Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

Ο σαλεπιτζής.

Του δημοσιογράφου Γιώργου Βαξεβανίδη (αναδημοσίευση από την διαδικτυακή εφημερίδα "Η Νέα Φωνή της Κάσου" http://kasosnews.wordpress.com/).

Η εικόνα του σαλεπιτζή όσο πάει και σπανίζει σήμερα στην Αθήνα.Πισωγυρίσματα στις στράτες του χρόνου έκαναν κάποτε μονάχα οι μνήμες. Η ζωή προχωρούσε μπροστά. Και ήταν τέτοιοι οι ρυθμοί, που ήταν αδύνατο να την προλάβεις κι' έλεγες πως έμεινες πίσω. Αυτή την αίσθηση είχα όταν παλιότερα μου μίλησε ένας φίλος για τον «γερασμένο» υπολογιστή του. Κι' όταν τον ρώτησα πότε τον αγόρασε, απάντησε: "Πρόπερσι". Μια φωτογραφία όμως, που είχε την καλωσύνη να μου στείλει ο Μιχάλης Σκουλιός, μ’ έβαλε σε βαθειά περισυλλογή. Ήταν η φωτογραφία ενός σαλεπιτζή.

Ο νους μου γύρισε στη δεκαετία του 1950. Ήταν τότε που τα εφηβικά ξενύχτια κρατούσαν συνήθως μέχρι τις μεταμεσονύχτιες ώρες. Κι' ήταν ο σαλεπιτζής κάτι σαν το νερό του διψασμένου στην έρημο. Κατέβαζε από τη μέση του το δοχείο και γέμιζε ένα γυάλινο ποτηράκι του κρασιού για να σου το προσφέρει.

Τότε δεν υπήρχαν ποτήρια πλαστικά. Κι' όλοι πίναμε από το ίδιο ποτηράκι, που ποτέ δε νοιάστηκα να μάθω με ποιο τρόπο ήταν πάντα καθαρό. Άλλωστε δεν ανησυχούσα. Κι' αυτό το ρόφημα μαλάκωνε και γλύκαινε το λαιμό, που ήταν ξεγδαρμένος από τη ρετσίνα και τη συμμετοχή στο τραγούδι της παρέας σε κάποιο πλακιώτικο ταβερνάκι.

Το σαμοβάρι του σαλεπιτζή.Αλήθεια, πόσα χρόνια είχα να δω σαλεπιτζή! Είχε χαθεί κι' αυτός, μαζί με τον καστανά και τη φουφού. Μαζί με τον στραγαλατζή και την τροχοφόρο πραμάτεια του με τα στραγάλια, τα φυστίκια, τον πασατέμπο. Κάπου-κάπου, στη σύγχρονη εποχή, ίσως να τύχαινες σε κανένα επαρχιώτικο πανηγύρι τον στραγαλατζή, της «γριάς το μαλλί» κι' ένα ταβλά με σάμαλι. Κι' εδώ στην Αθήνα ίσως να συναντούσες σε κάποιο πεζόδρομο τη στολισμένη λατέρνα. Αλλά όχι και τον σαλεπιτζή.

Κι' όλα αυτά τα χρόνια προχωρούσε η ζωή και χάσαμε τον σαλεπιτζή, τον στραγαλατζή, τον παπλωματά, τον τσαγκάρη της γειτονιάς κι' άλλες φιγούρες που ζούνε στις μνήμες μας. Κάποτε γυρίζουν στο νου και πλημμυρίζουν την ψυχή με τόνους νοσταλγίας γι’ αυτά πού πέρασαν σ’ άλλη διάσταση και χάθηκαν από την καθημερινότητά μας.

Καθώς όμως ταξίδευε ο νους μου στα περασμένα κι' είδα τον σαλεπιτζή να γυρίζει στο σήμερα, αλλά και να φυτρώνουν σαν μανιτάρια τα μαγαζιά που αγοράζουν χρυσό και κοσμήματα, ενώ τα άλλα μαγαζιά κλείνουν το ένα μετά το άλλο, σκέφθηκα : Τώρα δεν είναι οι μνήμες που μας γυρίζουν πίσω στον χρόνο. Είναι η ίδια η ζωή. Κι' ελπίζω να μην έρθουν μέρες που θα πλένει η μάνα με το πράσινο σαπούνι και την αλυσίβα στη σκάφη και που θα ζεσταίνει το νερό στη γκαζιέρα για να κάνουμε μπάνιο.

Το εύχομαι, από καρδιάς, και το ελπίζω.