Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

Σωσίβιο και quick stop. Απλώς απαραίτητα.

Σχολιάζει ο Νίκος Σαρρής.

Φωτογραφίες : Περιοδικό "R.I.B. International" και διαδίκτυο.

Φορούσαν σωσίβια και είχαν την ευκαιρία να πιάσουν το σχοινί.Οι δύο - από χρόνια - φίλοι, συναντήθηκαν, όπως κάθε Παρασκευή απόγευμα, στο σπίτι τού ενός απ' αυτούς και έθεσαν σε κατάσταση λειτουργίας τον υπολογιστή , αφού πρώτα αφαίρεσαν το χειροποίητα πλεχτό από την οθόνη του. Πάνω και αριστερά στο γραφείο στο οποίο αυτός είχε βρει - κεντρικά - καταφύγιο, αναπαύονταν νωχελικά μια στίβα από παχειά και  ιλουστρασιόν περιοδικά τού ‘’ειδικού’’ τύπου, τα οποία συνομιλούσαν στη δική τους γλώσσα με τον λόφο από ξελογιάστρες μπροσούρες και προσπέκτους τών ονείρων, που είχαν με πολύ περπάτημα συλλεχθεί από το τελευταίο ‘’διεθνές σαλόνι’’, και τα οποία είχαν τοποθετηθεί στο μοναδικά ελεύθερο - δεξιά - διάστημα..

Έφτιαξαν αχνιστό καφέ, κάθισαν αναπαυτικά, βρίσκοντας με δυσκολία το ζωτικό τους χώρο ανάμεσα στα βολεμένα από πολλές ημέρες  ναυτικά αντικείμενα,  άναψαν τσιγάρο και προσπάθησαν να απαλλαγούν, νοητικά, από την κούραση τής δύσκολης - εργασιακά  - εβδομάδας. Είχε φτάσει η ώρα, να παρθεί η τελική τους  απόφαση.

Σωσίβια παντού και πάντα!Από χρόνια το στριφογύρναγαν στο μυαλό και το ανέλυαν σ' όλες τις συζητήσεις τους. Όμως , μια οι οικονομικές τους προτεραιότητες, μια η διαφωνία τών συζύγων τους, μια το μεγάλωμα των παιδιών, μια η επαναλαμβανόμενη σε συχνά – πυκνά διαστήματα οικονομική κρίση στην χώρα που ζούσαν, τους απέτρεπαν. Τούς έκαναν να αναβάλλουν την αγορά τού μέσου για την διαφυγή τους από την καθημερινότητα και την ενασχόλησή τους με αυτό που αγαπούσαν. Η θάλασσα  - από μικρά παιδιά -  τούς προσέλκυε και το ψάρεμα ήταν το μεράκι τους .

Συνδέθηκαν για άλλη μια φορά με τα διάφορα φόρα τα οποία ασχολούνταν με σκάφη και τα περιφερειακά τους, ανέτρεξαν στις σελίδες τών περιοδικών, τις οποίες είχαν από ημέρες κατάλληλα "τσακίσει" για να τις βρίσκουν με ευκολία, και ξεχώρισαν από τη στίβα τών διαφημιστικών εντύπων, αυτά που είχαν πια προκρίνει στο νου τους.

"Έπρεπε" να πάρουν την τελική τους απόφαση σήμερα. Άλλη αναβολή  δεν χωρούσε στο καταπιεσμένο - από χρόνια - θέλω τους. Τα προσφερόμενα σκάφη και τα περιφερειακά τους,  πλείστα, το ποσό που είχαν (με τόσες δυσκολίες ) συγκεντρώσει,  συγκεκριμένο, αλλά οι ανάγκες τους - ευτυχώς - μικρές. Τέσσερα έως πέντε μίλια απ’ την ακτή  να ανοίγονται για συρτή και καθετή, ολίγη από ψαροροντούφεκο, σπάνια για κάποιο παραγάδι. Περισσότερο  η επαφή τους με την πλανεύτρα, η ευχάριστη παρέα, το καλό καλαμπούρι , η απαραίτητη διαφυγή από τα τετριμμένα, τα οποία αργά αλλά μεθοδικά, σκλήραιναν την ψυχή και πλαδάρευαν το σώμα τους.

Μηχανή, υπήρχε διαθέσιμη. Μια πολύ παλιά "οκτάρα" τού πατέρα, γέρικη και με κοντό "πόδι" μεν, αλλά "σκυλί" μονάχο, όπως τούς έλεγαν όσοι την έβλεπαν τοποθετημένη από πολλά χρόνια στην πυλωτή τού σπιτιού τους. Τα σύνεργα και τα ψαρικά τα διέθεταν επίσης , πεπαλαιωμένα και αυτά αλλά γερά, τρέϊλερ θα χρησιμοποιούσαν το παρατημένο από χρόνια στο απέναντι οικόπεδο, άρα η βάρκα τούς είχε απομείνει απ΄ τα χρειαζούμενα.

Μπορεί κανείς να γελά μόνο όταν έχει λάβει τα μέτρα του.Και αποφάσισαν. Πρωί – πρωί τού Σαββάτου φούσκωσαν τα παραδομένα στη φθορά τού χρόνου λάστιχα  στο εγκαταλελειμμένο τρέϊλερ, το κότσαραν στη ι.χ. τους κούρσα και κίνησαν αμέσως για τον κατασκευαστή τού πλαστικού τους ελλείμματος, εμμέσως προς την τέρψιν τών συναισθημάτων τους. Εκείνος, μπρος στην αδιαπραγμάτευτη αποφασιστικότητά τους και στο ζεστό παρουσιασθέν παραδάκι, τούς παρέδωσε αμέσως τη μικρή (θεωρητικά, τεσσάρων μέτρων) βάρκα, χωρίς να μπει στην ουσία τών αναγκών και τών ζητουμένων τους. Τι να τους πει και τι να τους εξηγήσει άλλωστε; Φαινόταν καθαρά ότι τα είχαν μελετήσει όλα. Μαζί της, (αφού ήταν και τα χρήματα μετρητά), έκανε την καρδιά του πέτρα και τούς χάρισε όλα τα απαραίτητα εγκεκριμένα σωστικά, ωραία τακτοποιημένα σε μικρό εύκαμπτο σάκκο.

Σωσίβιο και quick stop. Ο μόνος σίγουρος τρόπος.Οι φίλοι, γεμάτοι από ενθουσιασμό, παρέλαβαν το τελευταίο κομμάτι των απαραίτητων για να πραγματοποιήσουν τ’ όνειρο, και προσπάθησαν να το βολέψουν πάνω στο γέρικο τρέϊλερ. Αυτό, διαμαρτυρήθηκε φωναχτά από το βάρος το οποίο δέχτηκε με έναν ανατριχιαστικά προειδοποιητικό μεταλλικό θόρυβο, και αφού κανείς τους δεν το έλαβε υπ΄ όψιν του , η βάρκα ακούμπησε  - μονόπαντα -  στα πεπαλαιωμένα ράουλα, ένα από τα οποία παρέδωσε το υλικό του στη φύση και διαλύθηκε εις τα εξ’ ων συνετέθη, αυθωρεί και παρά χρήμα. Τα υπόλοιπα όμως άντεξαν , (διαμαρτυρόμενα  - έστω -  εντόνως) και αυτό χαροποίησε τούς φίλους, οι οποίοι τοποθέτησαν τη μηχανή της στον καθρέπτη και φόρτωσαν όλα όσα είχαν στο portpackage  του ι.χ., μέσα της. Σχοινιά, αδιέκβατα δίχτυα, ψαροντούφεκα, φαγητά σε τάπερ, νερά, βενζίνη σε πεντάρια πλαστικά μπιτόνια από ηλιέλαιο, χρηστικά μικροαντικείμενα, ασημένιες εικόνες του Αη Νικόλα, όλα χώρεσαν κάπου. Το καινούριο σάκκο με τα σωστικά, τον βόλεψαν στο μοναδικό - πλωριό - ταμπούκι, μαζί με όλα τους τα πολύτιμα προσωπικά είδη, για να τα προφυλάξουν από τη θάλασσα.

Ποια θα είναι η επόμενη στιγμή χωρίς σωσίβιο και quick stop;Ήταν πλέον έτοιμοι και η μικρή κούρσα ξεκίνησε αγκομαχώντας από το πρόσθετο βάρος με κατεύθυνση το τοπικό λιμενικό σταθμό, όπου η νέα κατάσταση θα αποκτούσε τη νομιμότητα που τής έπρεπε. Ο οδηγός της, μη έχοντας ρυμουλκύσει άλλη φορά τρέϊλερ, αλλά και νοιώθοντας μια ανεξήγητη ανασφάλεια, προτίμησε την ομαλότητα τής Αττικής οδού για να φτάσει στον προορισμό του. Όταν όμως πέρασε τα χρυσοπληρωμένα διόδια, ανακάλυψε ότι η μεγάλη ταχύτητα τών άλλων οχημάτων, σε συνδυασμό με τη μικρή δική του, τον υποχρέωνε να κινείται στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, σ΄ αυτήν δηλαδή την οποία χρησιμοποιούν οι οδηγοί για τις εξόδους τους από τον αυτοκινητόδρομο. Προσπάθησε κάποιες φορές να κινηθεί δεξιά  και να αλλάζει αριστερότερα, όταν αυτό απαιτούνταν, αλλά όσες φορές και να το επιχειρούσε, δέχονταν οργισμένα τα κορναρίσματα από τούς οδηγούς οι οποίοι ήταν αριστερά του. Με τα πολλά, κατάλαβε ότι τα φλας στο τρέϊλερ δεν λειτουργούσαν και θυμήθηκε το φις τών ηλεκτρικών τού τρέϊλερ,  το οποίο δεν κούμπωσε με άνεση στην πρίζα τού κοτσαδόρου, ώστε να υπάρχει η - συμβατή - τροφοδοσία με την απαραίτητη ενέργεια σ΄ αυτά.

Έπρεπε να βρει άμεσα μια λύση και αποφάσισε να κινηθεί μονίμως αριστερότερα, αυξάνοντας παράλληλα την ταχύτητα τού οχήματος στα 100+ χιλιόμετρα ανά ώρα. Ο κινητήρας τού μικρού οχήματος δεν συμφωνούσε, αλλά τελικά υπάκουσε στην αύξηση τής ποσότητας τού παρεχομένου καυσίμου μέσα στο θάλαμο καύσης  και έστω μετά από λίγο χρόνο, κατάφερε να σταθεροποιήσει την ταχύτητα στην προσταγή τής ανάγκης. Το τρέιλερ όμως , κακοφορτωμένο, οπισθόβαρο και από πολλά χρόνια ασυντήρητο, άρχισε να ταλαντεύεται επικίνδυνα αριστερά - δεξιά, με αποτέλεσμα ο οδηγός, ο οποίος δεν είχε αντιμετωπίσει άλλη φορά τέτοια κατάσταση, να πατήσει με άγριο τρόπο τα φρένα. Τότε, η αδράνεια τής βάρκας ξεπέρασε την ογκούμενη δόνηση τής ταλαντεύσεως και η μικρή της πολυεστερική δελφινιέρα συγκρούσθηκε μετωπικά με το ασθενέστερο απ΄ αυτήν οπίσθιο παρμπρίζ  με έναν ανατριχιαστικό ήχο και ακολουθούμενη πιστά από την πλώρη τού ονείρου, αναπαύτηκε ανακουφισμένη πάνω στα προσκέφαλα τών πίσω ευρισκομένων καθισμάτων τού οχήματος.

Σπανίζουν, δυστυχώς, αυτές οι εικόνες στη χώρα μας.Οι δύο φίλοι είχαν φοβηθεί πια, για τα καλά. Δίπλα τους περνούσαν, κορνάροντας δαιμονισμένα, δεκάδες άλλα οχήματα, ενώ αυτοί είχαν ακινητοποιηθεί στην τρίτη από τα αριστερά λωρίδα τής Αττικής οδού, με την ακάλεστη επισκέπτρια βάρκα να έχει εισβάλλει στο ζωτικό τους χώρο, σταματώντας μισό μόνο μέτρο από τα κεφάλια τους. Ευτυχώς, τα οχήματα  ασφαλείας τού αυτοκινητοδρόμου, με το τεράστιο αναλάμπον βέλος στην οροφή τους, έφτασαν μέσα σε λιγότερα από 3 λεπτά στο σημείο και με τη βοήθεια τών, έμπειρων σε τέτοιου είδους καταστάσεις, ανθρώπων τους, όχι μόνο απετράπη η σύγκρουση άλλων οχημάτων στο ακινητοποιημένο δικό τους, αλλά κατάφεραν να το φέρουν με ασφάλεια  δεξιά, όπου και απομάκρυναν χειροκίνητα τον απρόσκλητο επισκέπτη. Όταν αυτό επετεύχθη, τους έδωσαν ιμάντες για την πρόσδεσή του στο όχημα - φορέα και τούς συνόδευσαν έως την έξοδο τού αυτοκινητοδρόμου, με ταχύτητα η οποία δεν ξεπερνούσε τα 60 χιλιόμετρα ανά ώρα. Αυτοί, αμίλητοι πια, οδήγησαν έως το στόχο τους και φτάνοντας στην εξωτερική είσοδο τού λιμενικού σταθμού , σταμάτησαν και άναψαν τσιγάρο. Μήπως να το αφήσουμε για σήμερα; ρώτησε ο ένας. Και μετά από όσα περάσαμε για να φτάσουμε έως εδώ, να εγκαταλείψουμε ; απήντησε ο δεύτερος.

Με βαρειά καρδιά κίνησαν προς την είσοδό του, κρατώντας υπό μάλης  όλα τα απαραίτητα έγγραφα για τη νομιμοποίηση τής βάρκας. Εισερχόμενοι, αμέσως διεπίστωσαν ότι ελάχιστοι λιμενικοί ευρίσκονταν μέσα στο κτίριο, αλλά και απογοητεύθηκαν όταν τούς είπαν ότι ο υπεύθυνος για τη διαδικασία ήταν στη θέση του από τις 9 έως και τις 12.
Ταυτόχρονα κοίταξαν τα ρολόγια τους και είδαν, ότι με τούτα και με τ΄ άλλα, ήταν πια  περασμένες μία! Από κοινού σκέφτηκαν να αποχωρήσουν και να πάνε έως τη γνωστή γλίστρα της περιοχής, έως ότου αποφασίσουν τι μέλλει γενέσθαι.

Εικόνα ρουτίνας στις θάλασσες τής Βόρειας Ευρώπης.Στο δρόμο γι΄ αυτήν , διεπίστωσαν ότι για άλλη μια φορά κάτι ακόμη δεν πήγαινε καλά και, ακινητοποιώντας το όχημα δεξιά, ανακάλυψαν ότι το αριστερό λάστιχο τού τρέϊλερ είχε χάσει όλο σχεδόν τον αέρα τον οποίο έπρεπε να διαθέτει. Επιτέλους, είπε ο ένας απ’ αυτούς με δυνατή φωνή. Τρίτωσε το κακό. Τι άλλο μπορεί να μας συμβεί μέσα στην ίδια μέρα; συμπλήρωσε ο δεύτερος ,  θαυμάζοντας το επαγωγικό πείσμα  τού φίλου του και  συμφωνώντας στην, περασμένη στο υποσυνείδητό του, πεπαλαιωμένη εικασία. Τώρα, με την αισιοδοξία τους ανεβασμένη λόγω τής πεποίθησής τους πως ό,τι είχαν να πάθουν το είχαν ήδη πάθει, δεν πτοήθηκαν από την έλλειψη ρεζέρβας για το τρέϊλερ, ούτε όταν ανακάλυψαν ότι ο γρύλος τού αυτοκινήτου δεν ήταν ο κατάλληλος για να εξαγάγουν τη λαβωμένη ρόδα από τη θέση της.

Τότε, χρησιμοποίησαν διάφορα φερτά υλικά, τα οποία βρήκαν πεταμένα στο δρόμο, ως υπομόχλια, και με τα πολλά κατάφεραν να προσαρμόσουν τον υπάρχοντα γρύλο στις απαιτήσεις τους και να αφαιρέσουν το πάσχον λάστιχο. Έβαλαν συναγερμό στο πληγωμένο αυτοκίνητο και εγκαταλείποντας τη βάρκα  κατευθύνθηκαν προς το κοντινό βουλκανιζατέρ, το οποίο - για καλή τους τύχη - ήταν εν λειτουργία.

Στούς αγώνες, σωσίβια και quick stop είναι απλώς αυτονόητα.Εκεί και το εγκατέλειψαν όταν ο υπάλληλος που τούς εξυπηρέτησε τούς βεβαίωσε ότι η βλάβη δεν προκλήθηκε από καρφί ή άλλο αιχμηρό αντικείμενο, αλλά από το γεγονός ότι το ίδιο το ελαστικό όχι μόνο είχε ως ημερομηνία κατασκευής το έτος 1988, αλλά είχε στη γόμα του αμέτρητα χιλιόμετρα με αποτέλεσμα να έχει "φάει τα λινά του". Πλήρωσαν το μεταχειρισμένο (άλλης μάρκας αλλά ιδίας διατάσεως)  ελαστικό που τούς έδωσαν, ως λύση στο πρόβλημά τους,  και με ατάσθαλο βήμα κίνησαν προς το σημείο στο οποίο τούς περίμενε - ισορροπώντας με (σαφή) κίνδυνο - η αποκατάσταση τής βλάβης και σε λίγα λεπτά όλα είχαν βρει το δρόμο τους, μαζί με τούς ίδιους προς τη θάλασσα η οποία με μαγικό τρόπο τούς καλούσε.

Η γλίστρα, στη γνωστή τους  – από χρόνια – κατάσταση,  ήταν ελεύθερη και αυτό αύξησε τη χαρά τους και εδραίωσε την απόφασή τους για μια μικρή ψαρευτική βόλτα, παρά το προχωρημένο τού μεσημεριού, όλα και όσα είχαν υποστεί, αλλά και το γεγονός ότι δεν είχαν αποκτήσει την άδεια πλεύσης όπως υπολόγιζαν. Είχαν βέβαια τη γνωστή δυσκολία τού να ευθυγραμμίσουν αυτοκίνητο και τρέϊλερ προς τη θάλασσα, αλλά με λίγες παραπάνω μανούβρες το κατάφεραν, με αποτέλεσμα η πολύπαθη βάρκα να βρεθεί - επιτέλους - στο φυσικό της περιβάλλον και εκείνοι (κουρασμένοι μεν, αλλά ευτυχείς) στην αρχή τού ονείρου τους.

Ο γέρικος, και μικρός για τα βάρη τα οποία είχαν την απαίτηση να σπρώξει,  κινητήρας,  ζωντάνεψε μετά από αλλεπάλληλες κορδονιές και παρά το γεγονός τού ότι ήταν ακατάλληλος λόγω κοντού ποδιού για τη συγκεκριμένη βάρκα, κατάφερε να υπερνικήσει όλα του τα προβλήματα και να σπρώξει το μικρό και βαρυφορτωμένο σκάφος προς το εσωτερικό τού κόλπου, σε μια αρυτίδιαστη θάλασσα, με μικρή, έστω, ταχύτητα.

Χάρμα οφθαλμών, με την ασφάλεια να είναι η πρώτη σκέψη.Οι δύο φίλοι δεν είχαν ως ζητούμενο την ταχύτητα και δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στο ότι χρειάσθηκαν μιάμιση ώρα για να ξεπεράσουν το μικρό νησάκι το οποίο έστεκε ακλόνητο στην είσοδο του κόλπου και να βρεθούν έξω απ’ αυτόν, στο σημείο όπου τούς είχαν βεβαιώσει ότι θα είχαν βέβαιη ψαρευτική επιτυχία, άλλοι πιο έμπειροι ψαρευτές. Έσβησαν τον κατάκοπο κινητήρα, έφτιαξαν τον καφέ τους, άνοιξαν τα τάπερ με τα σάντουϊτς και τα αναψυκτικά που άφριζαν στα πλαστικά (μίας χρήσεως) ποτήρια, όταν δόλωσαν τις καθετές.  Είχαν φτάσει επιτέλους στο στόχο τους, ξεπερνώντας όλες τις "ατυχίες" τους  και απολάμβαναν τη δύση τού ηλίου, μέσα στην γαλήνη τής γαλάζιας ξελογιάστρας, γεμίζοντας τα πνευμόνια τους με ιώδιο που αποσπούσε απ' αυτήν  το ελαφρό αεράκι, το οποίο είχε αρχίσει να πνέει στην περιοχή.
Ο ενθουσιασμός τους από τις εικόνες διαφόρων σκαφών τα οποία κινούνταν πλαναρισμένα και με ταχύτητα προς  την επιστροφή τού προορισμού τους και τα αλλεπάλληλα τσιμπήματα τών περαστικών ψαριών στα δολώματα τους, δεν τούς άφησε να αντιληφθούν την αύξηση της έντασης τού ανέμου, αλλά και τη μετατροπή του από Γαρμπή σε καθαρή  Όστρια, και το μόνο που τούς προβλημάτισε κάποια στιγμή ήταν το έντονο -  πια - λίκνισμα τής βάρκας πάνω στα δυναμωμένα κύματα και το ελαφρό σπρέϊ, το οποίο τούς πιτσίλιζε ανεκτά.

Να φορέσουμε νιτσεράδα;  ρώτησε ο ένας από τούς φίλους, όταν μια αιφνίδια ριπή τού ανέμου έκανε την ελαφρά του ένδυση να πλαταγίσει σαν να διέθετε φτερά.. Άρχισα να κρυώνω και έχω βραχεί λίγο. Και δεν την φοράμε; απήντησε ο δεύτερος. Να την δοκιμάσουμε κι' όλας, πρόσθεσε, ανεβάζοντας στη βάρκα με υπνωτιστική βραδύτητα άλλο ένα γοργοκίνητο αλλά νικημένο ψάρι, το οποίο πάλευε για τη ζωή του τα τελευταία λεπτά. Ώσπου να τις βρουν (στα ατάκτως αποθηκευμένα πράγματά τους) και να τις φορέσουν πάνω από τα βρεγμένα τους ρούχα, τα κύματα στην  φουσκωμένη πια θάλασσα  δημιουργούσαν λευκές κορυφές και το εκτοξευμένο από τον αέρα θαλασσινό νερό είχε γίνει ενοχλητικό. Τα διάφορα σκάφη τα οποία έβλεπαν πριν λίγη ώρα να επιστρέφουν στην ασφάλεια τού λιμανιού πίσω τους, είχαν ολοκληρώσει την πορεία τους και τώρα το μόνο πλεούμενο το οποίο παρέμενε εκτός ήταν η δική τους μικρή βάρκα. Να τα μαζέψουμε σιγά – σιγά, ψέλλισε ο ένας από τούς δύο. Νύχτωσε σχεδόν και έχουμε και την επιστροφή, είπε επιφυλακτικά. Ναι πάμε, απήντησε ο δεύτερος με πελδινό πρόσωπο, την ίδια ακριβώς στιγμή που ένα καλό κύμα εισέβαλε μέσα στο σκάφος τους, υπερπηδώντας με ευκολία  τη χαμηλή κουπαστή.

Σίγουρα δεν τα φορούν γιατί είναι Βάλε μπρος εσύ, να μαζέψω τις πετονιές εγώ , είπε με έντονη ανησυχία και  φωναχτά ο πρώτος, την ώρα ακριβώς που ένα άλλο – μεγαλύτερο – κύμα, ζηλεύοντας, ακολούθησε την ίδια πορεία και προσγειώθηκε στο εσωτερικό τής βάρκας, μουσκεύοντας όλα τα υπάρχοντά τους και αναθαρρεύοντας τις ελπίδες σε όσα από τα πιασμένα ψάρια δεν είχαν ακόμη παραδώσει το πνεύμα τους. Εσύ βρες τα σωσίβια, εγώ τη μηχανή, φώναξε ο ένας στον άλλον με δύναμη, λόγω τού αέρα που λυσσομανούσε πια και έκανε δυσκολότατη την επικοινωνία τους, ακόμη και στη μηδαμινή απόσταση στην οποία ευρίσκονταν. Το τρίτο κύμα,( μεγαλύτερο από τα δύο πρώτα), ήταν υπεύθυνο για το πλημμύρισμα και το "ίσα βάρκα – ίσα νερά", ενώ το τέταρτο που ακολούθησε ήταν εκείνο που ευθυνόταν για την πλήρη βύθισή της!

Οι δύο φίλοι βρέθηκαν μέσα στην αγριεμένη πια θάλασσα. Ο φόβος ανακατεύονταν με τα δάκρυα στα μάτια τους και το θαλασσινό νερό. Έβλεπαν τα κύματα βουνά, με τις λευκές τους κορυφές μέτρα ολόκληρα πάνω από τα κεφάλια τους, και άρχισαν χωρίς καμία απολύτως συνεννόηση , να προσεύχονται. Το βάρος από τα μουσκεμένα τους ρούχα, τούς βύθιζε στο νερό όλο και πιο συχνά κόβοντάς τους την ανάσα, αλλά τα αποτελέσματα τής υποθερμίας ήρθαν γρηγορότερα από τον πνιγμό, ενώ το αδύναμο αντιφέγγισμα τών σπιτιών τής Ραφήνας διακρίνονταν σαν σε όνειρο στα μάτια τους. Το άλλο πρωί, τα δύο άψυχα σώματα βρέθηκαν να επιπλέουν αρματωμένα και σχεδόν αγκαλιασμένα, σε κοντινό λιμανάκι. Μαζί. Όπως σ’ όλη τους τη ζωή, έτσι και στο θάνατο, δεν χώρισαν...

Με το βλέμμα τής σιγουριάς...Ο ένας από τούς δύο φίλους έκλεισε το περιοδικό, που διάβαζε φωναχτά, και με θυμό είπε στον παιδικό του φίλο ο οποίος άκουγε στεναχωρημένος την εξιστόρηση. Μα είναι ποτέ δυνατόν να συμβαίνουν τέτοιου είδους ατυχήματα στις μέρες μας; Τίποτα δεν έκαναν όπως έπρεπε; Ήταν φίλοι τής θάλασσας αυτοί;  Ήταν λογική και ναυτική συμπεριφορά; Οι, με θυμό ειπωμένες, ρητορικές του ερωτήσεις, απομάκρυναν τούς γλάρους οι οποίοι πετούσαν σε χαμηλό ύψος ερευνώντας εξονυχιστικά την περιοχή για φαμφαρόνικα ψάρια τού αφρού. Ο φίλος του δεν έδωσε καμμία απάντηση, αλλά κούνησε θλιμμένα το κεφάλι του με  σαφή αποδοκιμασία. Εδώ και μία περίπου ώρα περίμεναν και οι δύο πάνω στο επτάμετρο καινούριο φουσκωτό τη σειρά τους, για να τούς ρίξει ο εντεταλμένος παρκαδόρος από την πολυχρησιμοποιούμενη γλίστρα στη θάλασσα και ξόδευαν το χρόνο τους με το συμμάζεμα και τον έλεγχο τής μεγάλης βάρκας. Όταν όλα ελέγχθηκαν με προσοχή, άρχισαν να διαβάζουν το περιοδικό για φουσκωτά, που ανελλιπώς και από πολλά χρόνια αγόραζαν μισακό, σαν και τη βάρκα τους, περισσότερο από συνήθεια και λιγότερο από ανάγκη, μια και ένοιωθαν σίγουροι για τις γνώσεις τις οποίες είχαν αποκτήσει στη δεκαετή ενασχόλησή τους με τα συγκεκριμένα σκάφη.

Ποτέ δεν νοιώθεις μόνος φορώντας το...Εγώ νομίζω ότι ο συγγραφέας τής ιστορίας τού άδικου χαμού τών δύο ψαράδων έχει πολύ μεγάλη φαντασία, επανήλθε ο ένας από τούς δύο. Κι' εγώ δεν καταλαβαίνω γιατί δημοσιεύονται τέτοιου είδους ψεύτικες προφανώς και δραματικές ιστορίες, συμπλήρωσε ο άλλος, με θυμό αυτή τη φορά. Θα έλεγαν και άλλα, εάν δεν είχε έρθει η πολυπόθητη ώρα τής μεταφοράς τους στη γλίστρα. Κάθισαν και οι δύο καμαρωτοί στο κάθισμα διακυβερνήσεως και αφού κοτσαρίστικε το λαμπερό και καθαρό σκάφος τους στο πανβρώμικο τζιπ ρυμούλκυσης, διήνυσαν γρήγορα τη μικρή απόσταση η οποία τούς χώριζε από τη θάλασσα.
Φτάνοντας είδαν όλη την παρέα με την οποία θα συνταξίδευαν, μαζεμένη και έτοιμη.
Τα σκάφη, δύο-δύο, με επιδέξιους χειρισμούς, γλιστρούσαν απαλά στο νερό και μέσα σε λίγα λεπτά έπλεαν απλανάριστα και δίπλα-δίπλα, ώστε να γίνουν οι τελευταίες συνεννοήσεις.

Τα vhf ανοιχτά στο 37, πλέουμε σε σχηματισμό κρατώντας τη γνωστή απόσταση μεταξύ μας, δεν ξεπερνάμε την ταχύτητα τού πιο αργού σκάφους και δεν απομακρυνόμαστε, δένουμε το κουικστοπ στο πόδι μας και φοράμε άπαντες σωσίβια, φώναξε με στεντόρεια φωνή ο εμπειρότερος από την παρέα, τιθασσεύοντας στο τέλος τη βιαιότητα τών λόγων του, λες και προετοιμαζόταν να λικνίσει νεογέννητα. Στο πλατύ του μέτωπο και στο ασύμμετρο μειδίαμα τής εκφρασής του συσσωρευόταν αναμφισβήτητη ευφυΐα και γνώση τής ναυτικής τέχνης.
Ο καιρός 2 μποφόρ Νοτιοδυτικός, θα γυρίσει όμως όσο πλησιάζουμε την Άνδρο σε 5-6 Βόρειο -βορειανατολικό, προσέθεσε στην πληροφόρηση, μιλώντας όμως με παιδαγωγικό τόνο, σαν να απήγγελλε μια βαρετή διάλεξη ενώπιον ομάδας αμβλυνόων μαθητών.
Οι δύο, από χρόνια φίλοι, κοιτάχτηκαν με νόημα. Αμέτρητες φορές είχαν διανύσει μόνοι τους την ίδια διαδρομή. Τριάντα πέντε "μιλάκια" και μονόμπρατσα, είπε ο ένας κρυφογελώντας και θέλουν να φορέσουμε σωσίβια; Σιγά μη βάλουμε νιτσεράδες και κράνη, απήντησε ο δεύτερος, λησμονώντας ότι η γενναιότητα διαφέρει από τη δειλία μόνον ως προς την αφετηρία τών φόβων της. Η φαντασία του διαθέτει λύγκειο βλέμμα οξύτερο και από τού ιδίου τού λυγκός , αστειεύτηκε ο δεύτερος προς τον πρώτο. Στο τέλος, μη μπορώντας να συγκρατήσει τα γέλια του κάτω από το δασύτριχο χάος της γενειάδας του, μπρος στα λεγόμενα και στις οδηγίες τού  - φωνακλά - έμπειρου, έστρεψε το κεφάλι του προς τη θάλασσα, λες και την προσκυνούσε.
Είχαν αρχίσει να γελούν φανερά, όταν τα σκάφη άρχισαν να πλανάρουν σε μια σχεδόν γαλήνια θάλασσα.

Τα πρώτα μίλια τα κατάπιαν με ευκολία οι βαθιές γάστρες τών φουσκωτών, σπρωγμένες από την ισχύ τών δυνατών τους μηχανών και οι δύο φίλοι κράτησαν το σχηματισμό για πάνω από δέκα λεπτά. Οι 26 κόμβοι τής ταχύτητας τού πιο αργού σκάφους τής παρέας, τούς φάνταζαν πολύ λίγοι για τις δυνατότητές τους, την καλή θάλασσα και την όρεξή τους για δράση. Σπρώξε λιγάκι παραπάνω τη μανέτα ρε φίλε, είπε ο ένας από τούς δύο. Η επιθυμία σου είναι διαταγή , απήντησε ο άλλος, μισο - ειρωνικά, και το σκάφος τους αποσπάσθηκε αμέσως από τον σχηματισμό βέλους, διαγράφοντας μια νέα – ανεξάρτητη – πορεία προς τον κοινό στόχο, με τούς κόμβους να αυξάνονται , ώσπου σταθεροποιήθηκαν στους 40.

Δεν είναι... ντροπή να φοράς σωσίβιο και quick stop!Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα τούς είχαν αφήσει όλους πολύ πίσω και αυτό τούς χαροποιούσε ιδιαίτερα. Ο θόρυβος τής μηχανής, συνεπικουρούμενος από τον αέρα ο οποίος δυνάμωνε σταδιακά, καθυπόταζε τον ήχο από το vhf με τις αλλεπάλληλες κλήσεις τής παρέας τους προς αυτούς και έτσι, δεν έφτανε στον (έτσι κι' αλλιώς - μη δεκτικό - ακουστικό τους πόρο. Είκοσι μίλια ανοικτά από το Μπατσί, ο καιρός γύρισε απότομα. Σύντομα τα κύματα απέκτησαν μεγάλο ύψος και οι κορυφές τους χιόνισαν. Οι φίλοι, περιχαρείς που η θαλάσσια εκδρομή είχε αλλάξει χαρακτήρα και είχε μετατραπεί από "κοσμική των πολλών", σε "ανδρική των λίγων", δεν περιόρισαν την ταχύτητά τους. Το καλοφτιαγμένο φουσκωτό άρχισε να πατά με δύναμη  στα λευκά βουνά και η ικανότητά του αυτή συνεπικουρούμενη από την αυξημένη τους αυτοπεποίθηση για τούς δικούς τους χειρισμούς "ανδρικής" διακυβέρνησης, τούς έκανε να εκτιμήσουν λάθος ένα απ΄ αυτά και σε μέγεθος και σε απόσταση, με αποτέλεσμα το σκάφος τους να καρφώσει με ορμή βαθιά μέσα του.

Ο τεράστιος όγκος νερού παρέσυρε -με μιας - τα πάντα απ' το κατάστρωμα, και είδη, εξαρτήματα και άνθρωποι βρέθηκαν  - παντελώς απροετοίμαστοι -  μέσα στη θάλασσα. Το σκάφος βγήκε στα βασικά του μέρη αλώβητο από το υποχρεωτικό ολικό βάπτισμα  και  βιαστικό, υψώνοντας επιδεικτικά την πλώρη του, συνέχισε την πορεία του προς τα εμπρός  με κάποια κλίση και άλματα χονδροειδή και αχαλίνωτα, πειθόμενο στη θέση τής μανέτας του και  αγνοώντας επιδεικτικά τους μοιραίους ναυαγούς. Τα σώματα τών δύο φίλων είχαν βγει στην επιφάνεια τού νερού, το ένα μετά το άλλο. Μίλα μου, είπε σπαρακτικά ο ένας στο δεύτερο, ενώ τα μάτια του πλημμύρισαν δάκρυα, λες και ξεχείλισε ξαφνικά κάποιος βαθύς κρατήρας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να τον πλησιάσει. Είσαι καλά; 

Το βαθύ "V" τής πλώρης τού αγαπημένου τους σκάφους τον χτύπησε χωρίς οίκτο στο κεφάλι, την ώρα που είχε συνειδητοποιήσει ότι ο παιδικός του φίλος είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια τού μάταιου αυτού κόσμου. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα από τα τραγικά συμβάντα, ο σχηματισμός τής παρέας έφθασε στον τόπο της τραγωδίας. Κάποιοι, με κίνδυνο, κατάφεραν να μπλέξουν στην προπέλα τού αγριεμένου κινητήρα ένα σχοινί και να ακινητοποιήσουν με αυτόν τον έξυπνο τρόπο το φουσκωτό, το οποίο - σε διαφορετική περίπτωση - ήταν υποχρεωμένο να διαγράφει κύκλους έως ότου εξαντληθεί και η τελευταία ποσότητα καυσίμου που διέθετα τα μεγάλα του ρεζερβουάρ. Τα άψυχα σώματα τών δύο φίλων, τ΄ ανέβασαν στα σκάφη κλαίγοντας βουβά. Η ψυχολογική κούραση κρεμόταν στα σώματα τους σαν θώρακες παρατεταγμένων για μάχη στρατιωτών, και η σιγή τούς φαίνονταν χρυσός. Αυτά, ήταν σχεδόν αγκαλιασμένα. Όπως σ΄ όλη τους τη  ζωή , έτσι και στο θάνατο, δεν χώρισαν...

Ο ένας από τούς δύο φίλους έκλεισε το (ευμέγεθες) λάπτοπ μόλις τελείωσε η ταινία την οποία είχαν ανεβάσει κάποιοι στο youtub. Ήταν ολιγόλεπτη, αλλά πολύ συγκινητική, δραματική. Επίσης, η λήξη της δεν είχε "ευτυχή' κατάληξη, ούτε παρενέβη στα τεκταινόμενα κάποιος "από μηχανής Θεός" για να δοθεί ένα πιο εύγευστο τέλος. Το στομάχι τού πρώτου είχε γίνει κόμπος και τα μάτια του ήταν υγρά. Απευθύνθηκε στο συνοδοιπόρο στο αέναο ταξίδι τής ζωής φίλο του, ο οποίος τού είχε γυρίσει την πλάτη για να μη φανεί και η δική του συγκίνηση, και καμωνόταν ότι ρύθμιζε αποστάσεις στο σύγχρονο ραντάρ που διέθετε το καινούριο τους 50ρι, Prestige όνομα και πράγμα. Το έχεις δει, ψέλλισε . Το έχω δει βέβαια, απήντησε αυτός, χωρίς ακόμη να μπορεί να αντιμετωπίσει το βλέμμα του. Πώς να μη το δω όταν το έχουν ανεβάσει όλες οι ιστοσελίδες οι σχετικές με τα σκάφη, όλα τα φόρα για τη θάλασσα και το αναφέρουν συνεχώς τα έντυπα και ηλεκτρονικά ναυτικά περιοδικά στις σελίδες τους; Και τι έχεις να σχολιάσεις;, επέμεινε ο πρώτος .Τι να πω; απήντησε χωρίς σιγουριά στον τόνο τής φωνής του ο δεύτερος. Σοκαριστικό είναι και συγκινητικό, αλλά τι σχέση έχουν αυτές οι ακραίες και μεμονωμένες περιπτώσεις με εμάς;Ταχύτητες πάνω από τους 25-27 κόμβους ποτέ δεν αναπτύσσουμε. Ραντάρ, κοντινών, μέσων και μακρινών αποστάσεων, βάλαμε. Δύο μηχανές διαθέτουμε, vhf / dcs είχε το σκάφος ( να μην αναφέρω το  φορητό), αυτόματο πιλότο συνδεδεμένο και στα δυό μας gps / πλότερ έχουμε, off shore liferaft τοποθετήσαμε, για να μη σου θυμίσω πόσα μάς στοίχισαν οι δύο τεράστιες αντλίες σεντίνας τις οποίες συνδέσαμε επιπλέον (και εκ τών υστέρων), με την ανεπανάληπτη επιμονή σου.

Τα (σχεδόν) 12 μέτρα του λαμπερού cruiser, με όλο του το μεγάλο βάρος, μετακινήθηκαν ανεπαίσθητα και νωχελικά στο ντόκο τής Ύδρας, όπου αυτό ήταν δεμένο, λόγω τών απόνερων τών τρισάθλιων  θαλασσίων "ταξί". Οι δύο από χρόνια φίλοι, προβληματισμένοι από την συζήτηση, αλλά ευτυχείς συνάμα που δεν ανήκαν στις περιγραφόμενες από την ταινία κατηγορίες, έπνιξαν και την τελευταία τους ανησυχία μέσα στα cocktail martini τα οποία έφτιαξαν στο ξύλινο wetbar. Τούς πρόσθεσαν θρυμματισμένο πάγο από την τεχνολογικά προηγμένη παγομηχανή και κάθισαν αναπαυτικά στους δερμάτινους καναπέδες τού flybridge για να δουν τη δύση τού ηλίου και να χαζέψουν τους κοινούς πληβείους οι οποίοι πραγματοποιούσαν, συν γυναιξί και τέκνοις, την απογευματινή τους βόλτα στον πολυσύχναστο προβλήτα. Μπορούσαν να τα απολαύσουν όλα αυτά. Ήταν από χρόνια επιτυχημένοι επιχειρηματίες στον κλάδο τους, είχαν σπουδάσει στα καλύτερα κολλέγια τα παιδιά τους και τώρα (παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες τους, συνήθως, δεν ακολουθούσαν), ήταν πια, η δική τους  ώρα.

Ήταν μετά το τέταρτο ποτό όταν κοίταξαν τα ρολόγια τους και αυτά τούς μαρτύρησαν ότι ήταν Σαββάτο βράδυ, και αργά. Έριξαν μια ματιά στις σταυρωτές μπλε-ραφ πρυμάτσες και στην ανοξείδωτη καδένα τής πλωριάς άγκυρας και μια που ο κόσμος είχε λακίσει σιγά – σιγά από την προκυμαία, καληνυχτίσθηκαν και, βαδίζοντας αργά  βρέθηκε ο καθένας προς τη δική του άνετη και φωτεινή κρεββατοκάμαρα. Θα αναχωρούσαν το πρωί, βαρέθηκαν κι' όλας, είχαν δεχτεί και τα "κατάλληλα" τηλεφωνήματα απ’ τούς δικούς τους ανθρώπους για την εγκατάλειψη τού οικογενειακού Σαββατοκύριακου.

Νωρίς το πρωί ξύπνησαν, ο ένας μετά τον άλλον, βαρειά. Δεν το άντεχαν  - όπως παλιά -  το ποτό στα εξήντα τους. Ο Γαλλικός καφές ήταν έτοιμος  από ώρα  στην αυτόματη καφετιέρα και η μυρουδιά του, τούς συνέφερε. Κοίταξαν τον μολυβή ουρανό με τα βαριά μαύρα σύννεφα τής τραμουντάνας, το πούσι που έπεφτε μέσα στο στενό λιμάνι και την ομίχλη έξω απ' αυτό, άδειασαν τα γεμάτα τους τασάκια στη θάλασσα, ενεργοποίησαν όλα τα ηλεκτρονικά για να "ζεσταίνονται", και άναψαν το πρώτο τής ημέρας τους ακριβό πούρο, ενώ το βλέμμα τους χάθηκε για λίγο μέσα στο οξύληκτο περίγραμμα τής φλόγας η οποία  υψωνόταν πυραμιδοειδής, επάνω από το  -  κοινά -  χρησιμοποιούμενο σπίρτο.


Όλη η φύση  - πλην τής ομίχλης - ησύχαζε, και αυτοί, κατά την πάγειά τους τακτική και συνήθεια, έλυσαν τούς κάβους με γρήγορες κινήσεις, για να  πιάσουν όλους τούς άλλους  στον ύπνο. Η άγκυρα δεν είχε μπλέξει κάπου (όπως συχνά – πυκνά γίνονταν) και το bow thruster της πλώρης έκαμε τη δουλειά του με αξιοπρέπεια, με αποτέλεσμα να περάσουν γρήγορα τούς προμαχώνες τού λιμανιού, όπου διεπίστωσαν ότι ούτε τα κανόνια, ούτε το άγαλμα τού Μιαούλη διακρίνονταν. Μισό περίπου μίλι μετά, η ανησυχία τους εντάθηκε, όταν άκουγαν καθαρά τούς συνεχόμενους βραχείς συριγμούς πλοίου, το οποίο προειδοποιούσε για την άφιξή του εν μέσω ομίχλης , σαν  τον ισχυρό αντίλαλο μιας υπερμεγέθους έξωθεν παρουσίας, αλλά δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν από ποιο σημείο τού ορίζοντα αυτό κατέφθανε.

Δευτερόλεπτα πέρασαν ώσπου να μπορέσουν να διακρίνουν, μέσα από την πυκνή ομίχλη, την τεράστια πλώρη τού πενταπλάσιου σε όγκο καταμαράν. Το χέρι τού ενός από τούς δύο φίλους, σαν αφυπνισμένο από αστραπιαίο όνειρο, κατέβασε βίαια τις μανέτες στο ανάποδα, στρίβοντας ταυτόχρονα το τιμόνι από μια ενστικτώδη παρόρμηση όλο αριστερά, ενώ η φωνή του έμοιαζε σαν να είχε προσβληθεί από αιφνίδια αφωνία. Βοήθα Παναγία μου, πρόλαβε να ξεστομίσει, ενώ στα μάτια τού φίλου του καθρεπτιζόταν διάπυρος ο όλεθρος και η αναπνοή κόχλαζε στο στήθος του. Το βαρύ πλοίο της γραμμής έπεσε με δύναμη πάνω στο κάθετα προς αυτό ευρισκόμενο σκάφος, εμβολίζοντάς το με ευκολία .Τα άψυχα σώματα τών δύο παιδικών φίλων βρέθηκαν, μετά από ώρες, ανάμεσα σε συντρίμμια. Ο τοπικός αγροτικός ιατρός που τα εξέτασε, βεβαίωσε με ευκολία τις παρευρισκόμενες αρχές, ότι πνίγηκαν διότι έπεσαν στη θάλασσα χωρίς σωσίβια, και λιπόθυμοι από την πρόσκρουση τους με αντικείμενα τού σκάφους τους. Ήταν σχεδόν αγκαλιασμένοι. Όπως σ΄ όλη τους τη  ζωή, έτσι και στο θάνατο, δεν χώρισαν...

Ξύπνησα κάθιδρος και φοβισμένος, πολύ πριν τη συνηθισμένη μου ώρα καθημερινής αφυπνίσεως. Οι τοίχοι ατένιζαν την αδιαπέραστη νύχτα με μάτια κενά. Το βιολογικό μου ρολόϊ το είχε (με ευκολία) παρακάμψει η συνείδησή μου και το σώμα μου αφυπνίσθηκε. Ήταν πολύ δυνατό το όνειρο που είχα δει και, χρονικά, ατελείωτο. Κάθισα στην άκρη τού κρεβατιού, έως ότου συνέλθω, και αμέσως έτρεξα στο τηλέφωνο. Συνειδητοποιούσα ότι θα ανησυχήσω τα παιδιά μου, καλώντας τα στις 6 το πρωί, στις χώρες όπου αυτά σπουδάζουν. Όμως, ήταν για μένα απολύτως ακατανίκητη η επιθυμία να μιλήσω μαζί τους, για να σιγουρευτώ ότι ήταν καλά. Το έκανα δεχόμενος καρτερικά τις έντονες διαμαρτυρίες τους και όταν έκλεισα το τηλέφωνο κατάλαβα. Είχε έρθει η ώρα να προσπαθήσω να κάνω κάτι για την απολύτως απαράδεκτη κατάσταση τού να μην χρησιμοποιούν οι χρήστες τών μέσων θαλάσσιας αναψυχής τα σωσίβια και οι κυβερνήτες τους τα κουικστοπ. Μου είναι πια παντελώς αδύνατον να μην αντιδράσω μπρος στην  απαράδεκτη ανοχή όλων μας, σε   μια  - στρεβλά -  παγειωμένη κατάσταση ασφαλείας.

Η αυγή, πεταλουδίζοντας τα πανάλαφρα βλέφαρα τών ματιών της, άφηνε να πέσει στον τόπο μου η λεπτή σκόνη τής αστραφτερής της ψιμυθίωσης, την ώρα που έφτιαχνα Γαλλικό καφέ, ξεσκόνιζα το πληκτρολόγιο και έξυνα τα κοντά μου μολύβια. Το πύρινο άρμα τού δραπέτη  - από τα πυκνά σύννεφα -  Ηλίου, ξεκινούσε την τοξοειδή γραμμή από χρυσό,  βαθειά μέσα στον ουρανό, πάνω ακριβώς από τα πεύκα τού σπιτιού μου και άρχισε να ραμφίζει  - αργά -  τα χορτάρια του κήπου. Οι  ιδέες πίεζαν - ήδη - τον εγκέφαλο μου, με δύναμη...

Καποιος, από παλιά, φίλος τής θάλασσας.