Του Παναγιώτη Τραϊανού (το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2014).
Είναι άκυρες οι εκλογές όπου δεν υπήρχε συμμετοχή άνω του 50+1%.
Η νομική επιστήμη είναι μια επιστήμη της λογικής, η οποία μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τα μαθηματικά. Γιατί με «πράξεις» μπορεί να παράγει «αποτελέσματα». Στα μαθηματικά το 3, για παράδειγμα, είναι ένα αποτέλεσμα, το οποίο παράγεται με πολλούς τρόπους και όχι μόνον με έναν, 3=2+1, αλλά και 4-1 και 9/3, αλλά και 3*1 κλπ… Άπειροι διαφορετικοί συνδυασμοί αριθμών και πράξεων μπορούν να παράγουν ένα κοινό αποτέλεσμα.
Το ανάλογο μπορεί να γίνει και στην επιστήμη της νομικής με τους νόμους στη θέση των αριθμών. Στο Σύνταγμα, για παράδειγμα, υπάρχει το άρθρο 14, το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα του ανθρώπου στην έκφραση. Άρθρο 14.1. Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του Κράτους. Το Σύνταγμα διασφαλίζει αυτό το δικαίωμα με ένα άρθρο του. Το διασφαλίζει απόλυτα.
Από εκεί και πέρα υπάρχει το «εννοείται» το οποίο προκύπτει από τα «μαθηματικά» της νομικής επιστήμης. Απαγορεύεται να χτυπάς κάποιον με τον οποίον διαφωνείς. Απαγορεύεται να τον φτύνεις. Απαγορεύεται να τον φυλακίζεις. Απαγορεύεται να τον σκοτώνεις. Αν κάνεις οτιδήποτε από όλα αυτά, παραβιάζεις το Σύνταγμα. «Γράφει» πουθενά το Σύνταγμα «Απαγορεύεται να φτύνεις κάποιον με τον οποίο διαφωνείς»; «Απαγορεύεται να τον χτυπάς ή να τον κλωτσάς;» Όχι βέβαια. Εννοείται.
Εννοείται, γιατί αυτό το «αποτέλεσμα» έχει «παραχθεί» από την έννοια της προστασίας του «Δικαιώματος στην έκφραση». Το Σύνταγμα προστατεύει το «Δικαίωμα» και από εκεί και πέρα οτιδήποτε πιθανό ή απίθανο, γνωστό ή άγνωστο, προβλέψιμο ή απρόβλεπτο απειλεί αυτό το «Δικαίωμα», καθίσταται αντισυνταγματικό κι άρα παράνομο. Το Σύνταγμα έχει κάνει την «πράξη» και αφού έχει βρει το σωστό για το ίδιο «αποτέλεσμα», το προστατεύει, άσχετα με την «κατεύθυνση» που κάποιος το πλησιάζει και το απειλεί. Δεν «τσιμπάς» αυτόν που διαφωνείς, ψάχνοντας να βρεις τι λένε και αν λένε κάτι οι νόμοι για το «τσίμπημα». Απαγορεύεται να κάνεις οτιδήποτε απειλεί την διασφαλισμένη «πράξη» του Συντάγματος.
Τι σχέση έχει αυτό το οποίο λέμε με την έννοια της ΑΠΟΧΗΣ;
Πολλοί αμφισβητούν την πολιτική «αξία» της πράξης της ΑΠΟΧΗΣ. Μέχρι και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνέδεσε την αποχή με την έννοια της τεμπελιάς και της αδιαφορίας. Ο πανάσχετος Πρόεδρος, του οποίου η θέση καθιστά την άγνοιά του τουλάχιστον εγκληματική. Ο για άλλη μια φορά άσχετος Πρόεδρος, ο οποίος κάποτε ευχαρίστησε «προκαταβολικά» —και άρα πριν «αποφασίσει» η Βουλή— τους κομματάρχες για την επιλογή του στην θέση του. Μόνον γι’ αυτές τις δηλώσεις του θα έπρεπε να είχε ήδη παραιτηθεί. Να παραιτηθεί, γιατί δεν είναι δυνατόν ένας από τους θεμελιώδεις φύλακες του Συντάγματος να μην το κατανοεί. Δεν είναι δυνατόν ο επικεφαλής της Ελληνικής Πολιτείας να «βρίζει» τους απέχοντες και μάλιστα την στιγμή που αυτοί είναι η πλειοψηφία. Την στιγμή που αυτοί είναι ο κύριος όγκος της δημοκρατικής μας κοινωνίας.
Η ΑΠΟΧΗ «εννοείται» πως είναι πολιτική πράξη.
«Παράγεται» από το Σύνταγμα το ότι είναι πολιτική πράξη. Άρα, ως πολιτική «πράξη», θα πρέπει να «παράγει» και «αποτέλεσμα». Πραγματικό πολιτικό «αποτέλεσμα» και όχι απλά να καταγράφεται σαν στατιστικό μέγεθος στους καταλόγους των υπουργείων. Απλά πρέπει να έχεις τη λογική να κάνεις την «πράξη», η οποία «παράγει» το αποτέλεσμα αυτό. Ποιο είναι το πρώτο και βασικότερο άρθρο του Συντάγματος; Το Άρθρο 1, το οποίο προσδιορίζει το πολίτευμα και διασφαλίζει τη λαϊκή κυριαρχία.
Άρθρο 1.1. Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.
Τι μας λέει λοιπόν αυτό το άρθρο; Ότι το πολίτευμά μας είναι δημοκρατικό και άρα την λειτουργία του την διέπει η «αρχή της πλειοψηφίας». Ποιος είναι κυρίαρχος με βάση αυτό το άρθρο; Ποιος δηλαδή είναι κυρίαρχος και πρέπει να λειτουργεί με δημοκρατικό και άρα με πλειοψηφικό τρόπο; Ο λαός. Ο λαός είναι κυρίαρχος και για να «παράγει» αποφάσεις, πρέπει να λειτουργεί δημοκρατικά.
Αποφάσεις, οι οποίες έχουν σχέση με την ταυτότητα αυτών, που ασκούν εξουσία. Η «πράξη», δηλαδή, των διαφορετικών διατάξεων αυτού του θεμελιώδους συνταγματικού νόμου βγάζει ένα και μόνον «αποτέλεσμα». Ο ΛΑΟΣ είναι κυρίαρχος και αποφασίζοντας δημοκρατικά και άρα με την λογική της πλειοψηφίας, «διορίζει» τις εξουσίες που θα τον κυβερνήσουν.
Πρωτεύουσα έννοια δηλαδή του Συντάγματος δεν είναι η έννοια της Δημοκρατίας, αλλά η έννοια της λαϊκής Κυριαρχίας, η οποία εκφράζεται μέσα από την δημοκρατική λειτουργία. Όλα γίνονται για τον ΛΑΟ και απλά η Δημοκρατία είναι η «συμφερότερη» μέθοδος. Αν ο λαός αποφασίζει ότι θέλει Βασιλιά, τότε η Δημοκρατία μπαίνει στο «ντουλάπι». Ο κυρίαρχος λαός κάνει ό,τι θέλει. Όμως, η έννοια της κυριαρχίας είναι απόλυτη. Δεν υπάρχει κυριαρχία «αλά κάρτ». Δεν υπάρχει Κυρίαρχος «αν και εφόσον».
Κυρίαρχος είσαι, είτε μιλάς είτε σωπαίνεις.
Κυρίαρχος είσαι, είτε περπατάς είτε σταματάς. Αν είσαι κυρίαρχος μόνον όταν κάνεις αυτό, το οποίο σου λένε κάποιοι άλλοι, τότε κυρίαρχος είναι αυτός, που σου λέει τι να κάνεις. Όταν είσαι Κυρίαρχος, πάντα είσαι Κυρίαρχος. Κυρίαρχος είσαι είτε Συμμετέχεις είτε ΑΠΕΧΕΙΣ. Είσαι Κυρίαρχος και άρα με βάση την «πράξη» της Δημοκρατίας η κυριαρχία ακολουθεί —εφόσον από αυτήν εκφράζεται— την πλειοψηφία. Άρα, ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ είναι ο λαός ΑΚΟΜΑ και όταν η πλειοψηφία του ΑΠΕΧΕΙ από κάποιες διαδικασίες. Κυρίαρχος είναι όταν κάθεται στο «θρόνο» του και συμμετέχει και Κυρίαρχος είναι όταν σηκώνεται από τον «θρόνο» του και άρα δεν συμμετέχει.
Το πρώτο είναι εύκολα κατανοητό και περιγράφεται από το Σύνταγμα. Το δεύτερο όμως; Το δεύτερο απαιτεί «πράξη», εφόσον δεν περιγράφεται. Πώς δηλαδή εκφράζεται η κυριαρχία σου, όταν δεν συμμετέχεις; Όταν για παράδειγμα συμμετέχεις, η κυριαρχία εκφράζεται με τον απλό τρόπο, που «γράφει» ο συνταγματικός νόμος. Με την πλειοψηφία της Δημοκρατίας «παράγεις» αποτέλεσμα, το οποίο δίνει την εξουσία στους εκλεκτούς σου.
Όταν δεν συμμετέχεις τι συμβαίνει;
Όταν δεν συμμετέχεις, συμβαίνει κάτι άλλο, το οποίο δεν το «γράφει» ο συνταγματικός νόμος, αλλά «εννοείται». Ναι μεν δεν παράγεις αποτέλεσμα εξουσίας, εφόσον δεν «εκφράζεσαι», αλλά δεν χάνεις την κυριαρχία σου, εφόσον δεν μπορούν να παράγουν αποτέλεσμα οι «άλλοι» Οι «άλλοι», οι οποίοι είναι οι «απέναντί» σου. Οι «λίγοι», οι οποίοι συμμετείχαν, γιατί τους συνέφερε η αποχή σου. Οι «λίγοι», οι οποίοι μπορεί να είναι τύραννοι, βασιλείς, κομματάρχες, κομματόσκυλα, πονηροί κλπ. Όταν η πλειοψηφία του λαού, δηλαδή, ΑΠΕΧΕΙ, δεν χάνει ο λαός την κυριαρχία του, γιατί απλούστατα δεν μπορεί η μειοψηφία να τον «αντικαταστήσει». Δεν μπορεί να τον αντικαταστήσει και να «παράγει» αποτέλεσμα. Δεν μπορεί να παράγει το «αποτέλεσμα», το οποίο προβλέπεται από τη Δημοκρατία να παράγει η πλειοψηφία. Δεν μπορεί να φορέσει τη «στολή» του.
Αλίμονο, δηλαδή, αν δίναμε σε μειοψηφίες την δυνατότητα να παράγουν αποτελέσματα. Να τις αφήναμε να τρομοκρατούν, να απειλούν ή απλά να προκαλούν την απέχθεια ή την σιχαμάρα στον λαό κάθε φορά που είχαμε εκλογές και δεν τις συνέφερε η «άποψη» της πλειοψηφίας. Να ωθούν άμεσα ή έμμεσα στην «αποχή» και να αντικαθιστούν τον «απέχοντα». Να εκμεταλλεύονται —όπως συμβαίνει τώρα— την αποχή και να αντικαθιστούν τον «απέχοντα».
Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι, όταν στην οποιαδήποτε δημοκρατική διαδικασία η ΑΠΟΧΗ ξεπερνά το 50%, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της, είναι ΑΚΥΡΗ. Είναι άκυρη, όχι επειδή η ίδια η διαδικασία των εκλογών δεν τηρήθηκε στο έπακρο, αλλά γιατί απλούστατα δεν μπορεί η μειοψηφία να «παράγει» το αποτέλεσμα, το οποίο αποτελεί αρμοδιότητα της πλειοψηφίας να το «παράγει» και είναι αυτό που καθιστά τον λαό ΚΥΡΙΑΡΧΟ.
Η ΑΠΟΧΗ, όταν είναι πλειοψηφική, δεν «παράγει» δική της νομιμότητα, αλλά «παράγει» την παρανομία όλων όσων επιχειρούν ν” αντικαταστήσουν την πλειοψηφία. Η «παρανομία» στην περίπτωση αυτήν, επειδή δεν είναι αποτέλεσμα παράνομων πράξεων των συμμετεχόντων, απλά ακυρώνει τη διαδικασία και την καθιστά ΑΓΟΝΗ.
Η ΑΓΟΝΗ εκλογική διαδικασία θα εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι να «πειστεί» ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ λαός να συμμετάσχει, για να δώσει νόμιμη «εντολή» στους εξουσιαστές. Αναγκαστικά ΑΓΟΝΗ, εφόσον η μειοψηφία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δώσει «εντολή». «Εντολή» η οποία δεν θα προσβάλλεται και δεν θα αμφισβητείται από τίποτε και από κανέναν. Εκ του πονηρού σήμερα κάποιοι ψάχνουν τις απαντήσεις στους εκλογικούς νόμους.
Το Σύνταγμα έχει αποφασίσει άπαξ και δια παντός για την ταυτότητα αυτού, που δίνει «εντολές». Οι εκλογικοί νόμοι έχουν σχέση με την διαδικασία που προβλέπεται, για να δοθεί με νόμιμο τρόπο η «εντολή». Η διαδικασία όμως μπορεί να είναι άψογη, αλλά, αν λείπει ο Κυρίαρχος, είναι άκυρη. Άγονη, μέχρι να υπάρξουν τα δεδομένα που την καθιστούν γόνιμη. Νόμιμα Άγονη, όπως μπορεί ένας άψογα οργανωμένος πλειοδοτικός διαγωνισμός να είναι άγονος, επειδή δεν καλύπτονται οι ελάχιστες «αξίες». Μπορεί ένα παλάτι να πουληθεί για πέντε μπανανόφλουδες, ένα κονσερβοκούτι και τρία φιστίκια, επειδή στον κατά τα άλλα άψογο διαγωνισμό συμμετείχαν μόνον δύο homeless;
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και όταν σε μια εκλογική διαδικασία ο λαός απέχει.
Ο Κυρίαρχος λαός, ο οποίος έχει ως καθήκον —αλλά και αποκλειστικό προνόμιο— να δίνει «εντολές». Όταν δεν συμμετέχει, επαναλαμβάνεται η διαδικασία, γιατί δεν καλύπτεται το βασικότερο άρθρο του Συντάγματος. Όταν ο «βασιλιάς» δεν «μιλάει», δεν σημαίνει ότι το λόγο τον παίρνει ο υποτακτικός με το καθίκι, επειδή θέλει κι αυτός να μιλήσει. Όταν ο «βασιλιάς» δεν «απαντά», τον «ξαναρωτάς» και δεν παίρνεις τις «απόψεις» όποιου βρίσκεται γύρω του.
Αν δεν «απαντά», δεν το αντιλαμβάνεσαι σαν αδυναμία του, για ν’ απαντήσεις εσύ ή κάποιος άλλος στην θέση του. Αν δεν «απαντά», πρέπει να βρεις τον λόγο που είναι δυσαρεστημένος και δεν «απαντά». Πρέπει να βρεις τον λόγο που τον δυσαρεστούν οι υποψήφιοι και απέχει, αρνούμενος να τους δώσει «εντολή». Αν οι σημερινοί υποψήφιοι για την εξουσία είναι οι υπεύθυνοι της δυσαρέσκειας, η οποία εκφράζεται μέσω της Αποχής, είναι τουλάχιστον εγκληματικό να «νομιμοποιούνται» ακόμα πιο εύκολα, εκμεταλλευόμενοι αυτήν τη δυσαρέσκεια.
Αν ο κόσμος απεχθάνεται τους Καμίνηδες, είναι δυνατόν να τους νομιμοποιεί η Αποχή του; Αν ο κόσμος αρνείται επιδεικτικά να τους ψηφίσει, πώς είναι δυνατόν να καταλαμβάνουν τις θέσεις τους με τις λίγες ψήφους των συγγενών, των κομματικών και των Πακιστανών; Αν η «αξία» της θέσης του Δήμαρχου Αθηναίων είναι μεγάλης «αξίας» μπορεί να είναι νόμιμη η πλειοδοτική διαδικασία των εκλογών, η οποία την παραδίδει για 77.000 «φυστίκια» και δύο «μπανανόφλουδες»;
Ποια δημοκρατική διαδικασία μπορεί να είναι νόμιμη, όταν ποσοστά του επιπέδου του 15% και του 20% παράγουν εξουσίες; Ποια λαϊκή κυριαρχία διασφαλίζεται μέσα από τέτοια φασιστικά ποσοστά; Ποιος είναι αυτός ο ψευδοκυρίαρχος, ο οποίος, όταν «απέχει», δίνει τη δυνατότητα σε «νάνους» να τον αντικαθιστούν; Είναι κυρίαρχοι στον Δήμο Αθηναίων οι 487.764 πολίτες της Αθήνας, όταν τον Δήμαρχό της τον εξέλεξε μια μειοψηφία των 77.074 ατόμων και η οποία ούτε καν ελληνική δεν είναι, εφόσον πλαισιώθηκε από τις ψήφους χιλιάδων Αφγανοπακιστανών λαθρομεταναστών; Ποια είναι η ποιότητα της Δημοκρατίας στην αθηναϊκή κοινωνία, όταν υποτάσσει το 85% στην απόφαση του 15%;
Είναι οι Πειραιώτες «κυρίαρχοι» του Πειραιά, όταν 162.195 χιλιάδες πολίτες θα πρέπει να ανεχθούν και να υποστούν την εξουσία μιας δημοτικής αρχής, την οποία εξέλεξαν 25 χιλιάδες άτομα; Ποια είναι η ποιότητα της Δημοκρατίας στην πειραϊκή κοινωνία, όταν υποτάσσει το 84% στην απόφαση του ασήμαντου 16%; Είναι τα 247.637 «καρντάσια» κυρίαρχοι στη Σαλονίκη, όταν μια γνωστή και αντιπαθής «κλίκα» 52.174 βολεμένων κομματικών, πολυπολιτισμικών και οικολογικών φασιστών εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις και αναρριχάται στην ιεραρχία της τοπικής εξουσίας;
Ρωτάμε λοιπόν τους διαπρεπείς Έλληνες συνταγματολόγους και τους Δικαστές. Υπάρχει κυριαρχία του λαού εκεί όπου δεν υπήρχε «απαρτία»; Μπορούν οι ίδιοι να κάνουν τις «πράξεις», τις οποίες απαιτεί η «μαθηματική» επιστήμη της νομικής; Προτείνουμε σε όλους τους πολίτες, οι οποίοι ανήκουν σε δήμους ή περιφέρειες, στις οποίες δεν υπήρχε «απαρτία», να θέσουν το θέμα υπόψιν της Δικαιοσύνης.
Προτείνουμε στον κυρίαρχο λαό, που για δικούς του λόγους επέλεξε τη «στείρα» πολιτική της ΑΠΟΧΗΣ, να την προστατεύσει ως πολιτική πράξη. Να φερθεί ως Κυρίαρχος και να απαιτήσει τα δικαιώματά του. Να μην επιτρέψει στις μειοψηφίες να «γονιμοποιήσουν» τις εξελίξεις, επειδή απλά λόγω συμμετοχής έτυχε να «μπορούν». Να προσβάλει τη νομιμότητα των αποτελεσμάτων. Οι πολίτες μπορούν και πρέπει να «ακυρώσουν» τις εκλογικές διαδικασίες όπου η αποχή τις καθιστούσε «άγονες».
Τέλος, προτείνουμε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να καθίσει επιτέλους και να διαβάσει το Σύνταγμα.
Προβλέπεται άλλωστε και στα καθήκοντά του. Αν δεν το καταλαβαίνει, ας απευθυνθεί στους ειδικούς. Κάθεται που κάθεται, χωρίς να κάνει τίποτε απολύτως, ας κάνει κάτι χρήσιμο. Δεν μπορούν όλοι να έχουν τη δική του τύχη και να επιβιώνουν τόσο πλούσια και τόσο τζάμπα και γι’ αυτό ίσως ΑΠΕΧΟΥΝ.
Απέχουν, για να διαμαρτυρηθούν στους μονίμως βολεμένους της «συμμετοχής», όπως είναι ο Πρόεδρος. Απέχουν, γιατί δεν αντέχουν άλλο την αδικία στο όνομα της Δημοκρατίας. Της Δημοκρατίας των «μονόδρομων» και των «ψευδοδιλλημάτων». Της απάτης, που τον φασισμό τον «βαπτίζει» σε «δημοκρατία» και την «μειοψηφία» σε «πλειοψηφία».
Η ΑΠΟΧΗ είναι πολιτική πράξη.
Μπορεί να είναι «στείρα», αλλά είναι «πράξη».
Μπορεί να μην «γονιμοποιεί» στην στελέχωση του συστήματος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι νομιμοποιεί τους φασίστες να το κάνουν στην θέση της.
Ο πρώην Συνήγορος του Πολίτη δεν ντρέπεται να πανηγυρίζει και να παριστάνει τον «νικητή» Δήμαρχο Αθηναίων με το γελοίο ποσοστό του 15%; Ως νομικός τα δικαιώματα τού 85% δεν τα «βλέπει» πουθενά; Η σημερινή αναισθησία και ανεπάρκειά του δεν αποτελεί ένδειξη, αν όχι απόδειξη, ότι ήταν εξίσου αναίσθητος κι ανεπαρκής όταν παρίστανε και τον Συνήγορο του Πολίτη;
@Παναγιώτης Τραϊανού 02/2014