραμιλάμε τα τρία τελευταία χρόνια. Τέτοιο λοιπόν στερητικό σύνδρομο πώς να το αντιμετωπίσω; Σε 40 περίπου λεπτά έφθασα στο Πόρτο Ράφτη, ενώ ο Γιώργος έψαχνε εις μάτην κοτσαδόρο για να ρυμουλκύσει το δεκάμετρο διμήχανο φουσκωτό του μέχρι τη γλύστρα. Καθώς καμμία μπίλια κοτσαδόρου, από αυτές που υπήρχαν στο parking, δεν ταίριαζε στη χούφτα του τρέϊλερ, επιστρατεύτηκε τελικά το δικό του 4Χ4.
Η χαρά και η αδρεναλίνη μου συναγωνίζονταν τη χαρά και την αδρεναλίνη του Βίκτορα, που δεν έβλεπε την ώρα να πιάσει τιμόνι. Εν τω μεταξύ τα πειράγματα, για το ποιος έκανε άντρα ποιον στη Θάλασσα, έδιναν και έπαιρναν. Εκείνη, προκλητικά ήσυχη για το μέγεθος ενός τέτοιου σκάφους, διευκόλυνε τη βιντεοσκόπηση και φωτογράφιση της σύντομης βόλτας μας.
Σε τριάντα πέντε μόλις λεπτά καλύψαμε τα 20 ν. μίλια από τον Ράφτη μέχρι τον φάρο του λιμανιού της Τζιας. Δεν ξέρω πώς ένοιωθαν οι υπόλοιποι της παρέας ούτε μπορώ να μιλήσω για λογαριασμό τους. Αυτό όμως που ένοιωθα εγώ, σίγουρα δεν μπορώ να το περιγράψω. Κανένας ηλεκτρονικός υπολογιστής, κανένα site "κοινωνικής" δικτύωσης δεν μπορεί να αναπληρώσει το μέγεθος της ψυχικής ευεξίας και πληρότητας που δίνει μια συνεύρεση μαζί Της.
Προτού απολαύσουμε την παγωμένη μπύρα, που μας προσέφερε η εντυπωσιακή γκαρσόνα στο Βουρκάρι, και "τσακίσουμε" τα... baby καλαμάρια στου Αρίστου, τα οποία επέμενε να τιμήσουμε ο Γιώργος, σκαρφαλώσαμε ασθμαίνοντας στην πλαγιά πάνω απ' τα σπίτια και τα μαγαζιά της παραλίας. Δεν υπάρχει τελικά πιο όμορφη εποχή από την άνοιξη. Χρώματα, μυρωδιές, φως και μια Θάλασσα να την πιεις στο ποτήρι και να μεθύσεις μαζί Της!
Περπατήσαμε, ανάμεσα σε μαργαρίτες και παπαρούνες, την ανατολική πλευρά του λόφου και κατηφορίσαμε στη δυτική, με φόντο τα σπίτια του λιμανιού της Κορρησίας. Περιέργως, αρκετά φουσκωτά σκάφη έκαναν αισθητή την παρουσία τους, τόσο στην Κορρησία όσο και στο "κοσμοπολίτικο" Βουρκάρι, εκείνο το Σάββατο. Έλειπαν βέβαια τα "μικρά" πεντάμετρα και εξάμετρα. Κανένα δεν ήταν κάτω από 9 μέτρα και ελάχιστα χωρίς καμπίνα! Σημεία των καιρών, χωρίς αμφιβολία.
Γιατί αυτός που μπορεί να έχει στην κατοχή του ένα δεκάμετρο διμήχανο καμπινάτο φουσκωτό, και να μην το πουλάει, σε μια εποχή μάλιστα πολύ ισχνών αγελάδων, έχει προφανώς και τα χρήματα να κάψει 3 λίτρα βενζίνης το μίλι. Τουτέστιν, 220 ευρώ για μια βόλτα 40 ν. μιλίων! Αν δε σ' αυτά προσθέσει κανείς και άλλα 50 τουλάχιστον ευρώ, για να φάει το κατι τις του, μαζί με την καπετάνισσα ή τον φίλο του, τότε εύκολα καταλαβαίνει γιατί εξαφανίστηκαν από τις θάλασσες τα "μικρομεσαία". Ακριβώς όπως χάθηκαν από την αγορά οι μικρομεσαίοι...