Του Νίκου Σαραντάκου.
Αν πάσχουν από κάτι αυτές οι σελίδες, είναι ότι δεν παρακολουθούν την επικαιρότητα, έστω τη γλωσσική επικαιρότητα. Πέρα από την χρόνια έλλειψη χρόνου, φταίει σ’ αυτό που δεν παρακολουθώ τηλεόραση, οπότε τα πιο ζουμερά μού ξεφεύγουν. Καμιά φορά, όταν ένα θέμα διαδίδεται κυρίως από τον γραπτό τύπο και όχι από την ταχυκίνητη τηλεόραση, όπως το πρόσφατο μπουρδολόγημα του υπουργού Παιδείας, που επανέλαβε όλες τις εθνικιστικές ανοησίες του Λερναίου κειμένου μπροστά στους δύστυχους μαθητές που βραβεύτηκαν στον διαγωνισμό επιχειρηματολογίας, μπορεί να προφτάσω να σχολιάσω πριν το θέμα φύγει από την επικαιρότητα, άλλες φορές όμως όχι.
Όμως, έτσι που είναι η κατάσταση με τα γλωσσικά μας, και ιδιαίτερα με τους γλωσσικούς μύθους που κάνουν κύκλους και επανέρχονται, είναι αναπόφευκτο ένας μύθος να έρθει ξανά και ξανά στην επικαιρότητα. Οπότε, και μια ανεπίκαιρη απάντηση έχει τελικά ελπίδες να γίνει επίκαιρη στο μέλλον.
Η λέξη debate, ας πούμε, είναι σίγουρο ότι θα ξανάρθει στην επικαιρότητα, τουλάχιστον στις επόμενες εκλογές. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007, όταν έγινε το περίφημο ντιμπέιτ των έξι πολιτικών αρχηγών, βρέθηκαν πολλοί που αναρωτήθηκαν, καλόπιστα, για την ετυμολογία της λέξης. Υπάρχει μια άποψη, που κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο, ότι το debate προέρχεται, τάχα, από την ελληνική λέξη δίβατον. Θα ρωτήσετε, τι είναι ή τι ήταν το δίβατον; Ας δούμε τι μας λέει ο Αθανάσιος Πλεύρης, ιός του γνωστού «διανοητή», βουλευτής πλέον του ΛΑΟΣ, σε άρθρο του που το έγραψε αμέσως μετά το ντιμπέιτ του Σεπτεμβρίου:
Το debate προέρχεται από την ελληνική λέξη δίβατον που αναφέρεται στο βήμα της Εκκλησίας του Δήμου, όπου αναπτυσσόταν πραγματικός διάλογος (ενώ, θέλει να πει ο φέρελπις πολιτικός, η συζήτηση των αρχηγών δεν ήταν πραγματικός διάλογος).
Πρέπει εδώ να πω όμως ότι δεν είμαι βέβαιος ότι ο ιός του Πλεύρη έχει την πατρότητα της ιδέας αυτής. Κατά πάσα πιθανότητα, η θεωρία για το δίβατον δεν είναι πλευρική πατέντα, αυτός απλώς την επαναλαμβάνει. Όπως ειπώθηκε από καλεσμένο σε εκπομπή της ΝΕΤ, περίπου την ίδια εποχή, το debate προέρχεται από το αρχαιοελληνικό δίβατον στην Πνύκα. Ήταν δηλαδή δύο εξέδρες επί των οποίων ανέβαιναν και αντιπαρέβαλλαν τις απόψεις τους δύο πολιτικοί αντίπαλοι στην αρχαία Αθήνα. Ο εν λόγω καλεσμένος δήλωσε αρχιτέκτονας. Για κάποιο περίεργο λόγο, αυτό θεωρήθηκε προσόν για τις ετυμολογικές του αναζητήσεις.
Εγώ πάντως την καινοφανή θεωρία για το δίβατον την πρωτάκουσα σε ένα φόρουμ μεταφραστών που είχαμε παλιά, όπου γίνονταν και ωραίες συζητήσεις για τη γλώσσα. Ένα μέλος του φόρουμ είχε βρει, σε μια γωνιά του Διαδικτύου, ένα ελληνικό ετυμολογικό λεξικό, φτιαγμένο από έναν ερασιτέχνη ο οποίος μάλιστα υποστήριζε το εξής ωραίο, ότι τα συμπεράσματά του τα έχει βγάλει όχι από λεξικά και συγγράμματα αλλά από συζητήσεις. Σε περίοπτη θέση στο εν λόγω «λεξικό» βρισκόταν το λήμμα debate, το οποίο, έλεγε ο συγγραφέας, επειδή προέρχεται από το δίβατον, το οποίο υπονοεί διάλογο μεταξύ δύο ατόμων, πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο όταν οι συζητητές είναι δύο. Στην πορεία της συζήτησης στο φόρουμ παρενέβη και ο ερασιτέχνης αυτός ετυμολόγος, ο οποίος, όταν του επισημάναμε ότι λέξη δίβατον δεν υπάρχει στην ελληνική γραμματεία, μας απάντησε ότι υπάρχουν ένα σωρό λέξεις που δεν τις έχουν τα λεξικά! Τη συζήτηση αυτή την έχω συμπεριλάβει σε παλιότερό μου άρθρο που μπορείτε να δείτε εδώ.
Να εξηγήσω τώρα γιατί κατά την ταπεινή μου γνώμη όλη η θεωρία της παραγωγής του debate από το δίβατον είναι μια μπαρούφα.
Πρώτον, λέξη δίβατον δεν υπάρχει καταγραμμένη πουθενά. Δεν υπάρχει στα λεξικά της νέας ελληνικής, δεν υπάρχει στα λεξικά της αρχαίας ελληνικής, δεν υπάρχει στο Liddell Scott, δεν υπάρχει στο TLG που έχει όλα τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που έχουν σωθεί. Όποιος υποστηρίζει ότι υπήρξε ποτέ τέτοια λέξη, πρέπει να μας δείξει σε ποιο αρχαίο κείμενο τη βρήκε ή να μας μάθει το μυστικό της απευθείας επικοινωνίας του με τους αρχαίους ημών προγόνους.
Δεύτερον, δεν έχουμε καμιά μαρτυρία (εγώ δεν ξέρω τουλάχιστον, όποιος ξέρει ας μου πει) ότι πράγματι υπήρχαν στην Πνύκα δύο εξέδρες που ανέβαιναν πάνω τους οι πολιτικοί αντίπαλοι στην αρχαία Αθήνα και ανέπτυσσαν τις απόψεις τους. Αφήνω δηλαδή το ότι, από την ελάχιστη «ενεργητική» αίσθηση που έχω από τα αρχαία, νομίζω ότι κι αν υπήρχε ένα τέτοιο πράγμα, δεν θα ονομαζόταν «δίβατον» με βάση τους κανόνες σχηματισμού της αρχαίας ελληνικής, επειδή όμως δεν έχω ανοιχτή γραμμή με τον Περικλή δεν επιμένω σ’ αυτό.
Τρίτον, έστω, ας παραδεχτώ για ένα δευτερόλεπτο ότι υπήρξε λέξη δίβατον αλλά περιλαμβανόταν στα χαμένα συγγράμματα της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας (αυτά που βρίσκονται κλειδωμένα στην… υπόγεια ραβινική βιβλιοθήκη της Ζυρίχης) κι έτσι δεν έφτασε ως εμάς. Πώς όμως πήγε στους άγγλους; Απευθείας; Πέταξε; Όχι βέβαια. Απευθείας περιπτώσεις δανεισμού από τα ελληνικά στα αγγλικά δεν υπήρχαν διότι δεν υπήρχαν απευθείας επαφές –κάποια άλλη γλώσσα θα μεσολάβησε. Αλλά ούτε στα λατινικά βρίσκουμε dibatum, ούτε κάποιον πιθανό απόγονό του σε ρωμανική γλώσσα.
Τέταρτον, έστω ότι υπήρξε το ανύπαρκτο δίβατον και έστω ότι έφτασε κατευθείαν στις βρετανικές νήσους (με κούριερ;) χωρίς να ακουμπήσει αλλού. Και πάλι, για λόγους φωνολογίας αποκλείεται το «δίβατον» να δώσει debate. Όλες οι ελληνικές λέξεις από δι- που έφτασαν στα αγγλικά δίνουν λέξεις από di-. Και αυτό ισχύει είτε ο δανεισμός είναι λόγιος (π.χ. δίπτωτος > diptote, δίπτυχος > diptych, δίλημμα > dilemma και άλλα πολλά) είτε ο δανεισμός είναι λαϊκός (δίμιτον > dimity). Γιατί το (ανύπαρκτο) δίβατον ν’ αποτελέσει εξαίρεση και να δώσει, αυτό μόνο, debate και όχι dibaty ή dibate; Για τα ωραία μάτια του ιού του Πλεύρη;
Πέμπτον, πριν ξεστομίσουμε ευχάριστες μπαρούφες, ας κάνουμε τον κόπο ν’ ανοίξουμε και κανένα λεξικό. Τι λένε τα λεξικά της αγγλικής για την ετυμολογίας του debate; Αν η ήδη προτεινόμενη ετυμολογία είναι αβέβαιη, η δική μας πρόταση κερδίζει πόντους. Αν υπάρχει εδραιωμένη ετυμολογία με ισχυρή εσωτερική ετυμολόγηση στην ξένη γλώσσα, πηγαίνουμε ξυπόλητοι στ’ αγκάθια. Τα λεξικά της αγγλικής λένε, για το debate:
Ρήμα debate < μεσοαγγλικό debaten < παλαιογαλλικό debatre (εξ ου και το σημερινό débattre) < de (που εδώ έχει την έννοια ‘ολοσχερώς’) + batre «χτυπάω» < υστερολατινικό battere < λατινικό battuere που επίσης σημαίνει χτυπάω, όρος του τεχνικού λατινικού λεξιλογίου, απαντά στον Πλαύτο.
Η παραπάνω ετυμολογική αλυσίδα είναι κρυστάλλινη, ολοφάνερη, δεν αφήνει ίχνος για παρερμηνεία ή αμφιβολία. Γίνεται νομίζω σαφές ότι η όλη θεωρία του δίβατου είναι κωμική.
Πώς όμως πείσθηκε τόσος κόσμος από τις μπαρούφες του Πλεύρη; Καταρχάς, πρέπει να πούμε ότι πράγματι είναι πολλές οι ξένες λέξεις που έχουν απώτερη ελληνική αρχή, έστω κι αν αυτό δεν φαίνεται αμέσως. Για παράδειγμα, και το πέναλτι ή η γκλαμουριά έχουν ελληνική την απώτερη αρχή τους (τις λέξεις ποινή και γραμματική αντίστοιχα). Οπότε, ο μη ειδικός, αυτός που δεν έχει μελετήσει την ετυμολογία, δεν έχει λόγο να μην πιστέψει αυτό που του λέει κάποιος, αρκεί να του το πει με ύφος περισπούδαστο. Έπειτα, κακά τα ψέματα, σε πολλούς από εμάς αρέσει η ιδέα να βρίσκουμε ελληνική αρχή σε ξένες λέξεις που τις χρησιμοποιούμε στον καθημερινό μας λόγο, είτε επειδή έτσι τις κάνουμε πιο οικείες, είτε επειδή αποενοχοποιούμαστε που χρησιμοποιούμε ατελώνιστη μια ξένη λέξη, είτε για χάζι. Πάνω σ’ αυτά τα απολύτως θεμιτά και ανθρώπινα, πατάει ο ελλαδέμπορος, ο ιός του Πλεύρη, οι τηλεβιβλιοπώλες, οι Γεωργαλάδες και οι Γεωργιάδηδες, και πλασάρουν την τσαρλατάνικη πραμάτεια τους.
Κι εδώ, δυστυχώς, επαληθεύεται η παροιμία που λέει ότι πέταξε ο παλαβός μια πέτρα στο πηγάδι και σαράντα γνωστικοί δεν μπορούν να τη βγάλουν. Διότι έρχεται ο άλλος, βγάζει από την κούτρα του ένα δίβατον, το πετάει στο πηγάδι, και πρέπει εσύ ν’ ανοίξεις σαράντα λεξικά, να ανατρέξεις τριάντα αιώνες πίσω, για να αποδείξεις ότι όλα είναι πλάσμα της φαντασίας του –ή της πονηριάς του. Και το κακό είναι, όπως μελαγχολικά έγραψε ο Παντελής Μπουκάλας, στην κριτική του βιβλίου μου «Γλώσσα μετ’ εμποδίων», οι μύθοι, ακόμα και οι ξηλωμένοι, ακούγονται γλυκύτεροι από τις άβολες αλήθειες. Ωστόσο, και λίγοι μόνο αναγνώστες να πεισθούν ότι είναι ψεύτικος ο μύθος που πλασάρεται από πλεύρηδες και λοιπούς για το δίβατον, κέρδος θα είναι σκέφτομαι.
ΥΓ Για να μην παρεξηγούμαι: η αναφορά στη «μυστική ραβινική βιβλιοθήκη της Ζυρίχης» όπου φυλάσσονται τάχα τα χαμένα αρχαιοελληνικά συγγράμματα, είναι εντελώς ειρωνική –πρόκειται για αστείο που είχαμε πριν από καμιά δεκαριά χρόνια σε μια ιντερνετική λίστα συζητήσεων.