Η χώρα μου καίγεται, λεηλατείται, εκχωρείται, μοιράζεται, ασφυκτιά. Άνθρωποι πυρπολούνται από φωτιές ανεγκέφαλων. Άλλοι, απελπισμένοι από τα χρέη που τους πολιορκούν και αδυνατούν να πληρώσουν, αυτοκτονούν.
Ένα τμήμα της χώρας μου εκχωρείται στα παζάρια της τάχα μου Ενωμένης Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. Λαθρομετανάστες πλημμυρίζουν τη χώρα γράφοντας ένα σενάριο που μόνο σαν στημένο σκηνικό μιας φρικτής τανίας του μέλλοντος μπορεί να χαρακτηριστεί.
Οι νέοι μεταναστεύουν. Οι κάθε λογής απατεώνες και "σωτήρες" πληθαίνουν. Οι κυνικοί προδότες που έχουν καταλάβει τη γιάφκα του Κυνοβουλίου μένουν ακλόνητοι στις καρέκλες τους. Κι' εγώ αισθάνομαι ανήμπορος να κάνω ο,τιδήποτε για να αναστρέψω το κλίμα. Δεν μου αρκεί πια που αντιδρώ, γράφω, καταγγέλλω. Δεν μου αρκεί πια που κάνω τη δική μου ψυχοθεραπεία καταγράφοντας, φωτογραφίζοντας και βιντεοσκοπώντας ό,τι έχει μείνει ακόμη ζωντανό.
Δεν με χωράει πια αυτός ο τόπος. Θέλω να αποδράσω γιατί φοβάμαι πως το μυαλό μου θα με οδηγήσει σε παράξενες ατραπούς. Σε πράξεις οργής και αγανάκτησης που θα με στείλουν να συναντήσω πρόωρα τους φίλους που έφυγαν και θα στιγματίσουν για πάντα τους δικούς μου ανθρώπους...
Ιωσήφ Παπαδόπουλος.