Επιμέλεια συνέντευξης : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Βίντεο - μοντάζ : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Μουσική τίτλων : Γιώργος Ρήγος.
Το πολεμικό μουσείο της Λέρου, που στεγάζεται στο τούνελ της Μερικιάς, το γνώριζα. Αυτό που δεν γνώριζα είναι ότι υπάρχει άλλο ένα πολεμικό μουσείο στη Λέρο, που είναι όμως το εξαιρετικό αποτέλεσμα μιας πολύχρονης προσπάθειας ενός ιδιώτη. Του Γιάννη Παραπονιάρη. Και ενώ η είσοδος στο τούνελ της Μερικιάς επιτρέπεται με την καταβολή ενός συμβολικού εισιτηρίου τριών έστω ευρώ, στο πολεμικό μουσείο του Γιάννη Παραπονιάρη η είσοδος είναι ελεύθερη! Αυτό από μόνο του αιφνιδιάζει ευχάριστα τον επισκέπτη, ιδίως όταν ακούσει από τα χείλη του Γιάννη Παραπονιάρη ότι στην πολύχρονη προσπάθειά του δεν βρήκε καμμία ανταπόκριση ούτε έλαβε κάποια βοήθεια από την πλευρά της Πολιτείας ή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Μαυρόασπρες φωτογραφίες από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των επικών μαχών που έδωσαν οι δυνάμεις των Άγγλών, των Ιταλών και των Γερμανών, προκειμένου να κρατήσουν στην κατοχή τους το όμορφο νησί και το εκπληκτικό φυσικό λιμάνι του, κοσμούν τους τοίχους του μουσείου του Γιάννη Παραπονιάρη, ενώ όπλα, οβίδες, παράσημα, νάρκες, εφημερίδες της εποχής, αλεξίπτωτα, τμήματα μαχητικών αεροπλάνων και προσωπικά αντικείμενα στρατιωτών εκτίθενται σε όλα τα σημεία του πέτρινου κτιρίου που έχει κτίσει ο Γιάννης Παραπονιάρης με δικά του αποκλειστικώς χρήματα και με την βοήθεια του γιου του.
Και ανάμεσα σε όλα αυτά το... παράπονο του Γιάννη Παραπονιάρη για τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις που έχουν αφεθεί στην τύχη τους, στη φθορά του χρόνου και στα... κατσίκια των κτηνοτρόφων που στεγάζονται και αποπατούν σε χώρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αφού αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της Λέρου.
Στη σύντομη αυτοβιογραφία του ο Γιάννης Παραπονιάρης αφηγείται :
Γεννήθηκα το 1954 στo νησί της Λέρου της Δωδεκανήσου, στην περιοχή της Αγίας Ειρήνης, κοντά στο Μύλο και το Μεροβίγλι. Με λίγα λόγια, στην καρδιά της Λέρου. Στο σημείο που βρισκόταν η πυροβολαρχία PL 127, με τα πιο σύγχρονα κανόνια της εποχής και στο οποίο ήταν εγκατεστημένο το στρατηγείο του Βρετανού ταξίαρχου Tinley κατά τη Μάχη της Λέρου το Νοέμβριο του 1943.
Αρκετά χρόνια μετά τον πόλεμο, όταν ήμουν ακόμη σε πολύ νεαρή ηλικία, εξακολουθούσαν και σώζονταν ακόμα πολλά αντικείμενα από τη Μάχη της Λέρου. Τεκμήρια που μαρτυρούσαν τους βομβαρδισμούς και τις σκληρές μάχες που έλαβαν χώρα στο νησί κατά τον αγώνα για την κατάληψή του. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι και στη Λέρο γράφτηκαν μερικές από τις πιο συναρπαστικές σελίδες της ιστορίας του Β΄.Π.Π.
Θυμάμαι τα σημάδια που υπήρχαν παντού, τους μεγάλους κρατήρες που άφησαν οι βόμβες, τα σπίτια και τα κτίρια που είχαν πληγεί από τους βομβαρδισμούς, το πλήθος των βομβών και οβίδων που δεν είχαν εκραγεί, τα χιλιάδες πυρομαχικά που ήταν διάσπαρτα και εγκαταλελειμμένα σε όλο το νησί και που ακόμα και στις μέρες μας βρίσκονται! Και όλα αυτά σώζονταν παρά το γεγονός ότι οι Βρετανοί φρόντισαν να πετάξουν στη θάλασσα εκατοντάδες χιλιάδες τόνους πολεμικού υλικού: χιλιάδες κράνη, όπλα, «καραβάνες», εκατομμύρια φυσίγγια και κάλυκες διαφόρων διαμετρημάτων και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, υπολείμματα από τη μάχη που ήταν πλέον εγκαταλελειμμένα στο βυθό της θάλασσας.
Αρκετά χρόνια αργότερα άρχισα να μαζεύω ό,τι αντικείμενο είχε γλυτώσει ακόμα από τη Μάχη της Λέρου. Από παλιατζήδες, εγκαταλειμμένα ή ξεχασμένα σε κάποια αποθήκη, πεταμένα σε κάποιο τοίχο ή κάποιο πηγάδι. Ήταν κατά κύριο λόγο οπλισμός και πυρομαχικά, για να μην είναι εύκολη η πρόσβασή τους από τα παιδιά, τα οποία είναι συνήθως πιο περίεργα από τους μεγάλους. Ήταν συνήθης πρακτική των γονέων μας να πετάνε τέτοια αντικείμενα στα πηγάδια, γι’ αυτό άλλωστε και έχουν καταγραφεί τόσο πολλοί θάνατοι και ακρωτηριασμοί μέχρι το 1945 (υπολογίζεται ότι έκτοτε υπήρξαν περίπου 900 θύματα σε όλο το νησί).
Βέβαια όσο τα χρόνια περνούσαν, μεγάλωνε και το ενδιαφέρον μου να ψάχνω για αντικείμενα από τη Μάχη της Λέρου. Μόνο που με την πάροδο του χρόνου τα αντικείμενα λιγοστεύουν, μέχρι που γίνονται δυσεύρετα και σπάνια: τότε τα αντικείμενα γίνονται συλλογή και για να ολοκληρωθεί μια συλλογή χρειάζεται να αφιερώσεις πολύ χρόνο, λ.χ. για να συντηρήσεις ένα αντικείμενο που για πολλά χρόνια ήταν εκτεθειμένο και διαβρωμένο από το χώμα ή από τη θάλασσα.
Πέρα από αυτό υπάρχει και το κόστος, είτε αυτό είναι οικονομικό είτε ηθικό, γιατί αν εξαιρέσει κανείς τις περιπτώσεις που άνθρωποι μου χάρισαν αντικείμενα (ελάχιστες οι εξαιρέσεις και τους ευχαριστώ θερμά) κατά βάσιν για να αποκτήσει κανείς κάποιο αντικείμενο πρέπει να δαπανήσει μέρος από το υστέρημά του.
Όταν διατηρείς μια συλλογή, έχεις και την περιέργεια να μάθεις την ιστορία του κάθε αντικειμένου, μόνο που αυτό δεν είναι πάντα εύκολο και συνήθως υπάρχουν ερωτήσεις που προσπαθείς να απαντήσεις. Οι απαντήσεις συνήθως έρχονται με την πάροδο του χρόνου, όταν και σταδιακά αποκτάς περισσότερες γνώσεις πάνω στο αντικείμενο. Θα έλεγα συνοψίζοντας ότι η φύλαξη και συντήρηση μίας συλλογής όπως η δική μου είναι δύσκολη υπόθεση, γιατί απαιτείται η συνδρομή τριών παραγόντων: χρόνος, χρήμα και γνώσεις.
Τέλος, είναι υποχρεωμένος να αναφέρω πως ο οπλισμός που έχω στη συλλογή μου είναι καθ’ όλα νόμιμος, παρά τις κατά καιρούς δικαστικές περιπέτειες που έζησα όταν βρέθηκα κατηγορούμενος για παράνομη οπλοκατοχή εξαιτίας της συλλογής μου. Μάλιστα, με την υπ’ αριθμ. 103/17-10-1996 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, αναγνωρίστηκε πανηγυρικώς ότι δεν είχα διαπράξει καμία αξιόποινη πράξη και ότι νομίμως βρίσκονταν στην κατοχή μου τα αντικείμενα της συλλογής μου, αφού προηγούμενος μάλιστα τα εν λόγω αντικείμενα είχαν ελεγχθεί από ειδικούς του Ελληνικού Στρατού.
Η ιστορία μου είναι η ιστορία ενός συλλέκτη με όλη τη σημασία της λέξης. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου με πραγματικό πάθος για τη νεότερη ιστορία του τόπου του, μια ιστορία που τη διηγούνται με το δικό τους τρόπο τα περίπου 3000 αντικείμενα της συλλογής μου. Σας προσκαλώ να την ανακαλύψετε.
Ακούστε όμως τι μου είπε ο Γιάννης Παραπονιάρης για το εκπληκτικό πολεμικό μουσείο του.