Γράφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης.
Συμμετείχα και εγώ χθες στον διεθνή διαγωνισμό για τη χορήγηση 2 αδειών ίδρυσης και λειτουργίας παντοπωλείου στον βόρειο Τομέα των Άνω Δριμυκλάνων. Είχα υποβάλει κανονικά και εγκαίρως τα δικαιολογητικά για τη συμμετοχή μου, αλλά είχε καθυστερήσει η περιέλευση εις χείρας μου της εγγυητικής επιστολής αξιοχρέου και ανεγνωρισμένης τραπέζης [υπάρχει τέτοιο πράγμα;] ύψους € 300.000. Η εγγυητική περιήλθε εις χείρας μου ώρα 15:10 προχθές και κάθιδρως έσπευσα να την καταθέσω την 15:40. Υπεβλήθησαν ενστάσεις από τους λοιπούς διαγωνιζομένους παντοπώλες, οι οποίοι υποστήριξαν με σχοινοτενείς γνωμοδοτήσεις διαπρεπών συνταγματαλόγων και νομομαθών/ειδημόνων του Διοικητικού Δικαίου ότι το ωράριο της Υπηρεσίας της οικείας Γενικής Γραμματείας Σανού και λοιπών Εδώδιμων και Αποικιακών [ΓΓΣΛΕΑ] έληγε την 15:00, εξ ου και ήμουν εκπρόθεσμος. Ευτυχώς που οι ενστάσεις απερρίφθησαν, αφού στην εξ 73 σελίδων προκήρυξη του διαγωνισμού το μόνο που ορίζεται είναι ότι η εγγυητική πρέπει να κατατεθεί «το αργότερο μέχρι την προηγούμενη ημέρα της διεξαγωγής της δημοπρασίας». Δια τους γνωρίζοντας ελληνικήν ανάγνωσιν και γραφήν, εάν ο διαγωνισμός διεξήγετο, όπως συνέβη, την 30.08.2016, η εγγυητική έπρεπε να κατατεθεί μέχρι και την 28.08.2016 και όχι μέχρι και την 29.08.2016. Το «μέχρι» σημαίνει μέχρι «τότε» και όχι «μέχρι και εντός του τότε». Μόλις αρχίσει το «τότε», η προθεσμία έχει εκπνεύσει.