Βρίσκομαι στο μπαλκόνι του σπιτιού μου καπνίζοντας νευρικά. Περιμένω να χαράξει και ένα από τα καμάρια μου να επιστρέψει από διασκέδαση. Στο μυαλό μου καρφωμένη η επιστολή σας προς τον πρωθυπουργό της χώρας. Δεν μπορώ ούτε συλλυπητήρια να σας απευθύνω για τον άδικο χαμό του Νικόλα σας. Θα ήταν τόσο τυπικό και συμβατικό. Δεν θα είχε κανένα νόημα. Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να ενώσω τη φωνή μου με τη δική σας, μήπως και κάποιοι «αρμόδιοι» ευαισθητοποιηθούν και κάνουν κάτι για τον δύσμοιρο αυτό τόπο. Ως γονιός καταλαβαίνω πολύ καλά πόσο κοπιάσατε για να «αναστήσετε» τον Νικόλα. Τα ξενύχτια, τις αγωνίες, τις ανησυχίες, τη βάσανο της νουθεσίας, τις χαρές μιας επιτυχίας, τις απογοητεύσεις μιας αποτυχίας, τον παρηγορητικό λόγο, όλα αυτά που βιώνει ένας πατέρας, πολύ περισσότερο όμως μια μητέρα, μεγαλώνοντας τα βλαστάρια της.
Και ξαφνικά διαπιστώνει με πολύ πόνο για πολλοστή φορά πως ουδείς ασχολείται σοβαρά με την προστασία των πολιτών αυτής της χώρας. Όλοι σπεύδουν κατόπιν εορτής να διορθώσουν, πάντοτε ανεπιτυχώς φευ, τα κακώς κείμενα, όταν μας βρει κάποια συμφορά. Οι δολοφόνοι, λέει, του Νικόλα σεσημασμένοι. Φυλακισθέντες και αποφυλακισθέντες. Και δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Επειδή έτσι ορίζει ο νόμος. Για την αποσυμφόρηση των φυλακών, λέει. Και πώς ξεφύτρωσε τέτοιος νόμος; Επειδή κάποιοι τον ψήφισαν. Οι αντιπρόσωποί μας. Κανένας από αυτούς δεν ζήτησε μία συγγνώμη για την ψήφο που έδωσε σε τέτοιο νόμο. Κανένας δεν υπέβαλε ακόμη ερώτηση στον υπουργό Δικαιοσύνης ως προς το πότε λογαριάζει να φέρει προς ψήφιση την κατάργηση του νόμου που επιτρέπει στους ειδεχθείς εγκληματίες να αποφυλακίζονται. Από οποιοδήποτε κόμμα.
Δεν θα θυμίσω τις τραγωδίες στη Μάνδρα και στο Μάτι που ακόμη αναζητούν υπευθύνους. Ούτε τον αυξανόμενο αριθμό των θανάτων από τον ιό του Δυτικού Νείλου, με τον οποίον ουδείς ασχολείται. Μηδέ το θέατρο που παίζουν οι ανάλγητοι πολιτικοί πάνω στις λάσπες και στ’ αποκαΐδια. Θα θυμίσω την περίπτωση Κόταρη, ο οποίος έχασε τη ζωή του, επειδή κάποιοι ελεεινοί αποφάσισαν να του κλέψουν την κάμερα, με την οποία πήγαινε να απαθανατίσει τις πρώτες στιγμές από την αναμενόμενη γέννηση του γιού του. Έτσι και με τον Νικόλα. Έχασε τη ζωή του, επειδή κάποιοι υπάνθρωποι αποφάσισαν να του κλέψουν το κινητό και τα λεφτά του την ώρα που απολάμβανε με την κοπέλα του την ολόφωτη Αθήνα από ψηλά. Κι’ αν ο Νικόλας κατάφερνε να αντισταθεί και έριχνε στον γκρεμό έναν από τους αλητήριους που του επιτέθηκαν; Ίσως να ήταν τώρα στη φυλακή, επειδή θα είχε υπερβεί, λέει, το όριο της νομίμου αμύνης. Καλλίτερα στη φυλακή, βέβαια, παρά στο χώμα, αλλά ο Νικόλας δεν ήταν τόσο τυχερός.
Θυμήθηκα τις στατιστικές για την εγκληματικότητα, τις οποίες επικαλέσθηκε και ο ανεκδιήγητος πρώην υπουργός Τόσκας. Στατιστικώς, είπε, η εγκληματικότητα μειώθηκε. Με τον θάνατο του Νικόλα απλώς αυξήθηκε κατά τι. Αμελητέα η διαφορά. Και βέβαια ουδείς τόλμησε να επισημάνει ότι το 58% των κρατούμενων στις υπερκορεσμένες φυλακές είναι αλλοδαποί, όπως οι δολοφόνοι του Νικόλα. Καθότι θα τον έπιαναν στο στόμα τους οι αλληλέγγυοι, οι δικαιωματίες, οι ανθρωπιστές και όλο το κακό συναπάντημα.
Ανέτρεξα σε άρθρο του Σταύρου Θεοδωράκη γραμμένο τον Ιανουάριο του 2014.
«Την 1η Νοεμβρίου 2013 είχαμε 12.900 κρατούμενους εκ των οποίων οι 7.600 είναι αλλοδαποί. Τα 33 καταστήματα κράτησης χωράνε 9.880 κρατούμενους».
58% οι αλλοδαποί τότε, που δεν είχαμε τα κύματα των λαθρομεταναστών του 2015. Και εισαγόμενη εγκληματικότητα λοιπόν. Στο όνομα του ανθρωπισμού επιτρέψαμε να πλημμυρίσουν την πατρίδα μας άνθρωποι απαίδευτοι, συνηθισμένοι σε άλλους τρόπους ζωής, χωρίς τις δικές μας αξίες, τις οποίες χλευάζουν οι αυτοαποκαλούμενοι αριστεροί κυβερνώντες που μερίμνησαν για το σύμφωνο συμβίωσης ομοφυλοφίλων, μετέχουν με καμάρι στις υπερήφανες παρελάσεις τους, προστρέχουν εις βοήθεια των λαθρομεταναστών, αλλά όχι των πολιτών στη Μάνδρα και στο Μάτι, και έχουν βάλει μπρος για τον χωρισμό Εκκλησίας και κράτους, λες και αυτό είναι το πρόβλημα της χώρας.
Ίσως σας κούρασα. Αλλά είναι τόσο μπερδεμένες οι σκέψεις μέσα μου. Είναι τόσο τραγικό να διαπιστώνεις κάθε μέρα ότι στην πατρίδα μας ζούμε από τύχη. Ότι πρέπει να δοξάζεις τον Θεό κάθε φορά που βλέπεις τα παιδιά σου να επιστρέφουν σώα και αβλαβή στο σπίτι, επειδή οι ταγοί μας είναι απατεώνες, ψεύτες, υποκριτές, ανήθικοι, ανάλγητοι.
Ξημέρωσε. Κάποια παιδιά, όπως και το δικό μου, γύρισαν στη ζεστή αγκαλιά του σπιτιού. Η αγωνία μου και τόσων άλλων τυχερών γονιών τελείωσε. Άλλη μια μέρα μόχθου και αγωνίας αρχίζει.
Πώς να κλείσω τούτο το γράμμα; Με το κοινότοπο «Μακάρι ο Νικόλας να είναι το τελευταίο Ελληνόπουλο που χάνεται άδικα»; Την έχω βαρεθεί αυτή την ευχή. Άλλωστε, δεν πιάνει.
Θα το κλείσω συγχαίροντάς σας που είχατε το σθένος να γράψετε αυτό το γράμμα στον πρωθυπουργό, ενόσω θρηνείτε τον άδικο χαμό τού Νικόλα. Κυρίως, επειδή το γράψατε γνωρίζοντας ότι θα αποτελέσει φωνή βοώντος εν τη ερήμω, αλλά το οφείλατε σε όλα τα άλλα Ελληνόπουλα που κινδυνεύουν καθημερινά, επειδή δεν υπάρχει κράτος, προ πάντων δε κράτος δικαίου. Με την κρυφή ελπίδα ότι ίσως βρεθεί έστω και ένας που θα ευαισθητοποιηθεί, ώστε να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα στου Φιλοπάππου, στο Πεδίον του Άρεως, στην Ομόνοια, στην πλατεία Βικτωρίας, στην καρδιά, δηλαδή, της Ελλάδας μας που αντιστέκεται με επιστολ[ι]ές όπως η δική σας.
Με εξαίρετη τιμή
Σωτήριος Καλαμίτσης