Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Το έχουν τερματίσει οι πωλητικοί μας. Το θα και θα και θα δίνει και παίρνει κάθε μέρα. Ο σύζυγος της Μαρέβας θυμήθηκε το ΕΣΥ, το οποίο θα έχει βελτιώσει στο έπακρο εντός 2 ετών. Με τη συνδρομή των ευρωβουλευτών άραγε; Ξέχασε τα απογευματινά ιδιωτικά χειρουργεία στα δημόσια νοσοκομεία. Ο σύζυγος τού Τάϊλερ θα φέρει την κοινωνική δικαιοσύνη ….. αδιαμεσολάβητα.
Και σκάει το σκάνδαλο των λαδιάρηδων εφοριακών που εκμεταλλεύονταν τη θέση τους και εκβίαζαν. Εκβίαζαν τους μη νομοταγείς προφανώς, αφού, όταν δεν έχεις να φοβηθείς την κάθε κουφάλα, δεν υποκύπτεις σε εκβιασμούς.
https://makpress.blogspot.com/2024/05/blog-post_83.html
Για εκατό χιλιάρικα που ενθυλάκωσαν ληστρικά τα λαμόγια. Για τα € 6 εκ. που έχει καταγγείλει με αδιάσειστα στοιχεία ο Γεώργιος Μπούτος, ότι ενθυλάκωσαν παρανόμως από το Δημόσιο, τσιμουδιά. Όλα καλώς καμωμένα. Δεν εκβίασαν κανέναν οι συγγενείς δικαστών και πωλητικών. Τα έπαιρναν χωρίς να τα δικαιούνται, αλλά χαλάλι τους. Κι’ όταν μερικοί δημοσιογράφοι κατήγγελλαν τους λαδιάρηδες εφοριακούς, οι αρμόδιοι ποιούσαν την νήσσαν.
https://makpress.blogspot.com/2023/12/blog-post_67.html
Πάντως, οι επίορκοι εφοριακοί θα απολαμβάνουν του τεκμηρίου αθωότητος και θα εισπράττουν τις μισές αποδοχές τους όσο θα βρίσκονται σε αργία. Τόδε αποφάσισε το Κατρούγκαλος και το κώμα τού συζύγου τού Τάιλερ. Και φυσικά δεν τόλμησε να αλλάξει ο σύζυγος της Μαρέβας.
Νόμος 4325/2015
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Άρθρο 3
Αποκατάσταση του τεκμηρίου αθωότητας στην πειθαρχική διαδικασία
1. Οι διατάξεις του άρθρου πρώτου του Ν. 4057/2012 (Α` 54), των περιπτώσεων 1-9 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παρ. Ζ` του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (Α` 222), του άρθρου 14 του Ν. 4111/2013 (Α` 18), της παρ. 6 του άρθρου 25 του Ν. 4203/2013 (Α` 235), των άρθρων 14, 15 και 16 του Ν. 4210/2013 (Α’ 254), των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 29 του Ν. 4305/2014 (Α` 237) και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 69 του Ν. 4310/2014 (Α` 258) καταργούνται.
2. Το άρθρο 103 του Ν.3528/2007 (Α` 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 103 Αυτοδίκαιη αργία
1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία:
α) Ο υπάλληλος ο οποίος στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία, ύστερα από ένταλμα προσωρινής κράτησης ή δικαστική απόφαση, έστω και αν απολύθηκε με εγγύηση.
β) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση της πειθαρχικής απόφασης και λήγει την τελευταία ημέρα της προθεσμίας άσκησης προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την ημέρα που δημο- σιεύθηκε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή.
γ) Ο εκπαιδευτικός ή υπάλληλος που υπηρετεί σε σχολείο, σε βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για οποιοδήποτε έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
2. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στα καθήκοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο έχει τεθεί σε αργία. 3. Η διαπιστωτική πράξη θέσης σε αργία ή επανόδου εκδίδεται από το αρμόδιο για το διορισμό όργανο.»
3. Το άρθρο 107 του Ν.3584/2007 (Α` 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 107
Αυτοδίκαιη αργία
1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία:
α) Ο υπάλληλος ο οποίος στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία, ύστερα από ένταλμα προσωρινής κράτησης ή δικαστική απόφαση, έστω και αν απολύθηκε με εγγύηση.
β) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση της πειθαρχικής απόφασης και λήγει την τελευταία ημέρα της προθεσμίας άσκησης προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την ημέρα που δημοσιεύθηκε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή.
γ) Ο υπάλληλος που υπηρετεί σε σχολείο, σε βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για οποιοδήποτε έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
2. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στα καθήκοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο έχει τεθεί σε αργία.
3. Η διαπιστωτική πράξη θέσης σε αργία ή επανόδου εκδίδεται από το αρμόδιο για το διορισμό όργανο.»
4. Το άρθρο 104 του Ν.3528/2007 (Α` 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 104
Δυνητική θέση σε αργία
Αναστολή άσκησης καθηκόντων
1. Αν συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος μπορεί να τίθεται σε αργία ο υπάλληλος, κατά του οποίου:
α) Έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την υπηρεσία. Ειδικά, προκειμένου για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος ο υπάλληλος μπορεί να τίθεται σε αργία εφόσον έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο για το αδίκημα αυτό.
β) Έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης ή
γ) υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για έκνομη διαχείριση, οι οποίες στηρίζονται σε έκθεση της προϊσταμένης αρχής ή αρμόδιου επιθεωρητή.
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας.
3. Η πράξη, με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντά του, εκδίδεται από τον οικείο Υπουργό ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή, αν δεν υπάρχει, από τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ύστερα από γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου. Για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το πειθαρχικό συμβούλιο.
4. Μετά την πάροδο έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να γνωμοδοτήσει για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσεως του υπαλλήλου σε αργία.
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση στον υπάλληλο της σχετικής πράξης. Ο υπάλληλος επανέρχεται στα καθήκοντά του από την κοινοποίηση της πράξης επαναφοράς ή αυτοδίκαια από την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν συνεπάγεται έκπτωση ή της πειθαρχικής απόφασης, η οποία δεν επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης ή από τη συμπλήρωση της διετίας κατά την προηγούμενη παράγραφο.»
5. Το άρθρο 108 του Ν.3584/2007 (Α` 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 108
Δυνητική θέση σε αργία
Αναστολή άσκησης καθηκόντων
1. Αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος μπορεί να τίθεται σε αργία ο υπάλληλος, κατά του οποίου:
α) Έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την υπηρεσία. Ειδικά, προκειμένου για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος ο υπάλληλος μπορεί να τίθεται σε αργία εφόσον έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο για το αδίκημα αυτό.
β) Έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης ή
γ) υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για έκνομη διαχείριση, οι οποίες στηρίζονται σε έκθεση της προϊσταμένης αρχής ή αρμόδιου επιθεωρητή.
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας.
3. Η πράξη, με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντά του, εκδίδεται από τον οικείο Υπουργό ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή, αν δεν υπάρχει, από τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ύστερα από γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου. Για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το πειθαρχικό συμβούλιο.
4. Μετά την πάροδο έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να γνωμοδοτήσει για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσεως του υπαλλήλου σε αργία.
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση στον υπάλληλο της σχετικής πράξης. Ο υπάλληλος επανέρχεται στα καθήκοντά του από την κοινοποίηση της πράξης επαναφοράς ή αυτοδίκαια από την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν συνεπάγεται έκπτωση ή της πειθαρχικής απόφασης, η οποία δεν επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης ή από τη συμπλήρωση της διετίας κατά την προηγούμενη παράγραφο.»
6. Το άρθρο 105 του Ν.3528/2007 (Α` 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 105
Συνέπειες αργίας
1. Ο υπάλληλος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αργίας απέχει από την άσκηση των κύριων και παρεπόμενων καθηκόντων του.
2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το υπόλοιπο ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση. Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για έκνομη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος των αποδοχών του που παρακρατήθηκε.
3. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται αποδοχές αργίας.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 31 - 35 του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται και κατά τη διάρκεια της αργίας.»
7. Το άρθρο 109 του Ν.3584/2007 (Α` 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 109
Συνέπειες αργίας
1. Ο υπάλληλος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αργίας απέχει από την άσκηση των κύριων και παρεπόμενων καθηκόντων του.
2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το υπόλοιπο ήμισυ ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση. Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για άτακτη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος των αποδοχών του που παρακρατήθηκε.
3. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται αποδοχές αργίας.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 38 - 42 του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται και κατά τη διάρκεια της αργίας.»
8. Η αυτοδίκαιη αργία που προβλέπεται στις καταργούμενες με την παράγραφο 1 διατάξεις λήγει αυτοδικαίως μετά από δεκαπέντε (15) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων αυτοδίκαιης αργίας που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 103 του Ν.3528/2007 και του άρθρου 107 του Ν.3584/2007 πριν από την τροποποίησή τους από τις ανωτέρω καταργούμενες διατάξεις. Εντός της ανωτέρω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ο οικείος Υπουργός, ο Πρόεδρος Ανεξάρτητης Αρχής, το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή αν δεν υπάρχει ο Πρόεδρος του συλλογικού οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και το αρμόδιο για το διορισμό όργανο στην περίπτωση των δημοτικών υπαλλήλων μπορεί να αποφασίσει με αιτιολογημένη απόφασή του την αναστολή άσκησης των καθηκόντων για όσους από τους υπαλλήλους αυτούς υφίσταται σχετικός επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, παραπέμποντάς τους με την ίδια απόφαση στο οικείο πειθαρχικό συμβούλιο για τη θέση τους ή μη σε δυνητική αργία με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 104 του Ν.3528/2007 ή με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 108 του Ν.3584/2007, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο αυτό.
«Σε περίπτωση που δεν έχει συγκροτηθεί το αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο ή υφίσταται αντικειμενική αδυναμία να συνεδριάσει για να αποφασίσει, κατά τα ανωτέρω, περί της θέσης σε δυνητική αργία, η σχετική προθεσμία για τη γνωμοδότηση του πειθαρχικού συμβουλίου παρατείνεται μέχρι την πρώτη συνεδρίασή του και πάντως όχι μετά τη 15η Σεπτεμβρίου 2015. Η ισχύς της διάταξης αυτής ανατρέχει στην ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Ν. 4325/2015.»
*** Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ.8 προστέθηκαν με το άρθρο 16
Ν.4332/2015, ΦΕΚ Α 76/9.7.2015.