Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Η χθεσινή είδηση που επιβεβαιώνει την πικρία του φίλου μου, για την οποία έγραφα χθες [«Αισθάνομαι ως μεγάλη ήττα για την αξιοπρέπειά μου, το γεγονός ότι πλέον δεν μου κάνει εντύπωση ο,τιδήποτε παράλογο, προσβλητικό και προκλητικό ακούω...»]. Εις πείσμα του, όμως, εγώ αποφάσισα να συνεχίσω να εκπλήσσομαι με κάθε μαλακία που ακούω ή βλέπω και να αναφωνώ: «Μα τόσο ανεγκέφαλοι είναι όλοι;».
Πολίτης τις, λοιπόν, καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, ήθελε να ταξιδέψει από Καβάλα εις Θάσον. Όμως το πλεούμενο δεν είχε τρόπο να τον ανεβάσει στο σαλόνι του και, έτσι, ο συμπατριώτης ταξίδεψε στο γκαράζ μαζί με τα αυτοκίνητα.
Και καλά ο εφοπλιστής ή ο πλοιοκτήτης ή ο καπετάνιος ή ο τάδε και ο δείνα παρατρεχάμενος των υπηρεσιών τού εφοπλιστή ή πλοιοκτήτη. Αυτοί να δεχθώ ότι είναι τρόμπες ολκής. Το πλήρωμα, όμως, ρε φούστη μου; Δεν σκέφτηκαν 6, να μην πω 4, νοματαίοι να τον σηκώσουν στα χέρια και να τον μεταφέρουν στο σαλόνι; Κι’ αν όχι το πλήρωμα, δε συνταξίδεψαν 5-6 20άρηδες να τον πάρουν στους ώμους τους και να τον ανεβάσουν επάνω; Άει στο διάολο ρε τσογλάνια!!! Άει σιχτίρ ρε καθίκια! Γαμώ το φερλέκι μου γαμώ! Ου να μου χαθείτε όρνια!
Και τώρα ας γράψω γι’ αυτό που ενεπνεύσθην από χθεσινή ανακοίνωση του πρώην πορδυπουργού Σαμαρά. Ο Πρόεδρος, λέει, της ΟΙΕΛΕ επανήλθε επί θέματος λεπτού έχοντος να κάνει με την απόλυση προ ετών της καθηγήτριας Μπουλούτα από το Κολλέγιο Αθηνών. Η καθηγήτρια προσέφυγε στο δικαστήριο ισχυριζόμενη ότι η απόλυσή της ήταν καταχρηστική, καθότι έγινε, επειδή συνέλαβε τον υιό Σαμαρά αντιγράφοντα σε διαγωνισμό. Και μετά την ανακίνηση του θέματος από τον Πρόεδρο ης ΟΙΕΛΕ, ο πρώην πορδυπουργός εξέδωσε «σκληρή» ανακοίνωση, στην οποία έγραψε μεταξύ άλλων:
« … η Ελληνική Δικαιοσύνη με την απόφαση 1790/2015, που μάλιστα εκδόθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποίησε ότι οι κατηγορίες κατά του γιού μου ήταν αναληθείς και ότι η απομάκρυνση της καθηγήτριας δεν είχε καμία σχέση με τις συκοφαντίες αυτές».
Μάλιστα. Η απόφαση εκδόθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ. Άρα, δεν μπορεί να πει κανείς ότι ήταν δυσμενής για την καθηγήτρια, επειδή κυβερνούσε η ΝΔ. Δηλαδή ρε φιλάρα το ότι η απόφαση εκδόθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει ότι ο δικαστής δεν επηρεάσθηκε από τη ΝΔ και ότι θα μπορούσε να επηρεασθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ μόνον; Θες και τα λες ρε μάστορα ή σου ξεφεύγουνε; Και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων δεν συνέλαβε το χοντρό αυτό νόημα της σκληρής αυτής ανακοίνωσης;
Δια την ιστορίαν και επειδή η καθηγήτρια έχει εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο, οφείλω να πω δίκην μνημοσύνου ότι έχω ιδίαν αντίληψιν της επάρκειας και του ήθους της, εξ ου και έσπευσα να δώσω ένορκη βεβαίωση υπέρ των θέσεών της καθότι δίδαξε τρία από τα παιδιά μου. 20 χρόνια υπηρετούσε το Κολλέγιο και ουδείς είχε αντιληφθεί την ανεπάρκειά της; Αν ναι, γιατί δεν απελύθησαν ως ανίκανοι όλοι εκείνοι, τους οποίους κατόρθωσε να ξεγελάσει επί δύο δεκαετίες;
Άσταδιάλα ρε!
Υ.Γ. Έγραψα στα μέσα Μαΐου 2013 ένα σχετικό κείμενο, το οποίο, όμως, δεν δημοσιοποίησα επειδή αναμίχθηκα στην υπόθεση με την ένορκη βεβαίωση που είχα δώσει. Το δημοσιοποιώ τώρα:
«Διάβασα στην εφημερίδα «ΤΟ ΧΩΝΙ» της 28.04.2013 ρεπορτάζ για τη δίκη που έχει ανοίξει μεταξύ της καθηγήτριας Κυρίας Μπουλούτα και του Κολλεγίου Αθηνών. Το ρεπορτάζ έλεγε ότι η Κυρία Μπουλούτα είχεν απολυθεί ως ανεπαρκής μετά από 21 χρόνια θητείας στο σχολείο. Με την αγωγή της ζητεί από τη Δικαιοσύνη να κηρύξει την απόλυσή της καταχρηστική ως εκδικητική και να διατάξει την επαναπρόσληψή της. Ως εκδικητικότητα περιγράφει στην αγωγή της η Κυρία Μπουλούτα το γεγονός ότι τον Ιούνιο του 2012 είχε μονογράψει το διαγώνισμα του υιού τού πρωθυπουργού Σαμαρά, επειδή ο νεαρός κατελήφθη αντιγράφων.
Επιφυλακτικός, όπως πάντοτε, απέναντι σε τέτοια δημοσιεύματα, δεν πήρα θέση. Το επάγγελμά μου μού έχει μάθει να ακούω προηγουμένως και τις δύο πλευρές. Την επόμενη Κυριακή διάβασα στην ίδια εφημερίδα συνέχεια της ιστορίας, όπου αναπαραγόταν επιστολή του Διευθυντή του Γυμνασίου, ο οποίος εξεθείαζε την προσωπικότητα και την προσφορά της Κυρίας Μπουλούτα στο σχολείο 4 μήνες πριν από την απόλυσή της ως «ανεπαρκούς». Ρώτησα τότε τα τρία μεγαλύτερα παιδιά μου, που έχουν αποφοιτήσει από το Κολλέγιο, όπως και εγώ, ποία η γνώμη τους για την εν λόγω καθηγήτρια. Μόνον καλά λόγια είχαν να μου πουν.
Διάβασα και στο ιστολόγιο [taxalia] ένα άρθρο καταφερόμενο κατά της Κυρίας Μπουλούτα, επειδή δημοσιοποίησε την «αταξία» ενός ανηλίκου εκθέτοντάς τον στα μάτια της κοινής γνώμης. Οποία υποκρισία. Αν ο ανήλικος δεν ήταν υιός πρωθυπουργού εν ενεργεία, θα έχυναν άραγε τόσα κροκοδείλια δάκρυα;
Είχα την ευκαιρία να γράψω σε τούτο δω το ιστολόγιο ένα άρθρο την 17.11.2011 επί τη αναλήψει των πρωθυπουργικών καθηκόντων από τον συμμαθητή μου Λουκά Παπαδήμο. Του έγραφα τότε όλα αυτά που μας είχαν μεταλαμπαδεύσει οι καθηγητές μας στο σχολείο αυτό, το οποίο πολλοί λοιδορούν σήμερα, και τον εκλιπαρούσα να πολιτευθεί με βάση όσα μας είχαν διδάξει εκείνοι και όχι με βάση τα κελεύσματα των αγορών. Προσγειώθηκα, φευ, ανωμάλως για πολλοστή φορά. Μια ζωή αισιόδοξος και αφελής.
Θυμάμαι που όταν φοιτούσα εγώ σ’ αυτό το σχολείο, δεν υπήρχαν διακρίσεις μεταξύ επωνύμων και ανωνύμων. Η ισότητα σε απόλυτη εφαρμογή. Κι’ αν ο μαθητής δεν τα κατάφερνε στο δύσκολο και απαιτητικό πρόγραμμα του σχολείου, εκαλούντο διακριτικά οι γονείς του και τους συνιστούσαν οι καθηγητές να μεταφέρουν τον γιό τους σε άλλο σχολείο για το καλό του ίδιου, αφού ο ανταγωνισμός, στον οποίο δεν άντεχε, θα του προκαλούσε πρόσθετα προβλήματα. Σ’ εκείνο το σχολείο μαθητής δεν έμενε στην ίδια τάξη. Έφευγε. Εξαιρέσεις δύο που υπογραμμίζουν τον κανόνα.
Δεν θυμάμαι ποτέ να είχεν απολυθεί καθηγητής για ανεπάρκεια. Δεν θυμάμαι ποτέ να έχει υποκύψει η Διεύθυνση σε επιθυμίες επώνυμων. Το αντίθετο μάλιστα. Κάθε τέτοια παρέμβαση απεκρούετο πάραυτα και μετά βδελυγμίας. Η απάντηση ήταν «δουλειά μας και δουλειά σας».
Έτσι, βλέποντας τώρα ότι μία καθηγήτρια, για την οποίαν από κανένα δεν έχω ακούσει κακό λόγο, απολύεται ως ανεπαρκής, επειδή κακοκάρδισε το περιβάλλον του πρωθυπουργού ή το περιβάλλον αυτό ενήργησε κατά την εικαζομένη [;] βούληση του πρωθυπουργού, δεν άντεξα να μη γράψω πάλι για το δικό μου σχολειό και για τις αξίες και αρχές που μου εμφύσησαν οι πανάξιοι καθηγητές μου.
Την έχω συναντήσει και εγώ την Κυρία Μπουλούτα, όταν την επισκεφτόμουν για να πληροφορηθώ τα της προόδου των γόνων μου. Σοβαρή και κοφτή μού έλεγε τί ακριβώς συμβαίνει με τα παιδιά μου. Ήταν άριστα; Τα εξεθείαζε. Είχαν κάποιο στραβοπάτημα; Το επεσήμαινε και καθοδηγούσε. Τί άλλο θα μπορούσε να προσφέρει μια καθηγήτρια;
Βέβαια, το πρόβλημα που δημιουργήθηκε δεν είναι πρόβλημα του πρωθυπουργού. Είναι πρόβλημα του σχολείου. Από τη στιγμή, όμως, που έλαβε τούτου γνώση ο πρωθυπουργός, όφειλε, κατ’ εμέ, να παρέμβει και να αποκαταστήσει την τάξη. Αυτό με είχαν μάθει εμένα οι καθηγητές μου, οι οποίοι υπήρξαν καθηγητές και του πρωθυπουργού. Δεν μπορεί άλλα να δίδαξαν σ’ εμένα και άλλα στον πρωθυπουργό. Αυτό με είχε διδάξει και ο πατέρας μου, όταν μερικές φορές του είχα παραπονεθεί για την τάδε ή δείνα στάση κάποιου καθηγητή και τον προκαλούσα να παρέμβει. Η στερεότυπη απάντηση του πατέρα μου ήταν: «Δεν είναι θέμα δικό μου. Είναι θέμα δικό σου και του καθηγητή σου. Συζήτησέ το μαζί του και βρες λύση».
Το κείμενο τούτο το έγραψα αισθανόμενος την ανάγκη όχι τόσο να υπερασπισθώ την Κυρία Μπουλούτα, όσο για να υπερασπισθώ τις αρχές και τις αξίες που μου έδωσε το Κολλέγιο. Αρχές που είμαι βέβαιος πως ενστερνίζεται και η Κυρία Μπουλούτα. Επειδή, όμως, καθυστέρησα να το γράψω, οφείλω να εξομολογηθώ γιατί καθυστέρησα και γιατί αισθάνομαι άσχημα που καθυστέρησα. Θα θυμάστε όλοι την εκπληκτική ταινία «Πολίτικη κουζίνα» και την κορυφαία σκηνή, όπου ο Έλληνας της Πόλης δέχεται την επίσκεψη των Τούρκων μυστικών αστυνομικών που τον καλούν να μαζέψει την οικογένειά του και να εγκαταλείψει την Τουρκία. Αμέσως μετά οι μυστικοί τον καλούν στο σαλόνι και κάτι του ψιθυρίζουν. Εκεί τελειώνει η σκηνή. Πολύν καιρό μετά την έλευση του Έλληνα στην πατρίδα, σε μία άλλη σκηνή τον βλέπει η γυναίκα του σκεφτικό και τον ρωτάει το «γιατί». Τότε εκείνος της διηγείται τη σκηνή στο σπίτι τους στην Πόλη και της εκμυστηρεύεται ότι οι Τούρκοι αστυνομικοί του είπαν στο σαλόνι ότι θα μπορούσε να μείνει, αν αλλαξοπιστούσε, και εκείνος τους απήντησε «ΟΧΙ». «Σωστά τους απήντησες», είπε η γυναίκα του επιδοκιμαστικά, «Γιατί στενοχωριέσαι;». «Στενοχωριέμαι, επειδή καθυστέρησα μερικά δευτερόλεπτα να τους απαντήσω», είπε ο Έλληνας.
Αυτές οι σκηνές της ταινίας στριφογύριζαν στο μυαλό μου δυο βδομάδες τώρα. Να γράψω ή να μη γράψω για την Κυρία Μπουλούτα; Κι’ αν αυτά που θα γράψω έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην υπόθεσή της; Αν την βλάψουν;»