Επιμέλεια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ήμουν στο Κουφονήσι προχθές όταν ανέβασα το βίντεο με τους λουκουμάδες μπακαλιάρου. Μπήκε στα σχόλια λοιπόν ένας συνδρομητής και μου πρότεινε να μιλήσω στον παππού του, τον Στέφανο Σιγάλα, 94 ετών σήμερα, ο οποίος μένει στο Κουφονήσι και θα είχε σίγουρα πολλά να μου πει.
Δεν χρειάστηκε να ψάξω πολύ για να εντοπίσω τον κυρ Στέφανο. Μικρό το νησί, λίγοι οι κάτοικοι, γνωστοί όλοι μεταξύ τους. "Έλα αύριο το απόγευμα στις 7", μου είπε η σύζυγός του, η κυρία Σταυρούλα, "και θα σου μιλήσει". Ήμουν κάτι παραπάνω από συνεπής στο ραντεβού. 6.45 ήμουν στην αυλή του σπιτιού όπου μένει η οικογένεια του κυρίου Στέφανου Σιγάλα.
Τα πρώτα πράγματα που πρόσεξα στον αιωνόβιο σχεδόν κυρ Στέφανο ήταν το καθαρό βλέμμα του και η προθυμία του να μιλήσει για πράγματα και καταστάσεις του παρελθόντος που τον στενοχώρησαν. Μου μίλησε για τα πρώτα δύσκολα χρόνια στη Δονούσα, την Οδύσσεια να περπατήσουν μια ώρα δρόμο με τα παιδικά ποδαράκια τους, χωρίς παούτσια, για να πάνε από τη Μερσίνη στη Δονούσα όπου ήταν το σχολείο τους. Και άλλη μια ώρα δρόμο να επιστρέψουν αργά το απόγευμα στη Μερσίνη με μοναδική τροφή λίγα σύκα και ένα παξιμάδι!
Μου μίλησε για την εργασία του στο εργοστάσιο υποδηματοποιίας, όταν ήταν στην Αθήνα, και για τη δύσκολη δουλειά της φόρτωσης σιδηρομεταλλεύματος στην Αιγιάλη της Αμοργού. Λύγισε από τη συγκίνηση και δάκρυσε την ώρα που μου μιλούσε για τις περιπέτειες που έζησε στα βουνά της Ηπείρου αμέσως μετά το πέρας του πολέμου.
Και όταν ήρθε η ώρα να τον αποχαιρετήσω, να τον ευχαριστήσω που μοιράστηκε τις αναμνήσεις του μαζί μου και να του ευχηθώ να είναι καλά μέχρι τα βαθειά του γεράματα, ο κυρ Στέφανος απάντησε : "Ό,τι πει ο Θεός"...