Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Τί όμορφη αυτή η λέξη της κατακρεουργημένης και από τον πρωθυπουργό ελληνικής γλώσσας. Τη χρησιμοποιούσαμε πριν πολλά χρόνια αναφερόμενοι στους Έλληνες που είχαν ξενιτευτεί για μια καλλίτερη ζωή, αν δεν είχαν την τύχη να διορισθούν στο Δημόσιο. «Ξενιτευτεί», όχι μεταναστεύσει. Έπαιρναν τον δόμο για την ξενιτειά. Γερμανία, Βέλγιο, Αγγλία, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδάς. Συντεταγμένοι και με το πράσινο φως της αντίστοιχης πρεσβείας. Όλοι αυτοί αποτελούν τον απόδημο ελληνισμό που αριθμεί εκατομμύρια. Σχεδόν μία ολόκληρη Ελλάδα βρίσκεται εκτός συνόρων της επικράτειας.
Μοιραίως τη θυμήθηκα αυτή την άλλη Ελλάδα σήμερα που καλούμεθα να εκλέξουμε τους αντιπροσώπους μας στο Κοινοβούλιο, προκειμένου να εκτελούν τις εντολές Βαρδινογιάννη, Μελισσανίδη, Μαρινάκη, Κοπελούζου, Συγγελίδη, Σαββίδη, Μυτιληναίου, Λαυρεντιάδη κ.λπ. Αυτή η Ελλάδα θα απουσιάζει από τις κάλπες, μολονότι το Σύνταγμα όριζε ήδη από το 1975 ότι
«Άρθρο 51
………………….
4. ……………. Νόμος μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια».
και ορίζει από το 2001 ότι
«4. ……..Νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια…»
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η ψήφος στους ξενιτεμένους μπορούσε να δοθεί κατά το Σύνταγμα με νόμο που θα ψήφιζαν 151 βουλευτές, ίσως και 75 [άρθρο 67 Συντάγματος: Η Βουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών]. Όμως, οι υπέρ το δέον δημοκρατικές κυβερνήσεις κατέστησαν δυσχερέστερη την παροχή της δυνατότητας αυτής στους αποδήμους ορίζοντας το 2001 ότι απαιτούνται προς τούτο 200 ψήφοι. Κι’ έτσι το ζήτημα βρίσκεται ανέκαθεν στις ελληνικές καλένδες κυριολεκτικώς βουτηγμένο στο τέλμα τους.
Γιατί άραγε αυτή η αντιπάθεια των εκάστοτε κυβερνώντων προς τους ξενιτεμένους; Για τον ίδιο λόγο που τα ελληνικά Πανεπιστήμια δεν δέχονται στους κόλπους τους Έλληνες επιστήμονες που έχουν διαπρέψει στο εξωτερικό και έρχονται να προσφέρουν στην πατρίδα. Για τον ίδιο λόγο που ένας τμηματάρχης φροντίζει να θάψει έναν ταλαντούχο και μορφωμένο νεοπροσληφθέντα, ώστε να μη φανεί η γύμνια του.
Πώς να αποδεχθεί ο καθηγητής Χ που κληρονόμησε την έδρα από τον πατέρα του τον ανοιχτόμυαλο επιστήμονα Ψ που έχει κατακτήσει με την αξία του τη διεθνή αναγνώριση, αναλογιζόμενος ότι ο Ψ θα του φάει τη θέση; Θέση που με τόσες θυσίες κατέκτησε ο κ. Χ έρποντας και γλείφοντας;
Υπάρχουν, άλλωστε, σημαντικότερα ζητήματα, για ν’ ασχοληθούν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Γάμος ομοφυλοφίλων, διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας, απαλειφή από τα βιβλία της ιστορίας σημαντικών για το έθνος γεγονότων, καύση νεκρών [αλήθεια, τον Λένιν γιατί δεν τον έκαψαν;], κατάργηση παρελάσεων [γιατί στη Ρωσία, και επί σοβιετικού καθεστώτος, αλλά και στη Γαλλία πραγματοποιούνται στρατιωτικές παρελάσεις;], εξομοίωση ΤΕΙ με ΑΕΙ*, μεταθέσεις, αποσπάσεις, διορισμοί ημετέρων, αποποινικοποίηση ανομημάτων κολλητών, εκμαυλισμός πρόθυμων δικαστικών λειτουργών, ελληνοποίηση χιλιάδων λαθρομεταναστών, οι οποίοι θα ψηφίζουν «Αλέξι που έντωσε καρτιά».
Και ποιό είναι το φοβερό επιχείρημα των αρνητών της ψήφου των αποδήμων; Πρέπει, λέει, να ψηφίζουν μόνον όσοι κατοικούν στην Ελλάδα. Μόνο αυτοί πρέπει να έχουν λόγο για τον τρόπο που θα κυβερνηθεί η χώρα. Και τότε γιατί δεν διαγράφονται από τους εκλογικούς καταλόγους οι απόδημοι, αλλά τους δίνεται η δυνατότητα να παρατήσουν δουλειές, να ξοδευτούν και να έλθουν εδώ για να ψηφίσουν αλλοιώνοντας την επιθυμία των ενταύθα εγκαταβιούντων; Ερωτώ εγώ. Απάντηση στην απορία ουδεμία.
Ξέρεις τί είναι να έχει ο ξενιτεμένος τη άνεση να ψηφίσει, όπως ακριβώς ο Καρανίκας; Να έχει την άνεση να ψηφίσει ο Έλληνας που δεν ζη στην Ελλάδα και αγνοεί το μέγεθος ενός Μπαλαούρα, μίας κερά-Τασίας, μίας Μισέλ, ενός Κυρίτση, ενός Μίλτου και πολλών άλλων παιδιών, ώστε να μπορεί να κρίνει; Αυτός που βάδισε με την αξιοκρατία, την ευγενή άμιλλα και τον κάματο και δεν έτυχε ποτέ ν’ ακούσει υπουργό να αποφαίνεται ότι «η αριστεία είναι ρετσινιά» ή τον σύμβουλο στρατηγικού σχεδιασμού τού πρωθυπουργού να έχει ενστερνισθεί το δόγμα «η καριέρα είναι χολέρα»;
Πόσο άστοχος ήταν ο ποιητής που έγραψε, εξ αφορμής άλλων ιστορικών γεγονότων φυσικά, «αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας». Πόσο έχουν γελοιοποιηθεί πια αυτά τα «τους» και «μας» στη χώρα, όπου το προφανές δεν είναι αυτονόητο και η κοινή λογική αποτελεί είδος εν ανεπαρκεία!
*http://orthografos.blogspot.com/2019/06/blog-post_9.html#more